Ο Γιάννης Κεσκελίδης, δεν «μένει» πια εδώ. Η αγαπημένη φιγούρα, ο μασίστας Σαμψών, που λύγιζε σίδερα, έσπαγε πέτρες και μάρμαρα πάνω στο σώμα του και τραβούσε φορτηγά, έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών.
«Δύσκολο πράγμα να σπας τις πέτρες στο στομάχι», ανέφερε ο ίδιος σε τηλεοπτική συνέντευξη που είχε δώσει. «Σήκωνα τάβλες, έσπαγα πέτρες και με φώναζαν έτσι. Είχα πολλά μαλλιά» λέει ο ίδιος…γι’ αυτό μ’ έλεγαν Σαμψών. Τα μαλλιά μου τα έχασα, επειδή έσπαγα πέτρες και ξύλα στο κεφάλι μου, απ’ τα ιώδια που έβαζα», συμπλήρωσε.
Γεννημένος στην Καλαμαριά, από οικογένεια Ποντίων, που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ασχολήθηκε από μικρός με τον αθλητισμό, ως αθλητής ελευθέρας πάλης, ενώ τις υπαίθριες επιδείξεις τις ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1950.
Με τα κατορθώματά του μεγάλωσαν πολλές γενιές στην χώρα…ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσαν μικροί και μεγάλοι. Δεν υπάρχει πάρκο και πλατεία που να μην έχει δώσει παράσταση, μεγαλύτεροι στην ηλικία που να μην τον θυμούνται σε κάποια παράσταση στον δρόμο ή σ’ ένα πέρασμα του από κάποια ελληνική ταινία και να νοσταλγούν την εποχή της νεότητας τους και μιας άλλης, δύσκολης μεν, αλλά πιο απλής ζωής.
Μια αποτύπωση του Σαμψών, ως μνήμη μιας νεότερης γενιάς, υπάρχει στο τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά «Ο Φώτης»:
«Θα ‘ρθω κάποια μέρα απ’ το γραφείο να σε πάρω απ’ τη δουλειά
Να πάμε βόλτα στο Θησείο στην αρχαία αγορά
Να μου πάρεις ένα γλειφιτζούρι
Και να δούμε τον Σαμψών
Να ματώνεται στην πέτρα της ζωής των αλλονών…».
Την προσεχή Τρίτη 28 Μαΐου, θα τελεστεί η κηδεία από το νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου.