Έκκληση προς τον υπουργό Δικαιοσύνης να τροποποιήσει τον ορισμό του βιασμού στον νέο ποινικό κώδικα (άρθρο 336) έτσι ώστε να βασίζεται στην έλλειψη της συναίνεσης, εναρμονίζοντάς τον με τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, απευθύνει το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας.
Μάλιστα, η Διεθνής Αμνηστία κατέθεσε σήμερα το υπόμνημα στο υπουργείο Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για τον νέο ποινικό κώδικα.
Επιπλέον, όπως υπογραμμίστηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, «οι τροποποιήσεις που προτείνονται από την ελληνική κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζουν τις ανεπάρκειες της νομοθεσίας».
Συγκεκριμένα, «η Διεθνής Αμνηστία είναι εξαιρετικά ανήσυχη, ότι τόσο η τωρινή διατύπωση του άρθρου 336, όσο και η προτεινόμενη τροποποίηση επικεντρώνονται στην αντίσταση και στη βία, παρά στην έλλειψη ελεύθερα δοθείσης συναίνεσης – αξιολογούμενης στο πλαίσιο των περιστάσεων – όπως απαιτείται από το διεθνές δίκαιο και πρότυπα.
«Ήδη από το 2017, η Διεθνής Αμνηστία έχει ξεκινήσει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μία εκστρατεία με βάση την οποία ζητάει από τις κυβερνήσεις να περάσει στη νομοθεσία τους ο νομικός ορισμός του βιασμού, που να στηρίζεται στη συναίνεση, κι όχι απλά και μόνο στην άσκηση φυσικής βίας ή οποιαδήποτε άλλη μορφή βίας», επισήμανε μεταξύ άλλων, ο διευθυντής του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, Γαβριήλ Σακελλαρίδης. «Είναι μία καλή ευκαιρία και για την ελληνική κυβέρνηση, να περάσει αυτή τη στιγμή και με βάση τις υποχρεώσεις που έχει και απορρέουν κι από τη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, την αλλαγή στο νομικό ορισμό του βιασμού – και να γίνεται αυτό με βάση τη συναίνεση», κατέληξε ο κ. Σακελλαρίδης.
Από την πλευρά της, η υπεύθυνη εκστρατειών της οργάνωσης, Ειρήνη Γαϊτάνου, σημείωσε: «Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα να τροποποιηθεί το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα και να εναρμονιστεί η χώρα μας με τις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις σε ό,τι αφορά τον ορισμό του βιασμού. Η πρόταση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση στα πλαίσια της αναθεώρησης του ελληνικού ποινικού κώδικα, είναι ακόμα χειρότερη από το ισχύον άρθρο 336, και συνιστά οπισθοχώρηση για τα δικαιώματα των γυναικών. Έτσι, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ως βάση συζήτησης. Ζητάμε να αποσυρθεί, και το τελικό σχέδιο νόμου να περιλαμβάνει έναν ορισμό του βιασμού που θα έχει στο επίκεντρο τη συναίνεση. Παράλληλα, η νέα νομοθεσία θα πρέπει να περιλαμβάνει την παροχή ενός ολοκληρωμένου ορισμού του βιασμού, τον σαφή ορισμό των ποινών και των επιβαρυντικών περιστάσεων, ενώ θα πρέπει να παράσχει και συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της».
«Οι διεθνείς συνθήκες προκρίνουν τον ορισμό του βιασμού με βάση τη συναίνεση, αναγνωρίζοντας ότι η σεξουαλική βία συνιστά παραβίαση της σεξουαλικής αυτονομίας και της σωματικής ακεραιότητας του ατόμου» συνέχισε η κ. Γαϊτάνου. «Η Ελλάδα δεσμεύεται από τις συνθήκες αυτές, για την υιοθέτηση ενός τέτοιου ορισμού. Επιπλέον, τα τραγικά περιστατικά που έχουν έρθει στη δημοσιότητα το τελευταίο διάστημα, τα εξαιρετικά ποσοστά ατιμωρησίας του βιασμού, το πολύ χαμηλό ποσοστό καταγγελιών αλλά και ο αγώνας των επιζήσασων ενός βιασμού, επιτάσσουν μια τέτοια νομοθετική αλλαγή, η οποία θα πυροδοτήσει μια ευρύτερη κοινωνική συζήτηση, με στόχο τη συμβολή στην αλλαγή ατομικών και κοινωνικών συμπεριφορών», κατέληξε η κ. Γαϊτάνου.
Από την πλευρά της η υπεύθυνη Εκστρατειών για τα Δικαιώματα των Γυναικών στο Περιφερειακό Γραφείο της Ευρώπης και μέλος της Διεθνούς Αμνηστίας, Μόνικα Κόστα, αναφέρθηκε στο γεγονός ότι αυτή τη στιγμή «8 από τις 31 χώρες της Ευρώπης έχουν νομοθεσίες που αναγνωρίζουν ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός. Αντίθετα, η πλειοψηφία των χωρών χρησιμοποιεί ακόμα ορισμούς του βιασμού που βασίζονται στην άσκηση φυσικής βίας ή αντίστασης, ή την ανικανότητα του θύματος να αμυνθεί. Η εστίαση στην αντίσταση και τη βία, και όχι στη συναίνεση, έχει συνέπειες αφενός στην καταγραφή των βιασμών, και αφετέρου στην ευρύτερη συνειδητοποίηση της σεξουαλικής βίας, πλευρές που είναι κρίσιμες για την πρόληψη του βιασμού και τον περιορισμό της ατιμωρησίας».
«Η σεξουαλική βία καταγράφεται σε ένα ποσοστό μόλις 14% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη. Τα στοιχεία είναι σοκαριστικά, λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 9 εκατομμύρια γυναίκες έχουν δηλώσει ότι έχουν υποστεί βιασμό» πρόσθεσε η κ. Κόστα.
Την ανάγκη να οριστεί ο βιασμός με βάση την ύπαρξη ή μη συναίνεσης, υπογράμμισε και η δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, Ιωάννα Στεντούμη.
«Ο τρόπος που ο θύτης μπορεί να επιβληθεί πάνω στο θύμα, μπορεί να περιλαμβάνει ένα σύνολο πιέσεων και απειλών, πέραν της σωματικής βίας, που είναι αδύνατο να καταγραφούν περιπτωσιολογικά και δε θα ήταν και ορθό από πλευράς ποινικού δικαίου. Η ορθή απάντηση μπορεί να είναι μόνο ο ορισμός του βιασμού με βάση την ύπαρξη ή μη συναίνεσης, η οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να αξιολογείται λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πιθανές συμπεριφορικές αντιδράσεις στη σεξουαλική βία, ιδίως το πάγωμα του θύματος – αντίδραση της ακινησίας που έχει αναπτυχθεί κυρίως ως έσχατη στρατηγική επιβίωσης και είναι συνηθέστερη από την αντίσταση ή τη φυγή», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Στεντούμη.
Καταλήγοντας, η κ. Στεντούμη σημείωσε: «Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει νομολογήσει άλλωστε ότι εντάσσεται στις θετικές υποχρεώσεις των κρατών μελών, η ποινικοποίηση και αποτελεσματική δίωξη οποιασδήποτε μη συναινετικής σεξουαλικής πράξης, συμπεριλαμβανομένης εκείνης όπου υπάρχει απουσία σωματικής αντίστασης από το θύμα».
Σημειώνεται ότι η Διεθνής Αμνηστία πραγματοποιεί εκστρατεία με αίτημα την τροποποίηση του άρθρου 336 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα, και την τροποποίηση του ορισμού του βιασμού, έτσι ώστε αυτός να ορίζεται με βάση την απουσία συναίνεσης στη σεξουαλική πράξη.