Η ανάρτηση από ιστοσελίδα του διαδικτύου στοιχείων από ανάλυση DNA απαγορεύεται σύμφωνα με τη νομοθεσία (Ν. 2472/1997), καθώς αποτελούν επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, αποφάνθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Για το λόγο αυτό η Αρχή επέβαλε σχετικό πρόστιμο στον υπεύθυνο ιστοσελίδας.
Ειδικότερα, στην Αρχή προσέφυγε η χήρα εξαφανισθέντος το 1998, το πτώμα του οποίου ανευρέθηκε το 2005 στο όρος Ταΰγετος και κατήγγειλε ότι σε ιστοσελίδα είχε αναρτηθεί απόρρητο έγγραφο της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛΑΣ στο οποίο αντιγράφεται το DNA της ίδιας και του θανόντος συζύγου της, καθώς και η έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όπως και η ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας.
Ακόμη, αναρτήθηκε χειρόγραφο σημείωμά της προς την ΕΛΑΣ, στο οποίο αναφέρεται σε οδοντικές εργασίες στην οδοντοστοιχία του συζύγου της, φωτογραφίες με το σκελετό του στην περιοχή που βρέθηκε το πτώμα του, καθώς και φωτογραφία από κασελάκι με τα οστά του.
Κατ’ αρχάς η Αρχή ξεκαθαρίζει ότι στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 εμπίπτει η προστασία των προσωπικών δεδομένων φυσικών προσώπων που βρίσκονται εν ζωή. Κατά συνέπεια ο νόμος για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Ν. 2472/1997) δεν καταλαμβάνει τον εκλιπόντα σύζυγο της προσφεύγουσας για προστασία στην Αρχή.
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 29/2012 απόφαση της Αρχής, η αναγραφή προσωπικών δεδομένων σε ιστοσελίδα του διαδικτύου χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση αυτών που αφορά η ανάρτηση απαγορεύεται, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις όπως είναι για λόγους δημοσίου συμφέροντος κ.λπ. Επίσης, απαγορεύεται η συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από ιστοσελίδα, προσθέτει η Αρχή. Κατ’ εξαίρεση «επιτρέπεται η επεξεργασία αυτών», ύστερα από άδεια της Αρχής, συνεχίζει η επίμαχη απόφαση.
Αναφερόμενη στο ιστορικό της υπόθεσης η Αρχή υπογραμμίζει ότι η ανάρτηση του χειρόγραφου σημειώματος με την υπογραφή της συζύγου του εξαφανισθέντα συνιστά επεξεργασία απλών προσωπικών δεδομένων και πριν την ανάρτηση δεν υπήρξε η συγκατάθεση της υπογράφουσας, όπως προβλέπεται από την νομοθεσία.
Παράλληλα, αναφέρει η Αρχή, ότι συνιστά επεξεργασία προσωπικών δεδομένων η δημοσίευση σε ιστοχώρο της έκθεσης εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης που «διενεργήθηκε από την Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας στην οποία αναγράφονται τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων της ανάλυσης DNA μέσω 16 γενετικών τόπων STRs που προσδιορίστηκαν από το οστό του εκλιπόντος και από δείγματα αίματος που ελήφθησαν, μεταξύ άλλων, και από την σύζυγό του» και καταγγέλλουσα.
Διευκρινίζει η Αρχή ότι οι πληροφορίες που αναγράφονται στους γενετικού τόπους STRs «αποκαλύπτουν την συγγένεια ενός προσώπου, αλλά επιπλέον είναι πιθανόν να αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την φυλετική ή εθνική καταγωγή ή ακόμα την προσβολή από ορισμένη ασθένεια ή την προδιάθεση του ατόμου για την εκδήλωση συγκεκριμένη ασθένειας».
Μάλιστα, σύμφωνα με τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις «προκύπτουν και από μη κωδικοποιημένα τμήματα του DNA πληροφορίες, όπως η εθνική καταγωγή ή προσβολή από ορισμένη ασθένεια ή η προδιάθεση του ατόμου από συγκεκριμένη ασθένεια, δηλαδή ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα».
Κατόπιν αυτών, η Αρχή δέχεται ότι, ανεξαρτήτως του ειδικού χαρακτηρισμού των γενετικών τόπων STRs ως ευαίσθητα ή απλά προσωπικά δεδομένα, «η δημοσίευσή τους σε ιστοσελίδα του διαδικτύου -ακόμα και αν τα δεδομένα παραμείνουν δημοσιευμένα επί μικρό χρονικό διάστημα, ενόψει του ότι είναι δυνατόν να αποθηκευτούν και να τύχουν περαιτέρω επεξεργασίας και αναδημοσίευσης σε μεταγενέστερο χρόνο- ενέχει διακινδύνευση του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα του ατόμου και θα έπρεπε για το λόγο αυτό να είχε ληφθεί άδεια της Αρχής».
Έτσι, η Αρχή επέβαλε στον υπεύθυνο της ιστοσελίδας πρόστιμο 2.500 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε: α) 1.000 ευρώ για την ανάρτηση ενυπόγραφου χειρόγραφου σημειώματος χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της ενδιαφερόμενης και β) 1.500 ευρώ για τη δημοσίευση των γενετικών τόπων STRs της ίδιας στην ιστοσελίδα χωρίς προηγούμενη συγκατάθεσή της.