Για ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, το οποίο εκτός από τις τεράστιες καταστροφές που άφησε πίσω του στο νομό Χανίων, απειλεί με νέες κατολισθήσεις λόγω του μεγάλου βαθμού εμποτισμού με νερό των πετρωμάτων, έκανε λόγο ο καθηγητής γεωλογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμιος Λέκκας, που βρίσκεται στα Χανιά από το μεσημέρι του Σαββάτου πραγματοποιώντας αυτοψία στις πληγείσες περιοχές.
Του ανταποκριτή μας από το flashnews.gr στην Κρήτη
Ο κ. Λέκκας, από το Αεροδρόμιο Χανίων μετέβη αμέσως στην γέφυρα του Πλατανιά, περνώντας μέσα από σημεία του ΒΟΑΚ που έχουν σημειωθεί κατολισθήσεις, όπως στον Σταλό, ενώ φτάνοντας στο σημείο που κατέρρευσε η γέφυρα, στον Ιάρδανο ποταμό, πραγματοποίησε αυτοψία.
Γιατί έπεσε η γέφυρα του Πλατανιά στην ΠΕΟ Χανίων – Κισσάμου
Σε δήλωσή του, ο Πρόεδρος του ΟΑΣΠ, κάνοντας μια πρώτη εκτίμηση των αιτιών που οδήγησαν στην κατάρρευση της γέφυρας σημείωσε οτι αυτή οφείλεται σε «έναν μαιανδρισμό ο οποίος αναπτύχθηκε λίγο πριν την συμβολή του ρεύματος με την γέφυρα».
Όπως εξήγησε «εκεί έγινε μια υποσκαφή του πρανούς της γέφυρας, της θεμελίωσης της γέφυρας και στη συνέχεια έγινε η κατάρρευση. Όλη η διαδικασία ουσιαστικά δρομολογήθηκε μέσα από την αλλεπάλληλη δημουργία μαιανδρισμών που αυξάνουν την παροχετευτικότητα του νερού και εμπεριέχουν πολύ μεγάλα ποσοστά στερεάς μάζας και βέβαια, οι μαιανδρισμοί, υποσκάφτουν μετά, λόγω της διάβρωσης τα πρανή των δρόμων και των γεφυρών».
Ο κ. Λέκκας επεσήμανε οτι «έχουμε να κάνουμε με ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο που σηματοδοτεί την αλλαγή που έχουμε σε όλη την Ελλάδα αλλά και διεθνώς λόγω της κλιμματικής αλλαγής», προσθετοντας ότι «οι καινούριες παρεμβάσεις που θα γίνουν, θα πρέπει να είναι τέτοιες ούτως ώστε να ενσωματώνουν τα νέα δεδομένα τα οποία υπάρχουν, για την αύξηση του μεγέθους, της έντασης όλων αυτών των φαινομένων».
Ο κίνδυνος των κατολισθήσεων δεν έχει περάσει
Ο κ. Λέκκας είχε την ευκαιρία κατά την μετάβασή του από το Αεροδρόμιο στη γέφυρα του Πλατανιά, να δει δια ζώσης τις κατολισθήσεις που έχουν γίνει στον ΒΟΑΚ και αφού χαρακτήρισε τις εικόνες που αντίκρισε σήμερα αλλά και εκείνες μέσα από βίντεο και φωτογραφίες, ως «εικόνες από βομβαρδισμένο τοπίο», επεσήμανε οτι ο κίνδυνος των κατολισθήσεων δεν έχει περάσει. Τα εδάφη είναι πολύ σαθρά και ανά πάσα στιγμή, είτε με μια βροχόπτωση μικρότερης έντασης είτε με έναν μικρό σεισμό, κινδυνεύουν να υποχωρήσουν.
«Ο κίνδυνος των κατολισθήσεων δεν έχει περάσει ακόμα. Τα εδάφη είναι πολύ σαθρά με αποτέλεσμα ανα πάσα στιγμή εμπεριέχεται ο κίνδυνος να δρομολογηθούν νέες κατολισθήσεις. Ο εμποτισμός του νερού στα πετρώματα είναι τέτοιος που με το παραμικρό μπορεί να αρχίσουν να αποκτούν την μορφή ροής, μιας κατολισθησης δηλαδή σε πολύ υδαρά πετρώματα που έχουν μεγάλη ταχύτητα και τα οποία είναι πολύ δύσκολο να συγκροτηθούν».
Ο διακεκριμένος καθηγητής, μιλώντας σε δημοσιογράφους, εξέφρασε την εκτίμησή του οτι θα μπορούσαν να έχουν γίνει ακόμα μεγαλύτερης έκτασης κατολισθήσεις, αφού η τρωτότητα των πρανών του δρόμου είναι πολύ μεγάλη και οπως χαρακτηριστικά πρόσθεσε «αυτά που στέκουν ακόμα, κάποια στιγμή θα πέσουν». Το τι θα “πυροδοτήσει” ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ο κ. Λέκκας σημείωσε οτι αυτό μπορεί γίνει και με μια μικρή βροχόπτωση, η οποία θα προκαλέσει υπέρβαση του ορίου υδαρότητας των σχηματισμών αυτών ή ένα μικροσεισμό ακόμα όμως και η διέλευση ενός βαρέος οχήματος μπορεί να δρομολογήσει μετακινήσεις εδαφών.
Συλλογή δεδομένων από την περιοχή μέσω drone
Στα στοιχεία που συγκεντρώνει κατά την αυτοψία του στην περιοχή ο κ. Λέκκας, θα συμπεριληφθούν δεδομένα από drone που θα «σηκωθούν» σήμερα, που ο καιρός είναι ευνοϊκός και ενδεχομένως αύριο. Στόχος είναι να εξεταστεί η γύρω περιοχή που δεν μπορεί να γίνει με μια αυτοψία και μέσα από εξελιγμένα λογισμικά, να διερευνηθεί η δυναμικότητα της διάβρωσης, πως ήταν πριν η επιφάνεια και πως είναι σήμερα, ποιές διαφορές υπάρχουν καθώς και ποιές διεργασίες αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια εκδήλωσης των βροχοπτώσεων.
«Ο όγκος των φερτών υλικών που είδα, είναι τεράστιος. Βεβαίως αυτό θα το διαπιστώσω αύριο, όταν με ειδικά drones δούμε το παλιό και καινούριο ανάγλυφο, πως μετακινήθηκαν τα υλικά. Τότε μπορούμε να έχουμε μια αποτίμηση, πόσος όγκος εδάφους μετακινήθηκε και το ποιες είναι γενικότερα οι αλλαγές στην επιφάνεια (του εδάφους)».
Όσον αφορά, το αν θα πρέπει να ανησυχούν πολίτες που κατοικούν κοντά σε ποταμούς, ρέματα και περιοχές που υπέστησαν κατολισθήσεις, ο κ. Λέκκας εξήγησε οτι εφόσον δεν υπάρχει θέμα στατικότητας, δεν υπάρχει κίνδυνος για σπίτια. Ωστόσο πρόσθεσε οτι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση σε περίπτωση μιας νέας βροχόπτωσης, μικρότερης έντασης από αυτήν που έπληξε το νομό.
Τέλος ο κ. Λεκκας υπενθύμισε, φέρνοντας το παράδειγμα της Μάντρας και των πλημμυρικών φαινομένων που σημειώθηκαν εκεί, οτι υπάρχει ο κίνδυνος για καταστροφές σε σπίτια, ακόμα και όταν η βροχόπτωση δεν γίνεται στην περιοχή που είναι η θέση του σπιτιού αλλά στην ανάντι περιοχή.
«Στην Μάνδρα δεν έβρεξε καθόλου, έβρεξε στην ανάντι περιοχή. Θα πρέπει να υπάρχει και ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τους κατοίκους που είναι στις περιοχές ανάντι, ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε άμεσα τον κίνδυνο», κατέληξε ο κ. Λέκκας.