Έχω την αίσθηση πως, πλέον, η όλη ιστορία με τους αρνητές της πανδημίας του κορονοϊού έχει αρχίσει να ξεφεύγει.
Γράφει ο Νίκος Δεμισιώτης
Αρχικά έχει να κάνει με το ποσοτικό. Το πόσοι, δηλαδή, ενστερνίζονται, απόψεις όπως ότι οι μάσκες έχουν μέσα τσιπάκι για να μας ελέγχουν κάποια αόρατα κέντρα εξουσίας. Στην εποχή που οι περισσότεροι έχουν smartphone και κατεβάζουν εφαρμογές στο κινητό τους, είναι αστείο και μόνο να το κουβεντιάζουμε πως θα χρειαστεί ένα μικροτσιπάκι για να τους ελέγχουν. Αλλά τέλος πάντων…
Εξίσου εξωφρενική είναι η απάντηση που δίνουν οι αρνητές όταν τους ρωτάς «γιατί κάποιος να θέλει να σε ελέγξει». Αυτό που απαντάνε οι περισσότεροι είναι για «να μην αντιδράμε».
Πριν από δέκα χρόνια, στην αρχή της εποχή των μνημονίων, στην αρχή δηλαδή μιας από τις πιο μαύρες σελίδες στην σύγχρονη ιστορία αυτής της χώρας, θυμάμαι να γίνονται πορείες. Μαζικές και μαχητικές. Θυμάμαι επίσης πως συμμετείχαν σε αυτές (στην καλύτερη περίπτωση) 500.000 άνθρωποι.
Πολλοί ξυλοκοπήθηκαν, κάποιοι κατέληξαν στο νοσοκομείο, αρκετοί βρέθηκαν στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ, κάμποσοι έχουν ακόμα στις πλάτες τους καταδίκες ή δικαστήρια. Αντιλαμβανόμαστε το νούμερο; Στο αποκορύφωμα της αντίδρασης ενάντια στα μνημόνια στους δρόμους υπήρχαν 500.000 άνθρωποι. Σε μια πόλη με περίπου 4 εκατομμύρια κατοίκους, μόνο τόσοι βρέθηκαν να αντιδρούν απέναντι στην επερχόμενη βαρβαρότητα. Και επειδή έζησα εκείνη την περίοδο από τα μέσα (και ως δημοσιογράφος και ως πολίτης) σας πληροφορώ πως τότε η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων αυτής της πόλης έμεινε στους καναπέδες της όχι επειδή φορούσε κάποια… μάσκα και κάποιος τους ήλεγχε.
Έκατσαν στους καναπέδες τους επειδή γνώριζαν πως το να αντιδράς έμπρακτα έχει ένα κόστος. Δεν είναι ανέξοδο όπως το να το παίζεις μαγκάκος με τη δημόσια υγεία. Είναι άλλο να στέκεσαι μπροστά στα ΜΑΤ και άλλο να συμμετέχεις σε φαιδρές ομάδες στο facebook (που οι ίδιοι του έχουν παραχωρήσει το δικαίωμα να ελέγχει τα πάντα σχετικά με τις ιντερνετικές τους κινήσεις) και να λες στο παιδί σου «μην είσαι πρόβατο. Μην πας στο σχολείο με μάσκα». Το πρώτο θέλει κότσια. Το δεύτερο είναι ανέξοδο. Τσάμπα μαγκιά, που λένε στο χωριό μου.
Στη συνέχεια έχουμε να κάνουμε με το ποιοτικό. Δεν αναφέρομαι, προφανώς, στην ποιότητα των κομιστών αυτών των απόψεων. Δεν θα είχε κάποιο νόημα. Αναφέρομαι στην αναβάθμιση των χαρακτηριστικών του λόγου που εκφέρουν.
Παράδειγμα, το κόψιμο του τραγουδιστή Μπαλάφα από το Samano Festival, στην Άσκρη Βοιωτίας, το οποίο το διοργανώνει ο γνωστός σεφ Λεωνίδας Κουτσόπουλος. Κάποιοι θυμήθηκαν και την λέξη «λογοκρισία». Βαριά λέξη και ιστορικά φορτισμένη για να την χρησιμοποιεί ο καθένας.
Ο διοργανωτής έλαβε μια απόφαση με βάση τη λογική η οποία λέει το εξής: Ο Μπαλάφας έχει μια συγκεκριμένη άποψη και διάλεξε στρατόπεδο. Δεν φοράει μάσκα. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως δεν προσέχει άρα σε ένα θεωρητικό επίπεδο είναι πιο εύκολο να κολλήσει τον ιό και βέβαια στη συνέχεια να τον μεταδώσει. Τον αφήνει, λοιπόν, απ΄ έξω προσπαθώντας να προστατεύσει τους υπόλοιπους που συμμετέχουν.
Πού ακριβώς υπάρχει η λογοκρισία; Ο Μπαλάφας βγήκε δημόσια, χωρίς να τον λογοκρίνει κανείς, και είπε την άποψή του. Ο διοργανωτής έχει τη δική του και με βάση αυτή κρίνει και πράττει.
Και εδώ ακριβώς υπάρχει η αναβάθμιση: Τόσο ο τραγουδιστής όσο και οι όψιμοι υποστηρικτές του προσπαθούν όχι απλά να μεταδώσουν τις ιδέες τους αλλά και να τις επιβάλουν.
«Λογοκρισία», κραυγάζουν, σε μια προσπάθεια να πείσουν πως όλοι εμείς είμαστε πρόβατα και εκείνοι οι μάγκες που τα ξέρουν όλα, έχουν αντιληφθεί την παγκόσμια συνωμοσία και αντιδρούν σε όλο αυτό χτυπώντας με δύναμη το πληκτρολόγιο τους.
Αυτό που προσπαθούν να κάνουν, ωστόσο, έχει όνομα και η ανθρωπότητα αφού το είδε το απέβαλε. Πολλά χρόνια τώρα.
«Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου με ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλιθίων», είχε πει ο Ουμπέρτο Έκο πριν από μερικά χρόνια. Αλλά πού να ξέρει αυτός, όπως θα έλεγε και η Λίτσα από την Άνω Ραχούλα που αποκάλυψε το κρυφό σχέδιο που είχε ο Μπιλ Γκέιτς για να την ελέγχει…