Οι μετρήσεις του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ για τη συγκέντρωση του γονιδιώματος του SARS-CoV-2 στα λύματα του πολεοδομικού συγκροτήματος δείχνουν πως η Θεσσαλονίκη απέχει ακόμη σημαντικά από την επιπεδοποίηση της επιδημιολογικής καμπύλης.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις των δειγμάτων της προηγούμενης εβδομάδας, η συγκέντρωση του γονιδιώματος του ιού στα λύματα της Θεσσαλονίκης συνεχίζει να αυξάνει με μεγάλους ρυθμούς, σε αντίθεση με τα μειούμενα νούμερα των κρουσμάτων, που ανακοινώθηκαν τις τελευταίες ημέρες.
«Σε αυτή τη φάση της πανδημίας, τα ευρήματα δεν μας εκπλήσσουν. Η τάση παραμένει αυξητική και αποτυπώνει τη μεγάλη διασπορά του ιού στην κοινότητα. Όταν τα μέτρα που έχουν ληφθεί αρχίσουν να αποδίδουν, θα σταματήσει σε πρώτη φάση να έχει εκθετικό χαρακτήρα η αύξηση, πριν σταθεροποιηθεί και αντιστραφεί η τάση προς μία πτωτική πορεία. Ελπίζουμε πως οι μετρήσεις των επόμενων δύο εβδομάδων θα αρχίσουν να δείχνουν αυτή την πορεία», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και συντονιστής της ερευνητικής ομάδας, καθ. Νίκος Παπαϊωάννου.
«Θα πρέπει όλοι να αντιληφθούμε πως τηρώντας ευλαβικά τα μέτρα ατομικής προστασίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης, βοηθούμε το δημόσιο σύστημα υγείας να αντεπεξέλθει στη καλύτερη φροντίδα εκείνων που νοσούν και ταυτόχρονα αποδεικνύουμε πως θέλουμε να επιστρέψουμε σύντομα στις ζωές μας. Είναι ευθύνη προσωπική καθενός μας και υποχρέωση απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, η αυστηρή τήρηση των μέτρων που έχουν υποδείξει οι ειδικοί», επισήμανε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
Ερωτηθείς για την προοπτική επιπεδοποίησης της επιδημιολογικής καμπύλης σε σχέση και με τα κρούσματα που έχουν ανακοινωθεί τις τελευταίες ημέρες για τη Θεσσαλονίκη, ο καθηγητής του Τμήματος Χημείας και μέλος της ερευνητικής ομάδας του ΑΠΘ, Θεόδωρος Καραπάντσιος, απάντησε: «Οι μετρήσεις στα λύματα δείχνουν ότι απέχουμε πολύ από την επιπεδοποίηση της επιδημιολογικής καμπύλης. Ίσως η διαφορά με τα ανακοινωθέντα μειούμενα κρούσματα να οφείλεται είτε στο ότι αυξήθηκε το ιικό φορτίο των συμπτωματικών, είτε στο ότι υπάρχει πλέον μεγάλος αριθμός ασυμπτωματικών, είτε σε συνδυασμό των δύο αυτών περιπτώσεων».
«Εταιρείες ελέγχουν το προσωπικό για ασυμπτωματικούς στέλνοντας στο ΑΠΘ δείγματα από λύματα»
Την προηγούμενη εβδομάδα, η ομάδα του ΑΠΘ ανίχνευσε ιικό φορτίο στα λύματα εμπορικών εταιρειών με εγκαταστάσεις στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης.
«Η ομάδα του ΑΠΘ παρακολουθεί τα λύματα αυτών των εταιρειών εδώ και αρκετές εβδομάδες. Είναι σημαντικό ότι σε μια περίπτωση ανιχνεύτηκε ιικό φορτίο στα λύματα εταιρείας, στην οποία δεν είχε αναφερθεί κανένα κρούσμα και μετά την ανίχνευση στα λύματα εντοπίστηκε ασυμπτωματικός εργαζόμενος», δήλωσε ο κ. Καραπάντσιος.
Η μεθοδολογία που εφαρμόζει η ομάδα του ΑΠΘ έχει τη δυνατότητα να προσδιορίζει με μεγάλη ακρίβεια τον αριθμό γονιδιωματικών αντιγράφων του SARS-CoV-2 ακόμη και σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις στα δείγματα λύματος της πόλης.
«Αυτό επιτυγχάνεται ελέγχοντας το ίδιο δείγμα με πολλές επαναλήψεις και αξιολογώντας με αναλυτικές διαδικασίες την απόδοση σε κάθε στάδιο του εργαστηριακού ελέγχου, όπως π.χ. κατά τη συμπύκνωση του δείγματος, την απομόνωση του γενετικού υλικού του ιού αλλά και την εξασφάλιση της απομάκρυνσης των χημικών ουσιών που δυστυχώς εντοπίζονται στα λύματα και δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην απόδοση του μοριακού τεστ που εφαρμόζεται», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αν. καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας στο Διαγνωστικό Εργαστήριο Κλινικών του Τμήματος Κτηνιατρικής του ΑΠΘ, Χρυσόστομος Δόβας.
«Μοριακά διαγνωστικά τεστ εξ ολοκλήρου made in Greece»
Σχετικά με τη μεθοδολογία της μοριακής ανάλυσης που ακολουθεί η ομάδα του ΑΠΘ, ο κ. Δόβας εξήγησε: «Καινοτομίες έχουμε ενσωματώσει σε όλα τα στάδια, όπως π.χ. στη μεθοδολογία απομόνωσης του ιικού γονιδιωματικού RNA αλλά και σε ό,τι αφορά τη μοριακή ανάλυση. Το μοριακό τεστ παρουσιάζει πολύ μεγάλη αναλυτική ευαισθησία ανίχνευσης του ιού και αναπτύχθηκε πρόσφατα στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος του Διαγνωστικού Εργαστηρίου των Κλινικών Κτηνιατρικής ΑΠΘ με την ελληνική νεοφυή εταιρεία EnzyQuest, η οποία ειδικεύεται στην παραγωγή ενζύμων που χρησιμοποιούνται στα μοριακά διαγνωστικά τεστ».
«Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στην ευτυχή θέση να χρησιμοποιούμε για τις αναλύσεις μας πρωτότυπα κιτ που έχουν παραχθεί εξολοκλήρου στην Ελλάδα και μας δίνεται έτσι η δυνατότητα τους τελευταίους δύο μήνες να διενεργούμε άμεσα τον μεγάλο αριθμό των μοριακών τεστ που απαιτούνται», διευκρίνισε ο αν. καθηγητής.
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορονοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Στην έρευνα συμμετέχουν καθηγητές από 11 διαφορετικά εργαστήρια των Τμημάτων Ιατρικής, Χημείας, Φαρμακευτικής, Κτηνιατρικής, Βιολογίας, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ.