Αντισυνταγματικό είναι, σύμφωνα με απόφαση – «πιλότο» της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας το νομοθετικό πλαίσιο για τις προϋποθέσεις ίδρυσης, κατασκευής και λειτουργίας «σούπερ μάρκετ».
Ειδικότερα, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3900/2010) υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο ΣτΕ για το εάν είναι σύμφωνες ή όχι με το Σύνταγμα οι διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 2323/1995 και 3377/2005 που καθορίζουν το πλαίσιο ίδρυσης, κατασκευής κ.λπ. υπεραγορών λιανικού εμπορίου («σούπερ μάρκετ», κ.λπ.).
Το προδικαστικό ερώτημα ανέκυψε ύστερα από αίτηση ενός εκ των μεγαλυτέρων «σούπερ μάρκετ» που ζητούσε να ακυρωθεί: 1) Η πράξη του Νομαρχιακού Συμβουλίου Χανίων, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για τη χορήγηση άδειας επέκτασης του «σούπερ μάρκετ» σε περιοχή εκτός σχεδίου του Δήμου Ελευθερίου Βενιζέλου Χανίων (Λεωφόρος Χανίων – Μουρνιών) και 2) Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κρήτης, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της Ανώνυμης Εταιρείας που έχει το επίμαχο πολυκατάστημα και στρεφόταν κατά της ως άνω (1) επίμαχης απόφασης του Νομαρχιακού Συμβουλίου Χανίων.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, με την υπ’ αριθμ. 694/2013 απόφαση, υπογραμμίζει ότι το άρθρο 5 του Συντάγματος, το οποίο «κατοχυρώνει την ελευθερία ασκήσεως οικονομικής δραστηριότητας, κατοχυρώνει, μεταξύ άλλων, και την ελευθερία ιδρύσεως και εκμεταλλεύσεως εμπορικών καταστημάτων».
Ενόψει αυτού, συνεχίζουν οι Σύμβουλοι Επικρατείας, η διά νόμου υπαγωγή της οικονομικής δραστηριότητας της εκμετάλλευσης εμπορικών καταστημάτων σε «καθεστώς προηγουμένης διοικητικής αδείας συνιστά περιορισμό συνταγματικώς κατοχυρωμένης ελευθερίας, ο οποίος είναι ανεκτός κατά το Σύνταγμα, μόνον εάν η σχετική νομοθετική ρύθμιση δικαιολογείται από συγκεκριμένους λόγους δημοσίου συμφέροντος, καθορίζει σαφή και αντικειμενικού χαρακτήρα κριτήρια, βάσει των οποίων ασκείται η αρμοδιότητα της Διοικήσεως, δικαιολογείται επαρκώς από την ειδική φύση του αντικειμένου της ρυθμίσεως και κινείται εντός των ορίων που χαράσσει η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας».
Εξάλλου, προσθέτει η δικαστική απόφαση, «σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος, ο νομοθέτης οφείλει να ρυθμίζει, τη χωροταξική ανάπτυξη και την πολεοδομική διαμόρφωση της Χώρας κατά τρόπο, διασφαλίζοντας την τήρηση της αρχής της αειφορίας (βιώσιμης ανάπτυξης), βάσει ορθολογικού σχεδιασμού και κατ’ εκτίμηση, μεταξύ άλλων, της ιδιομορφίας, της φυσιογνωμίας και των αναγκών κάθε περιοχής».
Κατόπιν αυτών, η Ολομέλεια του ΣτΕ τονίζει ότι οι διατάξεις των άρθρων 10 των νόμων 2323/1995 και 3377/2005 προσκρούουν στις διατάξεις των άρθρων 5 και 24 του Συντάγματος.
Εξάλλου, επισημαίνουν οι δικαστές, «με τις διατάξεις του άρθρου 106 παράγραφοι 1 και 2 του Συντάγματος προβλέπεται μεν η λήψη μέτρων προγραμματισμού της εθνικής οικονομίας και αντιμετωπίσεως των ειδικών προβλημάτων της περιφέρειας, καθώς και η επιβολή συναφών περιορισμών στην ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα, τα μέτρα όμως αυτά και οι αντίστοιχοι περιορισμοί πρέπει να κινούνται εντός των ορίων που τάσσουν οι λοιπές συνταγματικές διατάξεις και αρχές και επομένως, οι διατάξεις αυτές των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 106 του Συντάγματος δεν μπορούν να καταστήσουν συνταγματικώς ανεκτό σύστημα αδειοδοτήσεως, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 5 παράγραφος 1 και 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος, όπως το εισαγόμενο με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 3377/2005 σύστημα, σύμφωνα με το οποίο ανατίθεται στη Διοίκηση ευρύτατη διακριτική ευχέρεια, χωρίς τούτο να δικαιολογείται από τη φύση του ρυθμιζόμενου αντικειμένου, βάσει κατά περίπτωση, ήτοι αποσπασματικών σταθμίσεων».
Άλλωστε, προσθέτουν οι δικαστές, «και αυτοτελώς κρινόμενο, δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθεί ως μέτρο προγραμματισμού, κατά την έννοια του άρθρου 106 παράγραφος 1 του Συντάγματος, σύστημα χορηγήσεως αδειών για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, το οποίο προβλέπει τη χορήγηση αδειών ύστερα από κατά περίπτωση, δηλαδή αποσπασματικές σταθμίσεις».
Τέλος, η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε τόσο την πράξη του Νομαρχιακού Συμβουλίου Χανίων όσο και την πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης.