Ένα ημερολόγιο που κοστίζει όσο ένα εμβόλιο διατίθεται αυτές τις μέρες από το Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης (ΚΙΑ). Ένα ημερολόγιο, από τις σελίδες του οποίου, ανάμεσα από τα άλλα κείμενα «ξεπηδούν» ιστορίες ανθρώπινου πόνου και αλληλεγγύης, όπως η ιστορία του Αλί με το σημάδι στο πρόσωπο, του 20χρονου Μαροκινού που ξαναβρήκε το χαμένο του χαμόγελο και το μάθημα ιατρικής μέσα από ένα ανθρώπινο άγγιγμα.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, το ΚΙΑ βασίζεται καθαρά στην εθελοντική προσφορά, όχι μόνο γιατρών διαφόρων ειδικοτήτων αλλά και πολιτών, και στηρίζει όλους αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας παρέχοντάς τους δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όχι από φιλανθρωπία αλλά από αλληλεγγύη. Γιατί η αλληλεγγύη δεν είναι φιλανθρωπία, όπως αναφέρει η Φρόσω Μουρελή.
«Δεν είμαστε φιλάνθρωποι. Η σχέση που εγκαθιστά ο φιλάνθρωπος με τον άλλον είναι σχέση ανισότιμη, σχέση μεταξύ ανώτερου και κατώτερου.
Η ματιά του είναι μια κατεξοχήν αλλοτριωτική ματιά γιατί καθρεφτίζει μια αλλοτριωμένη εικόνα του άλλου. Την εικόνα ενός αδύναμου, ανίκανου και αναξιοπαθούντος, αποκρύπτοντας την πάντα παρούσα θετική πλευρά του, που απορρέει από τη δυνατότητα του ανθρώπου να αυτοπροσδιορίζεται, ακόμη και στην πιο έσχατη συνθήκη.
Προβάλλει επίσης μια αντίστοιχη, αυτόματα συνδεδεμένη με αυτή, αλλοτριωμένη εικόνα του εαυτού του ως ανώτερου, δυνατού, επαρκούς και πλήρους, αποκρύπτοντας τη δική του εγγενή στον κάθε άνθρωπο αδυναμία. Εμείς δρούμε σε μια ισοτιμία με τους χρήστες των υπηρεσιών μας.
Όπως και οι ασθενείς μας είμαστε στο ΚΙΑ υπό ανάγκη. Ανάγκη για μια ενεργητική και εκτός των περιφράξεων της αστικής κοινωνικής ζωής συνάντηση και σύνδεση με τον άλλον, που τον χρειαζόμαστε όσο και εκείνος για να επιχειρήσουμε να διαδώσουμε σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ μας» γράφει η ψυχίατρος Φρόσω Μουρελή.
Το σημάδι του Αλί
«Θυμηθείτε ότι αγοράζοντας ένα ημερολόγιό μας, εμείς αγοράζουμε ένα εμβόλιο» λέει ο οδοντίατρος Θανάσης Κομνής, ο οποίος αφηγείται την ιστορία του μικρού Αλί που μαζί με τη μητέρα και τ’ αδέλφια του πήγε στο ιατρείο του για ένα χαλασμένο δόντι που τον βασάνιζε.
«Όπως όλα τα παιδιά φοβόταν τον τροχό και την ένεση του οδοντιάτρου. Δεν θα είχα ασχοληθεί περισσότερο μαζί του πέρα από την φροντίδα για το πρόβλημά του, αν δεν με παρακινούσε να το κάνω εκείνο το σημάδι στο πρόσωπό του και το βλέμμα του. Ήθελα να μάθω την ιστορία αυτού του παιδιού.
Στην περίπτωση του μικρού Αλί ήξερα ότι θα ήταν δύσκολο να μάθω την ιστορία του γιατί ο φόβος είναι κοινό γνώρισμα όλων αυτών των ανθρώπων που φτάνουν ως εδώ θαλασσοδαρμένοι ή με χίλιους δυο απίστευτους άλλους τρόπους, κουβαλώντας μαζί τους συνταρακτικές ιστορίες μετανάστευσης.
Σπάνια μιλάνε είτε γιατί φοβούνται το κύκλωμα των λαθρεμπόρων που τους έφερε στον τόπο μας, είτε γιατί φοβούνται τις δικές μας Αρχές για τη νομικότητά τους, είτε τη φασιστική συμπεριφορά κάποιων Έλληνων υπερπατριωτών. Όμως, τα πράγματα με τον Αλί εξελίχτηκαν διαφορετικά απ’ ό,τι περίμενα. Δημιουργήθηκε συμπάθεια και εμπιστοσύνη μεταξύ μας» λέει ο Θανάσης Κομνής.
Ο πατέρας του Αλί είχε σκοτωθεί στον εμφύλιο στην Σομαλία και ο ίδιος μαζί με την μητέρα και τα τρία αδέλφια του ξεκίνησε από το λιμάνι της Μογκαντίσου μέσα στα αμπάρια ενός σαπιοκάραβου για μια καλύτερη μοίρα στην Ευρώπη.
«Οι συνθήκες στο αμπάρι ήταν ανυπόφορες και ένα βράδυ με θαλασσοταραχή το πλοίο άρχισε να τρίζει. Ο μικρός Αλί έκλαιγε δυνατά και ασταμάτητα από τον φόβο.
Ο άνθρωπος που είχε αναλάβει τη μεταφορά κατέβηκε τρεις φορές στον αμπάρι και αγριοκοιτάζοντας τον Αλί φώναζε απειλώντας ότι θα τους πετάξει στη θάλασσα.
Ο Αλί τρόμαξε περισσότερο και έκλαιγε ακόμη πιο δυνατά. Και τότε αυτός πήρε το τσιγάρο που κρατούσε στο χέρι και έκαψε το προσωπάκι του κάτω από το δεξί μάτι για να σταματήσει. Και τότε κατάλαβα τι σημαίνει το σημάδι στο βλέμμα του Αλί» προσθέτει ο Θανάσης Κομνής.
Μάθημα ιατρικής μέσα από το ανθρώπινο άγγιγμα
Κι από ιατρείο του Θανάση Κομνή οι σελίδες του ημερολογίου μας μεταφέρουν σε ένα νοσοκομείο του Μπουένος Άιρες, σε ένα μάθημα ιατρικής μέσα από ένα σεμινάριο εντατικής θεραπείας, όπως το κατέγραψε ο Εδουάρδο Γαετάνο.
«Η δόνια Μαξιμιλιάνα τσακισμένη από τα βάσανα μια ζωής χωρίς Κυριακές νοσηλευόταν για αρκετό καιρό σε ένα νοσοκομείο και κάθε μέρα ζητούσε να της παίρνουν το σφυγμό.
– Σας παρακαλώ, γιατρέ μου, θα μπορούσατε να μου πάρετε το σφυγμό;
Με μια απλή πίεση των δαχτύλων, και μετά αυτός της έλεγε:
– Πολύ καλά. Εβδομήντα οχτώ. Τέλεια.
– Ναι γιατρέ, ευχαριστώ. Τώρα, μου παίρνετε σας παρακαλώ το σφυγμό;
Και αυτός τον ξαναέπαιρνε και της εξηγούσε για άλλη μια φορά ότι ήταν όλα πολύ καλά και πως καλύτερα δεν γινόταν.
Κυλούσαν οι μέρες και η σκηνή επαναλαμβανόταν. Κάθε φορά που περνούσε από το κρεβάτι της δόνια Μαξιμιλίανα, η ίδια φωνή, το ίδιο μουρμουρητό τον καλούσε. Του πρόσφερε το χέρι της που έμοιαζε σαν κλαδάκι, κι ύστερα ξανά και ξανά και ξανά.
Κι αυτός υπάκουε, γιατί ένας καλός γιατρός πρέπει να έχει υπομονή με τους ασθενείς τους, μα μέσα του σκεφτόταν: Αυτή η γιαγιά δεν αντέχεται. Σίγουρα της έχει σαλέψει.
Πέρασαν πολλά χρόνια όπου να καταλάβει ότι αυτό που αποζητούσε εκείνη ήταν το άγγιγμα κάποιου ανθρώπου» γράφει ο Εδουάρδο Γαετάνο.
Χαρίζοντας το χαμόγελο στο αγόρι που ντρεπόταν να χαμογελάσει Κι από το νοσοκομείο του Μπουένος Άιρες, η πένα της Νίκη Γιάνναρη μεταφέρει τον αναγνώστη πίσω στη Θεσσαλονίκη, στο Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγύης για να διαβάσει πώς ξαναβρήκε το χαμένο του χαμόγελο ένας νεαρός Μαροκινός.
«Μια μέρα η άλλη Αγγελική, έλεγε για εκείνον τον απεργό πείνας, ένα αγόρι από το Μαρόκο, που του πονούσαν τα δύο πίσω δόντια. Κι άνοιξε το στόμα του, όλο σκωροφαγωμένο μπροστά, όλα σπασμένα, χάλια ντρεπόταν να γελάσει. Ένα αγόρι, ένας άντρας 20 χρονών, ντρεπόταν να γελάσει.
Θα φύγεις χαμογελώντας από δω του είπε. Κυλούσε ο κόσμος. Μνημόνια, συνελεύσεις, φωνές στα καφενεία τα απογεύματα κι εκείνος πήγαινε και ξαναπήγαινε. Κι όταν μια μέρα τέλειωσε η ανασύσταση, εκείνος, ένα αγόρι, ένας απεργός πείνας, ένας άντρας από το Μαρόκο 20 χρονών που γελούσε και δεν ντρεπόταν πια, της είπε: Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ».
«Ναι, ήταν ζήτημα αισθητικό» λέει ο Παύλος. «Αισθητικό; Είναι ζήτημα αισθητικό το να μπορεί ένας άνθρωπος να χαμογελάει; Ή είναι ζήτημα πολιτικό, το να μπορείς να δεις ολόκληρη τη ζωή σ’ έναν άνθρωπο χωρίς χαρτιά, χωρίς παρόν, χωρίς μέλλον;
Να δεις πως μέσα στα σαπιοκάραβα ή κάποτε, κάπου σ’ έναν τόπο, τώρα, μέσα στην ένδεια και στο τίποτα, ή μέσα στο αμφιθέατρο των απεργών, ή σ’ ένα υπόγειο, στο παγκάκι, αυτός ο άνθρωπος δεν έχει τίποτε, τίποτε δεν έχει παρεκτός το να μη ντρέπεται όταν χαμογελάει.
Όταν κοιτάζει ένα κορίτσι, αύριο, τώρα, κάποτε, εδώ ή εκεί ή αλλού να μην ντραπεί σαν θα κοιτάξει το κορίτσι που θα του χαμογελάσει, Θέλει να μπορείς να δεις τον έρωτα δίπλα από το θάνατο, να δεις τη δυνατότητα. Την αντίσταση δίπλα στην εξουσία» γράφει η Νίκη Γιάνναρη.
Το ημερολόγιο διατίθεται σήμερα και το προσεχές Σαββατοκύριακο και τη Δευτέρα στο περίπτερο του ΚΙΑ (Αριστοτέλους με Τσιμισκή).
Το ΚΙΑ λειτουργεί στην οδό Αισώπου 24, στον 1ο όροφο (τηλέφωνο 2310 520386, e-mail [email protected]).