«Δεν είναι ακόμα ο καιρός» είπε απόψε ο Σωτήρης Τσιόδρας σχολιάζοντας την άποψη πολλών ότι τα μέτρα για τον κορονοϊό θα πρέπει να αρθούν το συντομότερο δυνατό.
Για τη μετάβαση στην επόμενη μέρα, εξήγησε ότι αυτή γίνεται έχοντας το βλέμμα μας στραμμένο στους ηλικιωμένους και τις ευπαθείς ομάδες. Τα μέτρα επιστροφής στην κανονικότητα θα πρέπει να λαμβάνονται σταδιακά και θα επαναξιολογούνται ανάλογα με τα δεδομένα, είπε.
Όπως ανέφερε ο ίδιος, γίνεται πολύς λόγος για τις χώρες που σταδιακά άρχισαν να αίρουν τα μέτρα, φέρνοντας ως παράδειγμα την Δανία όπου ανοίγουν τα σχολεία αλλά με εξαιρετικά μέτρα προφύλαξης για τους μαθητές. Όμως, πρόσθεσε ότι αν στη Δανία δουν δυο εβδομάδες αφότου ανοίξουν τα σχολεία ότι τα κρούσματα αυξάνονται, θα αναγκαστούν να τα ξανακλείσουν.
«Ετοιμαστείτε για κάτι τέτοιο, γιατί αυτό θα γίνει, αυτό θα κάνουν όλες οι χώρες. Θα βλέπουν πως λειτουργούν τα μέτρα και αναλόγως θα πράττουν».
«Τα ερωτήματα για τη σταδιακή αυτή άρση των μέτρων ακόμα αιωρούνται» σχολίασε ο κ. Τσιόδρας, τονίζοντας ότι το ζητούμενο και στη χώρα μας είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή.
«Μας ενδιαφέρουν βασικές παράμετροι όπως να συνεχίσουμε να επιτηρούμε καλά τη νόσο και να έχουμε διαγνωστική επάρκεια. Ναι στην αισιοδοξία αλλά με ρεαλισμό και απόλυτη διαφάνεια σε ό,τι συζητιέται και σε ό,τι αποφασιστεί» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μάλιστα πρόσθεσε ότι στην χώρα μας υπάρχει η ιδιαιτερότητα ότι οι ηλικιωμένοι είναι κοντά μας, μένουν συχνά στο ίδιο σπίτι με εμάς, φυλάνε τα παιδιά μας κι όλα αυτά πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη όταν παίρνουμε αποφάσεις που αφορούν τα σχολεία.
Θα έχουν ελευθερία κινήσεων όσοι έχουν ήδη νοσήσει;
Ο κ. Τσιόδρας έκανε αναφορά σε έναν σοβαρό προβληματισμό που απασχολεί την διεθνή επιστημονική κοινότητα και αφορά τους ανθρώπους που νόσησαν και κατά πόσο αυτοί θα μπορούν να έχουν μία ελευθερία κινήσεων στο εξής.
«Με δεδομένη τη «γνώση» και όχι τα σαφή επιστημονικά δεδομένα ότι η ανοσία κρατάει τουλάχιστον για ένα έτος, κάτι το οποίο δεν μπορούμε να πούμε προς το παρόν, το πόσο ισχυρή είναι η ανοσία κάποιου που έχει περάσει τον κορονοϊό, μπορεί να μην είναι το ίδιο για κάποιον που έχει νοσήσει ελαφρά ή κάποιον που έχει νοσήσει χωρίς συμπτώματα». Αυτό που ξεκαθάρισε ο κ. Τσιόδρας είναι ότι δεν θέλουμε να υπάρξει μια ψευδής αίσθηση ασφάλειας.