Ρεπορτάζ στις «Μανωλάδες» της Κρήτης έκανε η Huffington Post. Στο κείμενό της αναφέρεται στο δύσκολο αγώνα που δίνουν τόσο οι Έλληνες λόγω της ύφεσης όσο και εκείνοι που έρχονται στην Ελλάδα για να εργαστούν.
Ακολουθεί μεταφρασμένο το κείμενο
Οι πρόσφατοι πυροβολισμοί εναντίον αλλοδαπών εργατών στη Μανωλάδα μπορεί να σόκαραν τους Έλληνες αλλά κατέδειξαν για ακόμη μια φορά την μοίρα εκατοντάδων ξένων που έρχονται κάθε χρόνο να δουλέψουν στα ελληνικά χωράφια.
Με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία μπαίνει στον 5ο χρόνο ύφεσης και οι Έλληνες υποφέρουν από περικοπές μισθών, βαριά φορολογία και την υψηλότερη ανεργία στην Ευρωζώνη, η ζωή για όλους και ακόμα πιο πολύ για τους μετανάστες γίνεται όλο και πιο σκληρή εν μέσω ρατσιστικών επιθέσεων και πτώση του βιοτικού επιπέδου.
Περίπου 550. 000 εργαζόμενοι από τα 4 εκ. του εργατικού δυναμικού της χώρας απασχολείται στην γεωργία και το 95% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων της Ελλάδα ανήκει σε μικροκαλλιεργητές. Κάθε χρόνο χιλιάδες αλλοδαποί εργάτες προσλαμβάνονται στα χωράφια και τα θερμοκήπια της Ελλάδας, η παραγωγή των οποίων αντιστοιχεί στο 3%του ΑΕΠ.
Τα μισά από τα θερμοκήπια της χώρας – η έκταση των οποίων είναι 51.360τ.μ. – βρίσκονται στην Κρήτη και τα περισσότερα – κάπου 17.000 τμ – είναι συγκεντρωμένα στην Ιεράπετρα, μια μικρή πόλη 27.000 κατοίκων στα νοτιαανατολικά του νομού Λασιθίου.
Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 10.000 αλλοδαποί εργάτες απασχολούνται κάθε χρόνο σε γεωργικες εργασίες στο νομό. Συχνά δεν έχουν χαρτιά και ζούνε σε πρωτόγονες συνθήκες.
Ο Σαλίμ είναι 25 χρονών. Ήρθε παράνομα από το Πακιστάν στην Ελλάδα το 2009, αφού πλήρωσε 2.000 δολάρια σε Τούρκους λαθρεμπόρους.
Έφτασε στην Ιεράπετρα πριν 2 χρόνια για να δουλέψει στα θερμοκήπια. Όταν ξεκίνησε, έβγαζε περίπου 17 ευρώ την ημέρα αλλά τώρα δυσκολεύεται να επιβιώσει. Έχει να πληρωθεί τέσσερις μήνες.
Μένει σε ένα παλιό σπίτι μαζί με άλλους δύο συμπατριώτες του. Η μυρωδιά από μούχλα και χαλασμένο φαγητό είναι έντονη. Δεν υπάρχει τουαλέτα στο σπίτι και οι τρεις άντρες χρησιμοποιούν ως πρόχειρη τουαλέτα ένα ερειπωμένο κτίσμα.
Κάθε μήνα πληρώνουν 100 ευρώ ενοίκιο για να ζουν υπό αυτές τις συνθήκες.
Ο Σαλίμ μας δείχνει έναν από τους συγκάτοικους του- έναν αδύνατο νεαρό με το βλέμμα καρφωμένο στο πάτωμα.
«Το αφεντικό του υποσχέθηκε να τον πληρώσει 15 ευρώ την ημέρα για να δουλεύει στα θερμοκήπια. Δούλεψε ένα χρόνο και ακόμα δεν τον έχει πληρώσει. Όταν πήγαμε σπίτι του να ζητήσουμε τα λεφτά, φώναζε και απείλησε να φωνάξει την Αστυνομία».
Τα θερμοκήπια χρειάζονται φτηνό εργατικό δυναμικό για να λειτουργήσουν. Οι συνθήκες είναι σκληρές και οι θερμοκρασίες μέσα αγγίζουν τους 40-45 βαθμούς. Το νόμιμο μεροκάματο είναι 33 ευρώ αλλά οι αλλοδαποί εργάτες ποτέ δεν πληρώνονται πάνω από 15 ευρώ. Συχνά δεν πληρώνονται καθόλου. Ο εργοδότης αρνείται να δώσει μισθούς και απειλεί να φωνάξει την αστυνομία.
Τα αφεντικά θέλουν εργάτες χωρίς χαρτιά, λέει ο Σαλίμ. Όταν τελειώσει η δουλειά φωνάζουν την αστυνομία. Πρέπει να κρατάς το στόμα σου κλειστό αν θέλεις να επιβιώσεις.
Ακόμα και σε εποχές κρίσης, οι νεαροί Έλληνες προτιμούν να περιμένουν να βρουν εργασία σε κάτι που να ανταποκρίνεται στα προσόντα και στις σπουδές τους-ή ακόμα και να μεταναστεύσουν-παρά να δεχτούν κάποια κακοπληρωμένη δουλειά και χωρίς κοινωνικό αντίκρισμα. Οι γεωργοί στηρίζονται στους χαμηλόμισθους ξένους εργάτες για να δουλέψουν τα χωράφια τους.
Η οικονομική κρίση έχει κάνει την κατάσταση χειρότερη. Καθώς οι τιμές των λιπασμάτων και των καυσίμων τριπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια, και το κόστος μεταφοράς των προϊόντων είναι πολύ υψηλό, οι παραγωγοί ισχυρίζονται ότι για να επιβιώσουν πρέπει να κόψουν μισθούς.
Οι τιμές έχουν ανέβει πολύ τα τελευταία χρόνια και πλέον δύσκολα επιβιώνουμε, λέει ο Μανώλης, παραγωγός στην κεντρική λαϊκή αγορά της Ιεράπετρας. «Οι συνθήκες της δουλειάς στα θερμοκήπια είναι σκληρές και δεν βρίσκεις Έλληνα να δουλέψει εκεί για 20 ευρώ. Εγώ δουλεύω με ξένους και δεν έχω προβλήματα-αυτοί που έχουν προβλήματα είναι αυτοί που τους τρώνε τα λεφτά και δεν πληρώνουν».
«Οι ξένοι δεν είναι ευπρόσδεκτοι εδώ», λέει η Κατερίνα μια γυναίκα γύρω στα 50 και ιδιοκτήτρια ταβέρνας στο κέντρο της Ιεράπετρας. Αν και η ίδια είναι εδώ και 20χρόνια παντρεμένη με ξένο υπήκοο, ακόμα νιώθει τον ρατσισμό των ντόπιων καθώς όπως ισχυρίζεται όποιος μπλέκει με ξένους είναι δακτυλοδεικτούμενος στην Ιεράπετρα.
Οι δύο κοινότητες–αλλοδαποί και ντόπιοι- παραμένουν αυστηρά χωρισμένες. Οι αλλοδαποί εργάτες–κυρίως από την Νότια Ασία- ζουν κρυμμένοι σε χαμόσπιτα και παράγκες έξω από την Ιεράπετρα και έρχονται με το φως στης ημέρας στην πόλη ελπίζοντας να βρουν κάποια δουλειά.
Για την Κατερίνα, οι συνθήκες που εργάζονται ισοδυναμούν με σκλαβιά.
«Όλοι γνωρίζουν τι γίνεται αλλά κανείς δεν μιλάει. Οι πακιστανοί εδώ ζουν χειρότερα και από τα ζώα» λέει. «Τους κυνηγάνε και τους βρίζουν. Τους κατηγορούν για τα πάντα, από το ότι βιάζουν γριές μέχρι το ότι τρώνε τους σκύλους. Είναι εύκολος στόχος, ένα κάποιος ντόπιος θέλει να διασκεδάσει πάει και δέρνει Πακιστανούς».
Μόλις πριν 2 μήνες, στη Βάινα, ένα μικρό χωρίο βόρεια της Ιεράπετρας, μια συμμορία δέκα ανδρών επιτέθηκε με ξύλα και σιδερολοστούς σε τρεις Πακιστανούς εργάτες.Οι δράστες ανήκαν σύμφωνα με την αστυνομία στο νέο-ναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής, που είχε κερδίσει 18 έδρες στις τελευταίες εκλογές του Ιουνίου. Το περιστατικό αυτό ήταν συνέχεια μιας σειράς από ρατσιστικές επιθέσεις που είχαν συγκλονίσει την κοινωνία του Λασιθίου τους τελευταίους μήνες.
«Οι ξένοι αποκλείονται από ότι έχει σχέση με την τοπική κοινότητα είτε μένουν εδώ χρόνια με χαρτιά είτε παράνομα» λέει η Αλεξία μια δασκάλα που ζει στην Ιεράπετρα εδώ και 5 χρόνια. «Πριν τρία χρόνια ξεκινήσαμε ένα στέκι μεταναστών όπου διδάσκαμε ελληνικά και οργανώναμε δραστηριότητες. Παρά τη μεγάλη συμμετοχή των αλλοδαπών, αναγκαστήκαμε να κλείσουμε γιατί η τοπική κοινωνία ήταν πολύ εχθρική απέναντι στο εγχείρημα».
Η Ελλάδα δεν έχει δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα ασύλου. Υπάρχει μια πολυνομία–εδικά σε ότι αφορά τους αλλοδαπούς και οι προϋποθέσεις για τις άδειες είναι τόσο πολύπλοκες και ασαφείς που ακόμα και εμείς οι δικηγόροι δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε λέει ο Εμμανουήλ Ανδρουλιδάκης, δικηγόρος στο Ηράκλειο που ασχολείται με το δίκαιο αλλοδαπών. «Οι υπηρεσίες έχουν ένα υφέρποντα ρατσισμό από το πώς θα συμπεριφερθούν στον αλλοδαπό μέχρι το πόσο θα τον εξυπηρετήσουν».
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, από τις 45,089 αιτήσεις ασύλου που κατατέθηκαν στην τριετία 2009-2012, μόνο 1545 έγιναν δεκτές. Διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν συχνά καταδικάσει την Ελλάδα για τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους αλλοδαπούς μετανάστες και τους πρόσφυγες.
«Σίγουρα παρατηρείται αύξηση ρατσισμού και επιθέσεων στην Ελλάδα αλλά εδώ στην Κρήτη η ρατσιστική βία είναι περιθωριακό φαινόμενο», υποστηρίζει η Εμμανουέλα Τσατσάκη, κοινωνικός λειτουργός του Δήμου του Ηρακλείου.
«Σε επίπεδο δημοτικής αρχής κάνουμε πολλές προσπάθειες να συμπεριλάβουμε τους αλλοδαπούς που διαμένουν νόμιμα στη χώρα στα κοινά-όπως για παράδειγμα μέσω του Συμβουλίου Ένταξης Μεταναστών ή με την παροχή υπηρεσιών σε όσους έχουν ανάγκη, ασχέτως της καταγωγής τους».
Η κ. Τσατσάκη επιμένει πως μπορεί η οικονομική κρίση να έκανε τον κόσμο καχύποπτο απέναντι στους ξένους αλλά η αλληλεγγύη είναι ακόμα ισχυρή. «Σίγουρα θα ακούσεις ανθρώπους να λένε ότι όταν ο Δήμος μοιράζει τρόφιμα στους φτωχούς, αυτά θα πρέπει να διανέμονται μόνο σε Έλληνες, αλλά αν πας στις γειτονιές θα δεις ότι ο ένας βοηθάει τον άλλο».
Αυτό φαίνεται να συμβαίνει στα Ανώγεια – ένα ορεινό χωριό 36 χλμ δυτικά του Ηρακλείου, όπου το 2000 το Κέντρο υποδοχής Ασυνόδευτων Ανήλικων προσφύγων άνοιξε τις πόρτες του, χρηματοδοτούμενο από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων.
Από τότε, σχεδόν 300 ανήλικοι πρόσφυγες–κυρίως από το Αφγανιστάν αλλά τελευταία και από το Πακιστάν, Συρία και αφρικανικές χώρες- έχουν περάσει από το Κέντρο όπου μαθαίνουν ελληνικά, πάνε σχολείο και τους παρέχεται ψυχοκοινωνική υποστήριξη.
Η ιστορία του Αχμέτ είναι χαρακτηριστική χιλιάδων ανηλίκων, όταν – οκτώ χρόνια πριν – στην ηλικία των 14ετών, εγκατέλειψε το Αφγανιστάν για μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη. Η οικογένεια του δανείστηκε από τοκογλύφους 3000 δολάρια τα οποία πλήρωσε σε ντόπιους λαθρεμπόρους για να περάσει ο Αχμέτ μέσω Ιράν στην Τουρκία με τα πόδια. Όταν έφτασαν στην Τουρκία, οι λαθρέμποροι τον έβαλαν σε μια φουσκωτή πλαστική βάρκα και μαζί με άλλους πέντε πρόσφυγες ξεκίνησαν για τη Χίο.
Ύστερα από τρεις μέρες στα παγωμένα νερά του Αιγαίου χωρίς τροφή και νερό, τους συνέλαβαν οι ελληνικές αρχές. Μετά από μια σύντομη παραμονή στη φυλακή, αφέθηκε ελεύθερος με διαταγή να εγκαταλείψει την χώρα σε ένα μήνα. Ο Αχμέτ ήρθε στην Αθήνα όπου επί οκτώ μήνες κοιμόταν στο Πεδίο του Άρεως και έτρωγε στα συσσίτια της Εκκλησίας.
Με τη βοήθεια του Ελληνικού Τμήματος της Ύπατης αρμοστείας του ΟΗΕ, έκανε αίτηση ασύλου και στάλθηκε στο Κέντρο Ανηλίκων στα Ανώγεια.
«Όταν πρωτοήρθα εδώ, δεν έβγαινα από το δωμάτιο μου. Καθόμουν όλη μέρα μέσα και κοιτούσα το ταβάνι», θυμάται ο Αχμέτ, 23 ετών σήμερα. Τελικά με τη βοήθεια του ψυχολόγου του Κέντρου, ξαναβρήκε την όρεξη για ζωή.
«Εδώ έχω φίλους και η ζωή μου δεν είναι άσχημη αν και υπάρχουν και εδώ άνθρωποι που δεν θέλουν να βλέπουν ξένους να προοδεύουν» λέει και διηγείται πως μια παρέα ντόπιων από το χωριό του έσκισε τα λάστιχα στο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο που μόλις είχε αγοράσει.
Το παλιό του αφεντικό σε ένα ντόπιο τυροκομείο, ακόμα του χρωστάει μισθού 8000 ευρώ για τα 4 χρόνια που εργάστηκε εκεί.
Παρόλα αυτά ο Αχμέτ δεν θέλει να φύγει από την Ελλάδα. Το όνειρο του είναι να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια. Όμως κάθε επαφή με τα κορίτσια του χωριού απαγορεύεται αυστηρά, καθώς οι ντόπιοι δεν επιτρέπουν στους ξένους να πλησιάζουν τα κορίτσια. Ο Αχμέτ ακόμα περιμένει την απάντηση της πολιτείας για την αίτηση χορήγησης πολιτικού ασύλου.
Ο Γιάννης, ένας24χρονος Αφγανός που θέλει να τον φωνάζουν με το ελληνικό του όνομα, έφτασε στα Ανώγεια πριν 7 χρόνια. Πλήρωσε λαθρέμπορους στο Ιράν για να τον κρύψουν στο χώρο αποσκευών ενός λεωφορείου που θα διέσχιζε την Τουρκία. Από κει τον στοίβαξαν μαζί με δέκα ακόμα άτομα και τρία ανήλικα παιδιά, σε ένα παλιό ψαροκάικο με προορισμό την Μυτιλήνη. Όπως και ο Αχμέτ, κατέληξε τελικά να κοιμάται στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα και να τρώει από τα συσσίτια. Τελικά με τη μεσολάβηση του ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, ήρθε στο κέντρο των Ανωγείων.
Υποστηρίζει ότι η ζωή στα Ανώγεια είναι πολύ καλύτερη σε σχέση με τις άλλες πόλεις της Κρήτης. «Ο δήμαρχος μας προσέχει και οι κάτοικοι ακολουθούν το παράδειγμα του».
«Τα παιδιά είναι ενταγμένα στην τοπική κοινωνία», λέει η Μαρίνα Σταυρακάκη, προϊσταμένη της μονάδας των Ανωγείων. « Μαθαίνουν ελληνικά, κάποια παρακολουθούν το τοπικό λύκειο και άλλα μαθαίνουν τέχνες. Δουλεύουν και δεν ενοχλούν κανέναν. Όμως το κράτος αρνείται να τους παράσχει άσυλο». Από τα 280 παιδιά που έχουν μείνει στο Κέντρο από την αρχή της λειτουργίας του, μόνο σε πέντε έχει χορηγηθεί άσυλο.
Σήμερα ο Μοχάμεντ είναι 22 ετών. Ύστερα από ένα μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι με τα πόδια, έφτασε από την Συρία στην Τουρκία και από κει στην Ελλάδα. Αφού έμεινε δυο μήνες σε κέντρο κράτησης έφτασε στα Ανώγεια.
«Εδώ έχω φίλους, καλό αφεντικό και ο κόσμος με αγαπάει και με προσέχει. Δεν θέλω να γυρίσω στη Συρία, εδώ είναι το σπίτι μου» λέει.
Αλλά ο Μοχάμεντ δεν μπορεί να κάνει σχέδια για το μέλλον. Χωρία χαρτιά κινδυνεύει να απελαθεί οποιαδήποτε στιγμή.
«Τα παιδιά έρχονται εδώ ταλαιπωρημένα και με πολλές τραυματικές εμπειρίες. Συχνά έχουν κατάθλιψη και πολλά συναισθηματικά προβλήματα εξαιτίας όσων έχουν περάσει-πόλεμος, ορφάνια,εκμετάλλευση» λέει η κ. Σταυρακάκη. «Τα βοηθάμε να χτίσουν μια νέα ζωή, αλλά χωρίς χαρτιά τι επιλογές έχουν;».