Yπάρχει στην Καλαμάτα ο δύστυχος αγρότης που ένα πρωί πήγε να δει τις καλλιέργειες του και ανακάλυψε πως το μόνο που είχε απομείνει ήταν ο… σκελετός απ’ το θερμοκήπιό του.
Υπάρχει και στην Κρήτη ο καλλιεργητής του Πλάτανου Γορτυνίας, που ένα βράδυ Τρίτης αναγκάστηκε, θέλοντας και μη, να αποχωριστεί ολόκληρη την παραγωγή του: το πρωί της Τετάρτης πήγε στο μποστάνι και διαπίστωσε πως του λείπουν… τέσσερις τόνοι καρπούζια.
Ο μόνος που μπορεί να τον καταλάβει είναι ο σύντεκνός του απ’ το Βιάννο της Κρήτης. Γιατί εκείνου του πήραν… τέσσερις τόνους αγγούρια. Οσο η κρίση βαθαίνει, τόσο πλαταίνει η κοίτη του σουρεαλισμού στον οποίο τσαλαβουτούν οι κάθε λογής απατεώνες.
Ο Γιάννης Αργυρίου το πρωί της προηγούμενης Κυριακής κατέβηκε απ’ το σπίτι του, να πάρει το αυτοκίνητό του. «Εβαλα μπροστά. Αλλά κάπως σαν να έγερνε το αυτοκίνητο. Βγαίνω έξω, και τρελαίνομαι!». Ο άνθρωπος δεν πίστευε στα μάτια του: απ’ τη μεριά που ήταν προς το πεζοδρόμιο, κάποιος είχε κλέψει τις δύο ρόδες μαζί με τα μπουλόνια, κι είχε ακουμπήσει το σασί σε δύο τούβλα από μπετόν. «Ηταν τόσο παράλογο, που άρχισα να γελάω», λέει ο κ. Αργυρίου. «Φυσικά, μετά που πλήρωνα τον γερανό και τον μηχανικό και το βουλκανιζατέρ, δεν γελούσα καθόλου».
Η κρίση προχωράει, και μαζί της τα αντικείμενα αποκτούν νέα αξία. «Μετακόμισα πριν από δύο εβδομάδες», περιγράφει η Μαρία Ηλιού. «Ηρθα από τα Πετράλωνα στο Νέο Ηράκλειο. Οταν φτάσαμε με το φορτηγό στο καινούργιο σπίτι, τότε μόνο κατάλαβα πως κάπου στον δρόμο χάσαμε ένα ολόκληρο κρεβάτι!». Η κ. Ηλιού χρειάστηκε αρκετό χρόνο για να καταλάβει τι είχε συμβεί.
«Το ανυψωτικό κατέβασε τα έπιπλα στο πεζοδρόμιο κι έφυγε για την αποθήκη, απ’ την οποία ο οδηγός θα έφερνε το φορτηγό. Στα δέκα λεπτά που έκανε να επιστρέψει, έμειναν τα πράγματα μόνα τους στον δρόμο. Κάποιος κιάλαρε το κρεβάτι του γιου μου και το βούτηξε, μαζί με το στρώμα!». Ο οδηγός της μεταφορικής εταιρείας δεν το πίστευε όταν κατάλαβε τι έχει συμβεί – «μα πώς το κουβάλησαν;».
Αλλά η αλλόκοτη κλοπή δεν είναι θέμα μεγέθους. Είναι θέμα στυλ. «Πήγα να πάρω το μηχανάκι μου να πάω στη δουλειά», λέει η Μ. Ορφανίδου, «και έλειπε η μανέτα. Ξέρετε τι είναι η μανέτα; Είναι το σιδεράκι αυτό που έχει και το ποδήλατο. Κάνει τρία ευρώ. Το πατάς με το χέρι και πιάνει το φρένο». Στην αρχή νόμιζε πως το φρένο κάπου χτύπησε και η μανέτα έπεσε μόνη της. «Αλλά όταν πήγα στο συνεργείο», λέει, «ο μηχανικός γελούσε, “σε κλέψανε, κοπέλα μου, ξύπνα!”, μου είπε. “Χθες μέχρι και μηχανάκι χωρίς αλυσίδα μού έφεραν. Κάποιος την πήρε απ’ το δίκυκλο έτσι όπως ήταν, με τα γράσα!”.
Είναι από αυτές τις κλοπές που δεν δηλώνονται ποτέ στην αστυνομία – αλλά, αν σου συμβούν, δεν τις ξεχνάς και ποτέ. Οπως κι αυτήν που περιγράφει στην Καθημερινή ο Στέλιος Κανάρας. Ο νεαρός δουλεύει delivery σε πιτσαρία και πριν από τρία βράδια έβαλε λουκέτο στο κουτί της μηχανής του. «Με είχαν βάλει στο μάτι. Φόρτωσα τρεις παραγγελίες και ξεκίνησα για την πρώτη, στο Κουκάκι. Κατέβηκα απ’ το μηχανάκι και, με την πρώτη παραγγελία στο χέρι, έψαχνα τα κουδούνια. Αλλά πουθενά το όνομα. Οταν γύρισα στο μηχανάκι, είδα το κουτί πίσω ανοιχτό». Όσο για το τι του έκλεψαν… «Τρεις πίτσες, μία καρμπονάρα, μια σεφ, μία καίσαρα και οκτώ μπίρες».