Ανησυχητικές διαστάσεις λαμβάνει στην Ελλάδα το λαθρεμπόριο τσιγάρων, όπως προκύπτει από τα πρώτα συμπεράσματα έρευνας που διεξάγει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Βάσει των οικονομετρικών αναλύσεων του ΚΕΠΕ, η πρόβλεψη για το 2013 είναι ότι το λαθρεμπόριο τσιγάρων θα ξεπεράσει το 23%.
Σύμφωνα με έρευνα άδειων πακέτων της AC Nielsen (που χρησιμοποίησε ως πηγή δεδομένων το ΚΕΠΕ) η κατανάλωση λαθραίων τσιγάρων (τσιγάρων για τα οποία δεν αποδίδονται φόροι στο κράτος) από 7,3% το 2010, ανήλθε στο 11,1% το 2011 και στο 14,5% το 2012.
Σύμφωνα με την ανάλυση δεδομένων από επίσημους φορείς, όπως η ΕΛΣΤΑΤ και το υπουργείο Οικονομικών, η κατανάλωση λαθραίων τσιγάρων έφτασε το 12,6% το 2010 και το 15,9% το 2011, για να διαμορφωθεί στο 18,8% το 2012.
Ως αποτέλεσμα, η μείωση των εσόδων του κράτους από τη φορολόγηση των τσιγάρων από τα 3,04 δισ. ευρώ το 2011 διαμορφώθηκε στα 2,71 δισ. ευρώ το 2012 (μείωση 11%), ενώ για το 2013 αναμένεται περαιτέρω πτώση εσόδων.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, που επικαλείται στην έρευνα το ΚΕΠΕ, οι απώλειες θέσεων εργασίας στο λιανεμπόριο φτάνουν έως και τις 2.000 για το έτος 2012. Ταυτόχρονα το ΚΕΠΕ εκτιμά ότι έχουν δημιουργηθεί τουλάχιστον 4.000 αδήλωτες θέσεις εργασίας στο παραεμπόριο λαθραίων τσιγάρων.
Πολύ υψηλός είναι επίσης ο βαθμός λειτουργίας της χώρας ως διαμετακομιστικό κέντρο λαθραίων τσιγάρων προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το ΚΕΠΕ υπολογίζει ότι το 70% με 75% των λαθραίων τσιγάρων που εισέρχονται στην Ελλάδα προωθείται στο εξωτερικό.
Από την οικονομική ανάλυση που διενήργησε το ΚΕΠΕ αναδεικνύονται τρία βασικά αίτια αύξησης του λαθρεμπορίου:
α) Οι ιδιαίτερα υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, οι οποίοι είναι οι υψηλότεροι στην Ευρώπη με αναλογία 87,5% επί της τελικής τιμής, έναντι 80% κατά μέσο όρο στην ΕΕ-25.
β) Η μικρή διαφορά τιμής ανάμεσα στα ακριβά και φτηνά τσιγάρα, ειδικά μετά την αλλαγή στη δομή των φόρων τον Νοέμβριο του 2012 η οποία επηρέασε περισσότερο τα πιο φτηνά τσιγάρα.
γ) Το συνεχώς συρρικνούμενο εισόδημα των πολιτών λόγω της οικονομικής κρίσης.
Τέλος, παρατηρείται αύξηση της ελαστικότητας ζήτησης των τσιγάρων (ως προς την τιμή) με αποτέλεσμα η αύξηση της φορολόγησης των καπνικών προϊόντων να επιφέρει μεγαλύτερη μείωση της νόμιμης κατανάλωσης και περαιτέρω πτώση των κρατικών εσόδων.