Η διαδικασία της εύρεσης μιας θέσης εργασίας, πολλές φορές είναι μια ιδιαίτερα απαιτητική διαδικασία, που περιλαμβάνει αποστολή βιογραφικού, ένα ή περισσότερα ραντεβού με εκπρόσωπο της εταιρείας, ίσως κάποια εξέταση και βέβαια συνέντευξη.
Η συνέντευξη αποτελεί τη σημαντικότερη διαδικασία που θα περάσει ο υποψήφιος για να κάνει δική του μια θέση εργασίας.
Η προετοιμασία αποτελεί «κλειδί» για μια επιτυχημένη συνέντευξη. Σκεφτόμαστε πιθανές ερωτήσεις και την απάντηση που περίπου θα δώσουμε, ώστε να φανούμε ετοιμόλογοι και να μην «κολλήσουμε».
Κάτι που δεν πρέπει να ξεχάσουμε, είναι η όσο το δυνατόν αποφυγή στερεοτυπικών εκφράσεων και κλισέ απαντήσεων. Αυτό επιτυγχάνεται ευκολότερα με πρόβα πιθανών απαντήσεων στο σπίτι. Η αποφυγή κλισέ συνδέεται και με έναν άλλο κανόνα που λέει ότι δεν πρέπει να ξεφεύγουμε από την ερώτηση ή το θέμα που συζητάμε. Αντίθετα, οι απαντήσεις πρέπει να συνδέονται με τη δουλειά, την οποία διεκδικείτε.
Μια από τις τυπικές ερωτήσεις σε συνέντευξη είναι τα δυνατά σημεία και οι τυχόν αδυναμίες του υποψηφίου. Δεν χρειάζεται να καταφύγουμε στην τυπική απάντηση «είμαι τελειομανής». Ένα θετικό χαρακτηριστικό που θα συνδέεται με τη θέση που διεκδικούμε είναι ό,τι πρέπει.
Από την άλλη, στο θέμα των αδυναμιών πρέπει να προσεχθεί και να αποφευχθεί η αναφορά σε αδύνατα σημεία που συνδέονται άμεσα με τις ευθύνες στη νέα θέση εργασίας. Αντίθετα, μπορούμε να φανούμε ρεαλιστικοί τονίζοντας ότι αυτό που θέλουμε είναι η συνεχής βελτίωση μέσα από τη δουλειά και τα λάθη μας.
Εξίσου κλασική είναι και η ερώτηση γιατί θέλουμε τη συγκεκριμένη θέση. Στο σημείο αυτό, αποφεύγουμε να πούμε ότι αναζητούμε νέες επαγγελματικές προκλήσεις και ευκαιρίες. Και αυτό γιατί, δεν αποκλείεται να δημιουργήσουμε την εντύπωση ότι έχουμε βαρεθεί την προηγούμενη εργασία και θέλουμε να φύγουμε από την εταιρεία που ήμασταν.
Για να αποφύγουμε το «σκόπελο» αυτό, πρέπει να γίνουμε συγκεκριμένοι. Για παράδειγμα, μπορούμε να αναφέρουμε ότι το προφίλ της εταιρείας που εργαζόμασταν έχει αλλάξει, και ότι η κατεύθυνση της επιχείρησης δεν ευθυγραμμίζεται πλέον με τους προσωπικούς μας στόχους. Επίσης, να εκφράσουμε ένα προβληματισμό σχετικά με τη σταθερότητα της εταιρείας και το ρόλο που έχουμε, εξαιτίας των αλλαγών.
Τέλος, εάν ερωτηθούμε για το μισθό προσπαθούμε να το αποφύγουμε μέχρι το τελευταίο στάδιο της πρόσληψης, ώστε όταν τελικά συζητηθεί να είμαστε πιο άνετοι και να έχουμε επιλύσει προηγούμενα θέματα.
Όταν γίνει τέτοια συζήτηση, έχουμε αποφασίσει το κατώτατο αποδεκτό όριο του μισθού, το οποίο καλύπτει τις ανάγκες μας. Η τυχόν διαπραγμάτευση μπορεί να γίνει μέχρι το περίπου 15%. Στο σημείο αυτό βέβαια δεν ξεχνάμε να συζητήσουμε για επιπλέον παροχές από την εταιρεία.