Σεισμούς από 6,5 μέχρι 7,5 βαθμούς μπορούν τα δώσουν τα ρήγματα στην Τάφρο του Βορείου Αιγαίου, απ΄όπου προήλθε ο σεισμός των 6,3 σήμερα στις 12:25. Ωστόσο, αυτά τα ρήγματα, αν και συνδέονται με ισχυρούς σεισμούς, δεν αποτελούν σημαντική σεισμική απειλή για τις κατοικημένες περιοχές της Βορείου Ελλάδος και των νησιών του Βορείου Αιγαίου, γιατί εντοπίζονται υποθαλάσσια, μακριά από δομημένες περιοχές.
Αυτά αναφέρει ο καθηγητής Νεοτεκτονικής και Παλαιοσεισμολογίας, κοσμήτορας της Σχολής Θετικών Επιστημών του ΑΠΘ, Σπύρος Παυλίδης, ο οποίος εκτιμά ότι ο σημερινός σεισμός ως επιφανειακός (σεισμογόνο στρώμα 5-15 χιλιόμετρα) θα συνοδευτεί από πολλούς μετασεισμούς για μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Η δυναμικότητα και η προϊστορία της ενεργοποίησης των ρηγμάτων της Τάφρου δεν αποκλείει τη συνέχιση της σεισμικής δραστηριότητας τόσο στον σεισμογόνο χώρο του σημερινού σεισμού όσο και σε άλλα τμήματα της ζώνης πέραν αυτού, όπως ήδη εκδηλώνεται στον κόλπο του Σάρου Βορειοανατολικότερα» εκτιμά ο κ. Παυλίδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, η συσσώρευση τεκτονικών τάσεων είναι ιδιαίτερα υψηλή και γενικά η επίδραση αυτού του μεγάλου ρήγματος στη ενεργό δράση, δηλαδή στη σεισμικότητα της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδος και της θάλασσας του Μαρμαρά, είναι σημαντική.
«Ο σημερινός σεισμός μεγέθους κατά το Γεωδυναμικό 6,3 -κατά το Ευρωπαϊκό-Μεσογειακό Κέντρο Euro-Med 6,9- και οι μετασεισμοί που ακολούθησαν, με επίκεντρο στον θαλάσσιο χώρο μεταξύ Σαμοθράκης, Ίμβρου και Λήμνου πλησιέστερα στη Σαμοθράκη, ανήκει στη γνωστή και αρκετά καλά μελετημένη ζώνη των ενεργών ρηγμάτων της Τάφρου του Βορείου Αιγαίου (υψηλής σεισμικότητας), η οποία αποτελεί προέκταση του μεγάλου ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας. Είναι τυπικό ρήγμα οριζόντιας μετατόπισης, δεξιόστροφο, Βορειανατολικής-Νοτιοδυτικής Διεύθυνσης, όπως προκύπτει από τον μηχανισμό γένεσης της Αμερικανικής Γεωλογικής Εταιρείας» εξηγεί ο κ Παυλίδης.
Αναφέρει, εξάλλου, ότι στη βάση δεδομένων GreDaSS της Ερευνητικής Ομάδας του Γεωλογικού Τμήματος του ΑΠΘ, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Ferrara-Ιταλίας και του Γεωφυσικού Ινστιτούτου της Ρώμης (INGV), η οποία δημιουργήθηκε με τις προδιαγραφές του ευρωπαϊκού προγράμματος SHARE (για την ομογενοποίηση όλων των ευρωπαϊκών – μεσογειακών σεισμολογικών δεδομένων), εμφανίζονται τα μεγάλα ρήγματα ως μονάδες για την εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας και ως μεμονωμένες δομές που ενεργοποιήθηκαν σε προηγούμενους σεισμούς.