Στις 8 Αυγούστου 1996 έρχονται στο φως της δημοσιότητας οι λεπτομέρειες από τη φρικιαστική δολοφονία μιας οικογένειας στη Θάσο.
Ο Θεόφιλος Σεχίδης είχε σκοτώσει τη μητέρα, τον πατέρα του, την αδερφή του, τη γιαγιά του και τον θείο του πιστεύοντας ότι είχαν συνωμοτήσει για να τον σκοτώσουν.
Την επόμενη μέρα των δολοφονιών (19-20 Μαΐου 1996) ο Σεχίδης τεμαχίζει τα πτώματα με πριόνι -εκτός του θείου του- τα τοποθετεί σε σακούλες σκουπιδιών και τα πετάει στη χωματερή της Καβάλας.
Ο Σεχίδης δικάστηκε στις 20 Ιουνίου του 1997 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας. Νωρίτερα είχε δηλώσει στην Αστυνομία ότι διέπραξε τους φόνους αμυνόμενος και όντας θύμα οικογενειακής συνωμοσίας. Είχε υποστηρίξει ότι του έκαναν ψυχολογικό πόλεμο, επειδή ήξερε ότι ήταν παιδί άλλης μάνας και δεν του έλεγαν την αλήθεια.
Η ιστορία έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο και γίνεται πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες. ««Ο κανίβαλος τους έκοβε ακούγοντας Τσαϊκόφσκι», «Αμόκ αίματος στη Θάσο», «Ο γιος του Φρανκεστάιν» είναι μερικοί από τους τίτλους των άρθρων στις εφημερίδες που αποτυπώνουν τις φρικιαστικές πράξεις του Σεχίδη.
Έπειτα από πεντάμηνη παρακολούθηση της συμπεριφοράς του Σεχίδη, ψυχίατροι συμπέραναν ότι πάσχει από σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας, χωρίς όμως να χρήζει περίθαλψης, και του καταλογίστηκε «πλήρης ευθύνη και επίγνωση των πράξεών του».
Εξέτιε ισόβια ποινή και σήμερα άφησε την τελευταία του πνοή στο ψυχιατρείο του Κορυδαλλού. Οι πρώτες πληροφορίες κάνουν λόγο για θάνατο από παθολογικά αίτια.