Το 1964 ο 25χρονος Άκης Τσοχατζόπουλος, ένας φτωχός εργαζόμενος φοιτητής, παντρεύεται στο Μόναχο τη Γερμανίδα Γκούρντουν Μολντχάουερ. Θα παραμείνουν παντρεμένοι για 40 χρόνια, αποκτώντας δύο παιδιά, και θα συμπορευτούν στην πολιτική εξέλιξή του μέχρι τα ύπατα κυβερνητικά αξιώματα. Ένα κεφάλαιο της ζωής του θα κλείσει οριστικά, αλλά και και επεισοδιακά, το 2004.
Με αυτό τον τρόπο περιγράφει η εφημερίδα Πρώτο Θέμα σήμερα την πολύκροτη ζωή, με την μοιραία γυναίκα, που οδήγησε τώρα τον πρώην υπουργό στη φυλακή. Το 1994 στη ζωή του πρώην υπουργού έχει μπει η Βίκυ Σταμάτη, που θέλει να γίνει δεύτερη κυρία Τσοχατζοπούλου. Ύστερα από 10 χρόνια σχέσης, με την Γκούντρουν να αντιστέκεται σθεναρά στο διαζύγιο, τελικά το γερμανικό «κάστρο» πέφτει, αναφέρει η εφημερίδα. Ο τρόπος όμως που έγινε αυτό, είναι τουλάχιστον επεισοδιακό.
Ο νεαρός Άκης, φοιτητής στη Γερμανία, για να βγάλει τα προς το ζην, λέγεται ότι μια φορά την εβδομάδα ανέβαινε στην εξωτερική σκαλωσιά και καθάριζε σχολαστικά τα τζάμια ενός ουρανοξύστη. Σε έναν από τους ορόφους του κτιρίου στεγαζόταν μια τράπεζα όπου εργαζόταν η ξανθιά Γκούντρουν ως γραμματέας. Έτσι πλέχτηκε το ειδύλλιο μεταξύ τους που οδήγησε σε γάμο. Στο μεταξύ, ο Άκης, που σπουδάζει οικονομολόγος μηχανικός, δουλεύει σε τεχνική εταιρία, με δημόσια έργα και αναγκάζεται να παραμείνει συνολικά στη χώρα 16 χρόνια, αφού η χούντα του έχει αφαιρέσει την ιθαγένεια και απαγορεύει την είσοδό του στην Ελλάδα.
Η σύζυγός του πάντως είναι μια γυναίκα κλειστή, όχι ιδιαίτερα κοινωνική και πρόσχαρη, «με τα κλισέ μιας Γερμανίδας», όπως χαρακτηριστικά λένε πολλοί. Μέχρι που το 1994 θα κάνει τη γνωριμία που θα αλλάξει τη ζωή του, με την Βίκυ Σταμάτη, και τον Ιούνιο του 2004, μέσα σε πράσινα βελούδινα κουτιά καταφτάνουν σχεδόν στο σύνολο του επιχειρηματικού και πολιτικού κόσμου της χώρας τα προσκλητήρια του γάμου τους. Ύστερα από 10 χρόνια σχέσης, το όνειρο της Βίκυς να γίνει κυρία υπουργού παίρνει σάρκα και οστά.
Ο γάμος της η ίδια ήθελε να συζητηθεί, να γίνει κοσμικό event της χρονιάς, να αφήσει εποχή. Ο Άκης δεν της χάλασε χατίρι, παρότι οι συνεργάτες του τον συμβούλευσαν να κρατήσει χαμηλούς όνους, επισημαίνει η εφημερίδα.
Πώς όμως «τον κατάφερε»; Η κ. Σταμάτη είχε εγκατασταθεί στο γραφείο του πρώην υπουργού ζητώντας δουλειά. Σύντομα, θα απαντά σε όλα τα τηλέφωνα, από το κόκκινο μέχρι και το προσωπικό του Τσοχατζόπουλου. Λίγο αργότερα, θα εγκατασταθεί σε πανάκριβο σπίτι στο Κολωνάκι, σε διαμέρισμα του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Οι γείτονες θυμούνται από τότε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, όταν η Γκούντρουν, ακόμη τότε σύζυγος Τσοχατζόπουλου, εμφανίστηκε στο διαμέρισμα, με την κ. Σταμάτη, σύμφωνα με το δημοσίευμα, να την φωνάζει «γριά Γερμανίδα» και πάνω στα νεύρα της να την σπρώξει στις σκάλες.
Εξάλλου, ο έκρυθμος χαρακτήρας της κ. Σταμάτη φτάνει συχνά σε οριακό σημείο. Ένα βράδυ που ο υπουργός επιστρέφει από κάποιο επίσημο ταξίδι του στο εξωτερικό, όπου σύμφωνα με τις ανάγκες του πρωτοκόλλου θα έπρεπε να συνοδεύεται από τη σύζυγό του. Οι αστυνομικοί όμως απαγορεύουν στην κ. Σταμάτη την είσοδο στο Πεντάγωνο και εκείνη τους «λούζει» με κοσμητικά επίθετα.
Τέλος, πολλοί θυμούνται το περιστατικό, που είχε διαρρεύσει και στον τύπο, όταν η οικιακή βοηθός της Βίκυς Σταμάτη από τη Σρι Λάνκα για ασήμαντη αφορμή δέχεται χτυπήματα από την κυρά του σπιτιού, με αποτέλεσμα να φύγει από το σπίτι και να παραιτηθεί…