Εκατόν έντεκα χρόνια πέρασαν από το θάνατο του μεγάλου εκφραστή της σχολής του Μονάχου Νικόλαου Γύζη και περισσότερα από 120 έργα που αποκαλύπτουν το ρομαντικό και πολυεπίπεδο κόσμο του καλλιτέχνη, βρίσκονται στην έκθεση του Ιδρύματος Βασίλη & Μαρίνας Θεοχαράκη, την οποία εγκαινίασε επισήμως την Πέμπτη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας.

Στις επτά το απόγευμα ο χώρος του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη ήταν ασφυκτικά γεμάτος. Άνθρωποι της τέχνης, πολιτικοί και λάτρεις των έργων του μεγάλου έλληνα δημιουργού βρέθηκαν στο κτίριο της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, για να θαυμάσουν τα έργα ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου.

«Όλοι οι διοργανωτές κατάφεραν με αφοσίωση και συνέπεια να ολοκληρώσουν το δύσκολο αυτό πολιτιστικό εγχείρημα. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο συλλέγουν τόσα πολλά έργα μεγάλης αξίας που είναι διασκορπισμένα σε ολόκληρη την Ελλάδα» ανέφερε κατά την ομιλία του ο ιδρυτής, Βασίλης Θεοχαράκης.

Σημαντικές ελαιογραφίες και σπάνια ελαιογραφικά σχέδια, γλυπτά, αφίσες, διπλώματα και ένθετα εφημερίδων του κορυφαίου έλληνα ζωγράφου του 19ου αιώνα, πορτρέτα και σκηνές από την οικογένεια του ζωγράφου, θρησκευτικά, ηθογραφικά και αλληγορικά θέματα, τοπία και νεκρές φύσεις, ακολουθούν την εξέλιξη της ζωγραφικής του Νικολάου Γύζη.

Ο Νικόλαος Γύζης γεννήθηκε το 1842 στην Τήνο. Μετά τις βασικές σπουδές του στο «Σχολείο των Τεχνών» της Αθήνας πήρε υποτροφία για την Ακαδημία του Μονάχου.

Προσέγγισε σπουδαίους δασκάλους, γνώρισε μεγάλους καλλιτέχνες, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη του συμπατριώτη και στενού του φίλου, Νικηφόρου Λύτρα.

Τη δεκαετία 1875-1885, ο Γύζης στο Μόναχο, θυμάται νοσταλγικά με τη ζωγραφική του, σκηνές της καθημερινής ζωής από την Ελλάδα.

Το 1882 έγινε βοηθός καθηγητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου και το 1888 τακτικός καθηγητής.

Ασχολήθηκε με όλα τα είδη ζωγραφικής και πήρε μέρος σε πολλές εκθέσεις αποσπώντας μεγάλες διακρίσεις.

Η ζωγραφική του, μετά τις ηθογραφίες, αναδείχθηκε με το αλληγορικό και θρησκευτικό του έργο. Καταξιώθηκε ως κυρίαρχη μορφή της “Σχολής του Μονάχου” και κατέκτησε σημαντική θέση στη γερμανική ιστορία της τέχνης του 19ου αιώνα.

Το όνειρό του να επιστρέψει στην πατρίδα του δεν πραγματοποιήθηκε.

Μετά το θάνατό του το 1901, οργανώθηκε αναδρομική έκθεση των έργων του κατά τη διάρκεια της 8ης Καλλιτεχνικής Έκθεσης στο Glaspalast του Μονάχου. Η οικογένειά του παρέμεινε στο Μόναχο και μόνο ο γιος του, ο γλύπτης Τηλέμαχος Γύζης, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα.

Ανάμεσα στα έργα «αστέρια» της έκθεσης είναι το περίφημο «Κρυφό σχολειό» ,τα «Ορφανά» «Παππούς και εγγονός», «Ο Ζαχαροπλάστης», αλληγορικά του έργα όπως η λυρική, ιδεαλιστική «Εαρινή Συμφωνία», «Η αποθέωση της Βαυαρίας» και θρησκευτικά θέματα, όπως «Ιουδήθ και Ολοφέρνης» καθώς, επίσης, πορτρέτα της συζύγου, της μητέρας του και των παιδιών του.

Τα έργα του Νικόλαου Γύζη προέρχονται από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης, της Πινακοθήκης Αβέρωφ, των συλλογών της Τράπεζας της Ελλάδος, της Εθνικής Τράπεζας, της Alpha Bank, ιδιωτικών συλλογών του κυρίου Πρόδρομου Εμφιετζόγλου, της Μαριάννας Λάτση, από τη δωρεά της οικογένειας Γύζη στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης και άλλες ιδιωτικές συλλογές.

Διάρκεια έκθεσης έως 3/2/2013.