Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας εντόπισε αύξηση των περιστατικών ρατσιστικής βίας κατά το 2018, ιδίως κατά προσφύγων και μεταναστών, με ταυτόχρονη διεύρυνση του προφίλ των δραστών και αύξηση των συμβάντων στα οποία συμμετείχαν ως δράστες ένστολοι ή δημόσιοι λειτουργοί. Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 117 περιστατικά με περισσότερα από 130 θύματα το 2018, έναντι 102 περιστατικών το 2017.
Όπως εξήγησε κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης η βοηθός συντονίστρια του Δικτύου, Τίνα Σταυρινάκη, το 2017 διαπιστώθηκε η συνύπαρξη αντίρροπων τάσεων εντός της ελληνικής κοινωνίας, όπως η επέκταση από τη μία του δικτύου φιλοξενίας προσφύγων στους δήμους και η ενίσχυση, από την άλλη, της ξενοφοβικής ρητορικής και κάποιων ακραίων εκδηλώσεων, ενώ το 2018 αυτή η ισορροπία φαίνεται ότι διερράγη περισσότερο.
Η κ. Σταυρινάκη συνέδεσε την αύξηση των περιστατικών αυτών με την πολιτική πόλωση σε οικουμενικό επίπεδο ως προς το ζήτημα της υποδοχής των προσφύγων και μεταναστών, σε συνδυασμό με εθνικούς και τοπικούς παράγοντες διαμόρφωσης της κατάστασης στην Ελλάδα. «Παράλληλα, με την απενοχοποίηση των φοβικών αντιλήψεων για το διαφορετικό, η βία βρίσκει περισσότερη υποστήριξη», συμπλήρωσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μαεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σε 74 περιστατικά στοχοποιήθηκαν πρόσφυγες ή μετανάστες, λόγω εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή χρώματος, καθώς και υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εξάλλου, η κ. Σταυρινάκη σημείωσε την ανησυχία της για την επικείμενη λειτουργία του τεμένους στην Αθήνα, καθώς «είναι εύκολος στόχος» και εξέφρασε επίσης την πεποίθησή της ότι η Αστυνομία θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα.
Επίσης, σε έξι περιστατικά στοχοποιήθηκαν Έλληνες πολίτες, που, λόγω χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, θεωρούνται «ξένοι». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα νεαρής γυναίκας νιγηριανής καταγωγής που δέχτηκε λεκτική επίθεση από δημόσιο υπάλληλο της εφορίας εν ώρα εξυπηρέτησης, καθώς η υπάλληλος πίστευε ότι το θύμα είχε ψεύτικο ελληνικό δελτίο ταυτότητας και της φώναζε ότι «δεν είναι Ελληνίδα, αφού δεν έχει ελληνικό αίμα και να πάει πίσω στη χώρα της».
Στην ετήσια έκθεση του Δικτύου καταγράφονται 27 περιστατικά κατά ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, μεταξύ των οποίων και ένα περιστατικό βιασμού. Διαπιστώνεται μείωση των επιθέσεων και εκφράζεται η ανησυχία από τις οργανώσεις εάν τα θύματα καταγγέλλουν τις επιθέσεις, φαινόμενο που προβληματίζει τους φορείς σε όλη την Ευρώπη.
Την ίδια ώρα, τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα γίνονται στόχος μας ευρείας κατηγορίας δραστών, η οποία περιλαμβάνει οργανωμένες ομάδες, γείτονες, απλούς πολίτες, δημόσιους υπαλλήλους και ένστολους, ακόμα και μέλη της οικογένειάς τους. Η πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών, Μαρίνα Γαλανού, υπογράμμισε ότι οι τρανσφοβικές επιθέσεις συνδέονται με τη νομοθεσία για την αλλαγή της ταυτότητας φύλου, επισημαίνοντας ότι το διάστημα μεταξύ του αιτήματος και της μεταβολής εγγράφων είναι πολύ μεγάλο, στη διάρκεια του οποίου παρουσιάζονται στρεβλές εφαρμογές του νόμου με ρατσιστικό υπόβαθρο.
Σταθερός παραμένει ο αριθμός των αντισημιτικών περιστατικών. Σε εννιά περιστατικά στοχοποιήθηκαν εβραϊκοί χώροι και σε ένα περιστατικό άτομο λόγω εκπαιδευτικής δράσης κατά του αντισημιτισμού ή νομιζόμενης θρησκείας.
Κατά δήλωση των θυμάτων, οι δράστες είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες και άνδρες, ενώ σε εννιά περιστατικά οι δράστες ήταν ανήλικοι. Οι δράστες των επιθέσεων ανήκουν σε τρεις κατηγορίες. Κατά τη διάρκεια του 2018, ενισχύθηκε περαιτέρω η δράση των ομάδων και των ακραίων. Επίσης, συναντώνται οι ευκαιριακοί δράστες, που «ξεσπούν» με αφορμή κάποια διαφωνία, και στην κατηγορία αυτή ανήκουν περιστατικά που τελούνται από επαγγελματίες των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς ή γείτονες προσφύγων.
Η τρίτη κατηγορία αφορά σε άτομα που δεν προβαίνουν σε βία άμεσα, αλλά στην ουσία την επιδοκιμάζουν ή τη διευκολύνουν.
Το Δίκτυο εντόπισε σημαντική αύξηση των καταγραφών περιστατικών με δράστες ή εμπλεκόμενους ένστολους και στη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών τα θύματα κατήγγειλαν στο Δίκτυο σωματική βία σε δημόσιο χώρο, αλλά και εντός αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας. Επίσης, καταγράφηκαν περιστατικά στα οποία εμπλέκονται δημόσιοι λειτουργοί ή εργαζόμενοι σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τα οποία μαρτυρούν την έλλειψη ανεκτικότητας έναντι της διαφορετικότητας και τη δημιουργία κλίματος παρενόχλησης, ιδίως για τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ.
Εκτός από τη διεύρυνση της βάσης του ρατσισμού, σημειώνεται και ευρεία διασπορά των φαινομένων σε επίπεδο περιοχών και πόλεων, αν και η πλειοψηφία των περιστατικών λαμβάνουν χώρα στην Αττική, αλλά και στους χώρους τέλεσης, καθώς τα περισσότερα γίνονται σε δημόσιους χώρους. Περιστατικά σημειώθηκαν και σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, σούπερ μάρκετ, αεροδρόμια, πανεπιστήμια, χώρους εργασίας, εστιατόρια και δημόσιες υπηρεσίες. Επίσης, εντοπίζεται βία σε δρόμους ευρείας κυκλοφορίας, κυρίως κατά τρανς ανθρώπων.
Τα θύματα ήταν στην πλειοψηφία τους άνδρες, ενώ εμμένει η τάση στοχοποίησης της ηλικιακής ομάδας 18-30.
Χαιρετίζοντας την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης, η γενική γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Γιαννακάκη, παρέθεσε μια σειρά πρωτοβουλιών που έχει λάβει το υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως η γεωγραφική επέκταση του ορισμού ειδικών εισαγγελέων για το ρατσιστικό έγκλημα, η εκπαίδευση εισαγγελέων και δικαστών στο ρατσιστικό έγκλημα από τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και ο χαρακτηρισμός των δικογραφιών για το ρατσιστικό έγκλημα με ειδική ένδειξη.
Σημειώνεται ότι το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας δημιουργήθηκε το 2011 με πρωτοβουλία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και, σήμερα, αποτελείται από 46 φορείς της κοινωνίας των πολιτών.