Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) ακύρωσε άδεια κατεδάφισης παλιάς οικοδομής σε παραδοσιακό νησιώτικο οικισμό καθώς και την οικοδομική άδεια για ανέγερση νέας διώροφης κατοικίας στη θέση της.
Οι ιδιοκτήτες είχαν ζητήσει τις σχετικές άδειες και το Συμβούλιο Χωροταξίας Οικισμού Περιβάλλοντος (ΣΧΟΠ) Κυκλάδων δεν ενέκρινε αρχικά την κατεδάφιση επειδή το παλαιό κτίσμα παρουσίαζε ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία και έκρινε ότι έπρεπε να ανακατασκευαστεί και να ενσωματωθεί στη νέα μελέτη των ιδιοκτητών. Αργότερα, ύστερα από άλλη μελέτη, ενέκρινε τις δυο άδειες, τις οποίες προσέβαλε στο ΣτΕ ιδιοκτήτης γειτονικού ακινήτου υποστηρίζοντας ότι οδηγούν σε ανέγερση κτίσματος μεγαλύτερου σε διαστάσεις και ύψος, περιορίζοντας τη θέα και αλλοιώνοντας τη φυσιογνωμία του οικισμού.
Το ΣτΕ έκανε δεκτή την αίτηση ακύρωσης και έκρινε πλημμελείς τις κρίσεις του ΣΧΟΠ Κυκλάδων. Το δικαστήριο αναφέρει ότι σε περίπτωση ανακατασκευής οικοδομής ή κατασκευής νέας οικοδομής σε ακίνητο όπου προϋπήρχε κτίσμα το οποίο κατεδαφίστηκε σε παραδοσιακό οικισμό, η νεότερη οικοδομή εντάσσεται στον παραδοσιακό οικισμό ως μέρος ενός συνόλου, τόσο ως προς τον όγκο όσο και ως προς το ύψος, ώστε να μην διαταράσσεται η σχέση της με τα γειτονικά ακίνητα λαμβάνοντας υπόψη τη στάθμη του φυσικού εδάφους, αλλά και τη συνολική φυσιογνωμία του παραδοσιακού οικισμού, δεδομένου ότι συχνά οι οικισμοί των Κυκλάδων (το ακίνητο βρίσκεται στην Τήνο) έχουν αμφιθεατρική διάταξη.
Η κρίση του ΣΧΟΠ Κυκλάδων είναι πλημμελής, σύμφωνα με το ΣτΕ, επειδή δεν εξέφερε ειδική αιτιολογία για την ανάγκη κατεδάφισης και ανέγερσης νέας οικοδομής σε σχέση με τα όμορα ακίνητα, αφού υπήρχε διαφορά σημαντική σε όγκο και ύψος και είχε εντονότερη υποχρέωση να εκφέρει ειδική αιτιολογία λόγω και της αρχικής του αρνητικής γνωμοδότησης. Η υπόθεση παραπέμπεται προς νέα νόμιμη κρίση στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.