Πέθανε σε ηλικία 72 ετών η συγγραφέας Νίκη Αναστασέα, που γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα, αλλά έζησε τα μαθητικά της χρόνια στην Ξάνθη.
Η Αναστασέα δούλεψε πολλά χρόνια στον χώρο του βιβλίου ως βιβλιοπώλης, βιβλιοπαρουσιάστρια σε περιοδικά και διορθώτρια. Το πρώτο της μυθιστόρημα «Αυτή η αργή μέρα προχωρούσε» (1998, Πόλις) βραβεύτηκε με το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου του περιοδικού «Διαβάζω». Για το μυθιστόρημά της «Πολύ χιόνι μπροστά στο σπίτι» (2012, Πόλις), τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, το Βραβείο Μυθιστορήματος του ηλεκτρονικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης» και το βραβείο του λογοτεχνικού περιοδικού Κλεψύδρα.
Άλλα πεζογραφικά της έργα: «Επικράνθη: δια χειρός Αλέξη Ραζή» (2006. Κέδρος), «Οι μικρές απολαύσεις του κυρίου Ευαγγελινού» (2009, Κέδρος), «Τα άγρια περιστέρια» (2014, εκδόσεις Καστανιώτη) και «Η Η ιστορία ενός δικού μας ανθρώπου» (2015, εκδόσεις Καστανιώτη), όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Στο «Αυτή η αργή μέρα προχωρούσε» ο αφηγηματικός χρόνος είναι ο χρόνος μίας και μοναδικής ημέρας: ο χρόνος ενός Σαββάτου στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Ξάνθη. Και μολονότι ο χρόνος αυτός κυλάει όντως αργά, με μεγάλες αν όχι και παρατεταμένες ενδιάμεσες σταθμεύσεις, τίποτε δεν μένει εντέλει στάσιμο στο εσωτερικό του: ένα πλήθος από υπόγειες αλλά δραματικά ισχυρές συγκρούσεις θα έλθει να ανατρέψει καταλυτικά το αρχικό μυθιστορηματικό τοπίο, αποδυναμώνοντας μία προς μία τις σταθερές του.
Η πλοκή στρέφεται γύρω από μια πολυμελή οικογένεια (εμφανής η επιρροή από τον Ουίλιαμ Φόκνερ), που θα κληθεί να αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια του επίμαχου Σαββάτου όλες τις διαφορές της.
Με το μυθιστόρημά της «Πολύ χιόνι μπροστά στο σπίτι», η Αναστασέα θα επανέλθει στον Φόκνερ και μέσω αυτού σε ένα ζωντανό μνημείο της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα: το «Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ (1936), ένα οικογενειακό έπος για την εμφύλια σύγκρουση μεταξύ Βορείων και Νοτίων και για την παταγώδη αποτυχία του Νότου. Από εδώ θα αντλήσει η Αναστασέα το μοντέλο της τετραπλής αφήγησης για το «Πολύ χιόνι μπροστά στο σπίτι». Τέσσερις διαφορετικοί αφηγητές θα αναλάβουν να ξετυλίξουν τα συμβάντα που έχουν καθορίσει την κοινή τους μοίρα σχηματίζοντας στο τέλος μιαν ενιαία σύνθεση. Τα μυθιστορηματικά μεγέθη δεν φιλοδοξούν να αντιγράψουν τα μυθικά μεγέθη του Φόκνερ, αλλά να δημιουργήσουν έναν κόσμο εύλογων αναλογιών, μεταφέροντας το πνεύμα του Εμφυλίου και της ηθικής εξαχρείωσης του αμερικανικού Νότου στα ενδότερα μιας οικογένειας του σύγχρονου αθηναϊκού κέντρου.