Μπορεί τα περιοριστικά μέτρα λόγω κορονοϊού σταδιακά να αίρονται αλλά τα ερωτήματα πληθαίνουν: Θα πάμε διακοπές φέτος; Ποιoς παίρνει τις σχετικές αποφάσεις; Και πότε θα επιστρέψουμε στην Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων;
Ο σχολιαστής της Bild όπως μεταδίδει σε σχετικό της άρθρο η Deutsche Welle, προτείνει σε έντονα εκλαϊκευμένο ύφος, να αποφασίσουν οι ενδιαφερόμενες χώρες, όπως η Αυστρία και η Ελλάδα, αν θέλουν τουρίστες το καλοκαίρι.
«Εμείς οι Γερμανοί θέλουμε μία προοπτική στο θέμα των διακοπών. Μπορούμε να ξανακάνουμε διακοπές; Θα κυνηγάμε πάλι τα λεφτά μας; Μήπως να κλείσω από τώρα ξενοδοχείο στη Βαλτική; Είναι σημαντικό αυτό. Η δική μου πρόταση είναι να αποφασίσουν οι ίδιοι οι τουριστικοί προορισμοί. Αν οι Αυστριακοί για παράδειγμα ανοίξουν τα σύνορα και πουν ότι θα χαρούν να υποδεχθούν Γερμανούς τουρίστες, τότε κι εμείς θα υποθέσουμε ότι έχουν κάνει όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για να μην αρρωστήσουμε. Το ίδιο και με την Ελλάδα: oι Έλληνες χρειάζονται τον τουρισμό. Αν ανοίξουν τα ξενοδοχεία τους και τα εστιατόριά τους, θα είναι για μας ο ιδανικός οιωνός ότι μπορούμε να κάνουμε διακοπές εκεί» αναφέρει η γερμανική εφημερίδα.
Τον μοναδικό χαρακτήρα των διακοπών στην Ελλάδα θυμίζει η Berliner Zeitung. Με τίτλο «Οδύσσεια στο Αιγαίο» ο συντάκτης περιγράφει την εμπειρία της περιήγησης με ιστιοφόρο, με αφετηρία τη Σαντορίνη και προορισμό την ανατολική Αττική: «Τα μαλλιά ανεμίζουν στον αέρα, μυρίζουμε την αλμυρή θαλασσινή αύρα, είμαστε κοντά στο υγρό στοιχείο. Η κρουαζιέρα με ιστιοφόρο στις Κυκλάδες προσφέρει μία μοναδική εμπειρία». Μόνο που τα δυνατά μελτέμια αλλάζουν τα σχέδια του Νίκο Γκέτερτ, του 53χρονου σκίπερ, ήδη από την πρώτη μέρα: «Καθώς έχουμε ισχυρό αντίθετο άνεμο, οι επιβάτες αισθάνονται ότι κινούμαστε με μεγαλύτερη ταχύτητα. Όλο και πιο ανέφικτος φαίνεται ο σημερινός προορισμός. Ο Γκέτερτ κατευθύνεται προς τις Μικρές Κυκλάδες και λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα βρίσκει απάγκιο σε μια παραλία με βότσαλα. Καθώς απλώνεται η νύχτα, ο άερας υποχωρεί. Έτσι γίνεται με το μελτέμι, λέει ο καπετάνιος».
Εντάσεις στην καρδιά της Ευρώπης
Προς το παρόν ο κορονοϊός οδηγεί σε απρόβλεπτες καταστάσεις ακόμη και στην καρδιά της Ευρώπης, στα γαλλογερμανικά σύνορα.
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) επισημαίνει ότι 15 βουλευτές και γερουσιαστές από την Αλσατία απηύθυναν επιστολή προς την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, εκφράζοντας την «ανησυχία» τους για τη διατήρηση της γαλλο-γερμανικής φιλίας. Την πρωτοβουλία είχε ο γερουσιαστής Κλωντ Κερν από το Κόμμα του Κέντρου (UDI).
Ο ίδιος, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα «εκφράζει την κατανόησή του για το κλείσιμο των συνόρων στην πρώτη φάση της επιδημίας. Αλλά τώρα η εξέλιξη της νόσου δεν διαφέρει (ανάμεσα στις δύο χώρες) και δεν συντρέχουν λόγοι υγείας ώστε να παραμένουν κλειστοί δύο στους τρεις συνοριακούς σταθμούς».
Επιπλέον, ο Κλωντ Κερν δηλώνει ‘συγκλονισμένος’ για την προκατάληψη που αντιμετωπίζουν οι Γάλλοι στα κρατίδια της Βάδης-Βυρτεμβέργης και της Ρηνανίας-Παλατινάτου». Στην επιστολή του αναφέρει το παράδειγμα «μίας Γαλλίδας λογίστριας από το Στρασβούργο, η οποία εργάζεται σε γερμανική επιχείρηση στην πόλη Κελ και πρόσφατα την κατέδωσαν σε έναν φούρνο, επειδή θέλησε να αγοράσει ένα σάντουιτς στο μεσημεριανό διάλειμμα. Οι αστυνομικοί, που έφτασαν κατόπιν ειδοποίησης, την πληροφόρησαν ότι δεν επιτρέπεται η αγορά τροφίμων από Γάλλους στη Γερμανία. Επιπλέον αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο για την παράβαση».
Καμία απάντηση για τους πρόσφυγες
Η εφημερίδα Tageszeitung εστιάζει στο προσφυγικό και στο αίτημα της τοπικής κυβέρνησης του Βερολίνου να δεχθεί 70 ανήλικους πρόσφυγες από καταυλισμούς του Ανατολικού Αιγαίου. Η αρχική πρόταση είχε κατατεθεί τον περασμένο Δεκέμβριο, αλλά ακόμη δεν έχει έρθει απάντηση από το ομοσπονδιακό υπουργείο Εσωτερικών.
Σύμφωνα με την Tageszeitung, πριν από δύο εβδομάδες o υπουργός Εσωτερικών του Βερολίνου Αντρέας Γκάιζελ είχε αποστείλει εκ νέου επιστολή στην οποία επισημαίνει ότι «εξακολουθεί να ισχύει η πρότασή μας, όπως είχε διατυπωθεί από τον Δεκέμβριο του 2019, για υποδοχή τουλάχιστον 70 παιδιών στο Βερολίνο. Με δεδομένη την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στους προσφυγικούς καταυλισμούς σε Λέσβο, Σάμο και Χίο η επιστολή περιέχει μία πρόταση σαφή, αν και κάπως διστακτικά διατυπωμένη και καταλήγει ως εξής: «Θα σας είμεθα υπόχρεοι, εάν μπορούσατε να εξετάσετε τάχιστα το αίτημά μας».