Έρευνα της Alco για τον ΙΣΑ έδειξε ότι 1 στους 3 Έλληνες δεν ανησυχεί πλέον για τον κορονοϊό, με το 83% να συμφωνεί με τα μέτρα της κυβέρνησης.
Η αποδοχή της πολιτικής που ακολουθήθηκε για την αναχαίτιση της επιδημίας, η ανάδειξη της αξίας και των ικανοτήτων του ιατρικού κόσμου αλλά και η χαλάρωση το τελευταίο χρονικό διάστημα των μέτρων προφύλαξης που εγκυμονεί κινδύνους είναι μερικά από τα ενδιαφέροντα στοιχεία που αποτυπώθηκαν στην έρευνα για την υγεία που διενεργήθηκε από την εταιρία ALCO για λογαριασμό του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών.
H έρευνα πραγματοποιήθηκε το μήνα Μάιο σε 1.000 άτομα από όλη την Ελλάδα και σε 400 ιατρούς μέλη του ΙΣΑ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Τα συμπεράσματα της έρευνας
Ειδικότερα, από την έρευνα προέκυψαν τα εξής:
- Η ανησυχία για τον κορονοϊό μειώνεται (1 στους 3 ανησυχεί πλέον λίγο ή καθόλου). Η γνώση των απαραίτητων μέτρων προφύλαξης είναι καθολική η εφαρμογή τους, όμως, όχι, αφού το 44% εφαρμόζει τα μέτρα αρκετά, ενώ το 8% λίγο. Είναι προφανές ότι ο περιορισμός της ανησυχίας έχει οδηγήσει σε χαλάρωση της τήρησης των μέτρων, κάτι που μπορεί να εγκυμονεί κινδύνους.
- Η μεγάλη πλειονότητα θεωρεί ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν για τον κορονοϊό είναι αυτά που πρέπει, όμως, το 25% πιστεύει ότι ήταν αυστηρότερα απ’ όσο έπρεπε, ενώ το 15% εκτιμά ότι η άρση των μέτρων εξελίσσεται πιο αργά απ’ ότι θα έπρεπε.
- Η αντίληψη της κοινωνίας για τους ιατρούς, αλλά και για το σύστημα δημόσιας υγείας βελτιώθηκε σημαντικά, μετά την πανδημία. Ειδικότερα για τους ιατρούς, το σχετικό ποσοστό φτάνει το εντυπωσιακό 61%.
Σε αντίθεση με την ενισχυμένη εικόνα τους, ωστόσο οι ιατροί είδαν την κίνηση στα ιατρεία τους να μειώνεται πολύ σημαντικά (64% δηλώνει ότι περιόρισε τις σχετικές επισκέψεις). - Η αναγνωσιμότητα του συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας αυξάνεται με αργό ρυθμό (ξεπέρασε οριακά το 50%), όπως και η αντίληψη για θετική επίδραση του στις παρεχόμενες υπηρεσίες
Η στάση του ιατρικού κόσμου
Η μεγάλη πλειονότητα των ιατρών συμφωνεί απολύτως με τα μέτρα που έλαβε η Πολιτεία (83%),αλλά και με τον ρυθμό άρσης τους (72%).
Καθολική εμφανίζεται να είναι στον ιδιωτικό τομέα η τήρηση των μέτρων στους χώρους εργασίας (98%), σε αντίθεση με το δημόσιο τομέα όπου ένα 12% δηλώνει ότι τα μέτρα δεν τηρήθηκαν, ενώ το 21% των ιατρών αναφέρει ελλείψεις σε μέσα προφύλαξης.
Δεύτερος βασικός άξονας της έρευνας είναι η αντίληψη, για πρώτη φορά, των ιατρών του δημόσιου τομέα περί σταθεροποίησης των συνθηκών και των αμοιβών.
Στα δημόσια νοσοκομεία, την ίδια στιγμή που στο επίπεδο παροχής υπηρεσιών αποτυπώνεται τάση ελαφράς βελτίωσης. Συνολικά, οι ιατροί εκτιμούν ότι το σύστημα Δημόσιας Υγείας ανταποκρίθηκε με επιτυχία στις αυξημένες ανάγκες της πανδημίας(92% – 47% πλήρως και 45% αρκετά), ενώ, για πρώτη φορά, αξιολογούν το επίπεδο περίθαλψης ως ισάξιο με εκείνο των Ευρωπαϊκών χωρών.
Τρίτος βασικός άξονας, η αποτύπωση πολύ σημαντικών απωλειών εισοδήματος στους γιατρούς του ιδιωτικού τομέα, εξαιτίας της πανδημίας. Το 61% εκτιμά ότι η μείωση υπερβαίνει το 25%, ενώ ένα πρόσθετο 18% εκτιμά ότι ή μείωση κυμαίνεται μεταξύ 11 και 25%.
Τέταρτος βασικός άξονας είναι η μεγάλη αλλαγή της στάσης των ιατρών σε σχέση με την πολιτική της κυβέρνησης στο χώρο της υγείας.
Τα σαφώς αρνητικά ποσοστά των προηγούμενων ετών (64% το 2018 και 72% το 2019), έχουν αντιστραφεί πλήρως, με τη θετική αξιολόγηση να φτάνει το 71% (13% πολύ θετικά και 58% θετικά).
Σε ότι αφορά το ειδικότερο ζήτημα του νέου συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας, η εικόνα έχει μεταβληθεί σημαντικά, με τους ιατρούς του ιδιωτικού τομέα να είναι πλέον μοιρασμένοι (39% θετικοί, 35% αρνητικοί, 26% δεν γνωρίζουν), σε σχέση με το 65% αρνητικών κρίσεων του 2019.
Πολύ πιο θετική είναι πλέον και η εικόνα σε σχέση με την επίδραση του συστήματος στη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών (41% έναντι 37% που διαφωνεί), ενώ παραμένει έντονα αρνητική (83%), η αντίληψη για την προσφορά από το νέο σύστημα αξιοπρεπούς αμοιβής και σωστών επαγγελματικών συνθηκών στους ιατρούς.