Πολλοί είναι εκείνοι που εμφανίζονται διστακτικοί απέναντι στον εμβολιασμό ενάντια στον κορονοϊό. Ο παθολόγος Γιώργος Παππάς μίλησε στην ΕΡΤ για τους λόγους για τους οποίους πρέπει κάποιος να κάνει το εμβόλιο.
Ο πρώτος λόγος, σύμφωνα με τον κ. Παππά, είναι ότι ουσιαστικά με την πρώτη αυτή αδειοδότηση από τον ρυθμιστικό οργανισμό της Μεγάλης Βρετανίας ξέρουμε ότι η πανδημία θα έχει ένα τέλος και αυτό το τέλος θα είναι αίσιο γιατί τα εμβόλια θα είναι ίσως το ισχυρότερο όπλο για να φτάσουμε στο τέλος της πανδημίας.
Δεύτερον, γιατί δεν φοβάμαι τη «νέα» τεχνολογία. «Δεν είναι τόσο νέα η τεχνολογία αυτή του συγκεκριμένου εμβολίου της Pfizer αλλά και της Moderna. Είναι μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν απλά δεν είχε καταφέρει κανένας να την τελειοποιήσει.
Είναι μια διαδικασία η οποία έχει μια σταθερή βιολογική βάση που μας δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι είναι ασφαλές. Μπαίνει ένα κομματάκι, ένα μήνυμα στον οργανισμό. Αυτό το μήνυμα μεταφράζεται, ο οργανισμός ο ίδιος φτιάχνει ένα κομματάκι του ιού, της πρωτεΐνης του ιού, και ουσιαστικά λέει ο ίδιος ο οργανισμός στον εαυτό του ότι αν το δεις αυτό το πράγμα ποτέ να είσαι έτοιμος να αμυνθείς ή να επιτεθείς απέναντί του γιατί είναι επικίνδυνο.
Ουσιαστικά το ξένο πράγμα που θα μπει στον οργανισμό σου θα μείνει για ελάχιστες ώρες. Δεν έχεις κάποιο λόγο να περιμένεις ιδιαίτερες μακροπρόθεσμες παρενέργειες».
«Έτσι κι αλλιώς, το να κάνω εγώ το εμβόλιο δεν σημαίνει ότι αύριο θα πάω για καφέ, δεν σημαίνει ότι σε έναν μήνα θα πάω για καφέ χωρίς προφυλάξεις», σημειώνει ο παθολόγος και συμπλήρωσε: «Ελπίζω ότι θα μπορεί να υπάρχει σύντομα ένα όριο αντισωμάτων πάνω από το οποίο θα μπορούμε να κρίνουμε ότι κάνοντας το εμβόλιο και μετά από έναν μήνα κάνοντας μια εξέταση αίματος θα μπορέσεις να πεις ότι με βάση αυτόν τον τίτλο αντισωμάτων που βγάζεις στην εξέταση αίματος θεωρείσαι προστατευμένος και θα θεωρείσαι και τους επόμενους μήνες».
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι το εμβόλιο δεν παρέχει 100% προστασία, «κανένα εμβόλιο δεν το κάνει». «Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει περίπτωση κάποιοι να εμβολιαστούν και παρόλα αυτά –ελάχιστοι μεν- να νοσήσουν».