Η βαθύτερη σημασία και το πνευματικό νόημα που έχει η περίοδος της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής για την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία «επιμένει εις την τεσσαρακονθήμερον περίοδον πνευματικών αγώνων και “πανσέπτου εγκρατείας” διά τα τέκνα αυτής, ως προετοιμασίας διά την Αγίαν και Μεγάλην Εβδομάδα, τα Πάθη και τον Σταυρόν του Χριστού, διά να καταστώμεν θεωροί και κοινωνοί της ενδόξου Αναστάσεως Αυτού», επισημαίνονται στο καθιερωμένο Μήνυμα (Λόγος Κατηχητήριος) του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, προς «τα ανά την οικουμένην προσφιλή τέκνα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας».
«Κατά την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν καλούμεθα να βιώσωμεν βαθύτερα την δημιουργικήν και σωστικήν Οικονομίαν του Τριαδικού Θεού και να μετάσχωμεν εναργέστερα εις την εσχατολογικήν αναφοράν, κατεύθυνσιν και ορμήν της εκκλησιαστικής και πνευματικής ζωής», σημειώνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
«Κατά την ευλογημένην αυτήν περίοδον αποκαλύπτεται με ιδιαιτέραν έμφασιν ο κοινοτικός και κοινωνικός χαρακτήρ της πνευματικής ζωής. Δεν είμεθα μόνοι, δεν ιστάμεθα μόνοι ενώπιον του Θεού. Δεν είμεθα άθροισμα ατόμων, αλλά κοινωνία προσώπων, διά τα οποία «είναι» σημαίνει «συν-είναι». Η άσκησις δεν είναι ατομικόν, αλλά εκκλησιαστικόν γεγονός και κατόρθωμα, μετοχή του πιστού εις το μυστήριον και τα μυστήρια της Εκκλησίας, αγών κατά της φιλαυτίας, άσκησις της φιλανθρωπίας, ευχαριστιακή χρήσις της δημιουργίας, συμβολή εις την μεταμόρφωσιν του κόσμου. Είναι κοινή ελευθερία, κοινή αρετή, κοινόν αγαθόν, κοινή υπακοή εις τον κανόνα της Εκκλησίας», προσθέτει.
Αναφερόμενος στη σημασία της πνευματικότητας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι δεν υπάρχει γνήσια και ταυτόχρονα άκαρπη πνευματικότητα. «Ο αγαπών αληθώς τον Θεόν, αγαπά και τον πλησίον και τον μακράν, και ολόκληρον την κτίσιν. Αυτή η «ουδέποτε εκπίπτουσα» (πρβλ. Α’ Κορ. ιγ’, 8) θυσιαστική αγάπη είναι ευχαριστιακή πράξις, πλήρωμα ζωής ενταύθα, πρόγευσις και αλήθεια των εσχάτων. Η Ορθόδοξος ημών πίστις είναι πηγή ανεξαντλήτου δυναμισμού, ικανώσεως προς αγώνας πνευματικούς, φιλόθεον και φιλάνθρωπον δράσιν, δαψιλή καρποφορίαν εν τω κόσμω επ᾿ αγαθώ. Πίστις και αγάπη αποτελούν εν τη Εκκλησία ενιαίαν και αδιάσπαστον εμπειρίαν ζωής. Η εν τη αγιοπνευματική κοινωνία της Εκκλησίας βίωσις της ασκήσεως, της νηστείας και της φιλανθρωπίας αποτελεί φραγμόν εις την θρησκειοποίησιν και την μετατροπήν της εκκλησιογενούς ευσεβείας εις άγονον εσωστρέφειαν και εις ατομικόν επίτευγμα».
Καταλήγοντας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, επικαλείται «την άνωθεν ενίσχυσιν διά να υποδεχθώμεν άπαντες, πόθω ζέοντι και ευφροσύνως, την Αγίαν και Μεγάλην Τεσσαρακοστήν», εύχεται «εύδρομον το της νηστείας στάδιον» και απονέμει «εις τους τιμιωτάτους εν Χριστώ αδελφούς και τα ανά την οικουμένην προσφιλή τέκνα της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας την Πατριαρχικήν ημών ευλογίαν».