Να μείνω σε αυτή την ουρά ή να πάω στη διπλανή μπας και προχωρήσει πιο γρήγορα; Ιδού το γνώριμο δίλημμα που κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει, όταν είναι στημένος σε μια ουρά.
Μια νέα αμερικανική μελέτη προειδοποιεί ότι αν κανείς αλλάξει ουρά, επειδή είναι ο τελευταίος στη «δική» του, μάλλον χαμένος θα βγει και θα το μετανιώσει.
Διαπιστώθηκε ότι όσοι αλλάζουν ουρά, τελικά περιμένουν κατά μέσο όρο 10% περισσότερο χρόνο από ό,τι αν είχαν μείνει στην αρχική ουρά. Όσοι αλλάζουν ουρά όχι μία αλλά δύο φορές, τα πάνε ακόμη χειρότερα, καθώς κατά μέσο όρο αναγκάζονται να περιμένουν 67% περισσότερο χρόνο, από ό,τι αν είχαν μείνει στην πρώτη ουρά.
Η έρευνα, με επικεφαλής τον Ράιαν Μπιούελ της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, σύμφωνα με τις βρετανικές «Guardian» και «Telegraph», διαπίστωσε ότι όσοι στέκονται σε μια ουρά, είναι τέσσερις φορές πιθανότερο να την εγκαταλείψουν, όταν είναι τελευταίοι και κανείς δεν βρίσκεται πίσω τους.
Έχουν επίσης διπλάσια πιθανότητα να μετακινηθούν σε μια διπλανή ουρά, παρόλο που κάνοντας κάτι τέτοιο, συνήθως περιμένουν ακόμη περισσότερο ώρα ωσότου εξυπηρετηθούν. Η αιτία είναι ότι οι άνθρωποι σιχαίνονται να είναι τελευταίοι (οι επιστήμονες το ονομάζουν «η αποστροφή της τελευταίας θέσης») και αντιδρούν με τρόπο που συχνά τους γυρνάει μπούμερανγκ.
«Ο αριθμός των ατόμων που βρίσκεται πίσω μας, δεν έχει καθόλου σχέση με το πόση ώρα θα περιμένουμε, παρόλα αυτά επηρεάζει τη συμπεριφορά μας. Αν είμαστε στην τελευταία θέση, είμαστε περίπου 20% λιγότερο ικανοποιημένοι από ό,τι αν πίσω μας βρίσκεται έστω κι ένας άνθρωπος», δήλωσε ο Μπιούελ, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η μελέτη δείχνει ότι περίπου ένας άνθρωπος στους πέντε (20%) νιώθει μεγάλη ανυπομονησία και απέχθεια που βρίσκεται τελευταίος σε μια ουρά, με αποτέλεσμα να μετακινείται σε άλλη, ελπίζοντας εκεί να έχει καλύτερη τύχη, αλλά τελικά μάλλον… ατυχεί.
«Όταν πρέπει να σταθούμε στην ουρά, τείνουμε να κάνουμε την πιο ορθολογική επιλογή, δηλαδή συνήθως να σταθούμε στην πιο μικρή ουρά. Όταν όμως βλέπουμε μια άλλη ουρά να κινείται πιο γρήγορα, μπορεί να μετακινηθούμε σε αυτήν χωρίς να έχουμε επαρκείς πρόσθετες πληροφορίες, με συνέπεια συχνά να βγαίνουμε χαμένοι», ανέφεραν οι ερευνητές.
Όπως είπε ο Μπιούελ, «έχει μεγάλη σημασία να ξεκαθαρίσει κανείς αν όντως η άλλη ουρά κινείται πιο γρήγορα ή αν απλώς δεν νιώθουμε καλά που είμαστε τελευταίοι στη δική μας ουρά».
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι άνθρωποι συνήθως νιώθουν άσχημα που είναι τελευταίοι, τα πρώτα δέκα περίπου δευτερόλεπτα. Μετά τείνουν να συνηθίσουν την ιδέα.
Έτσι, μια απλή συμβουλή που δίνουν οι ερευνητές, είναι μέχρι να περάσουν τα πρώτα δέκα δευτερόλεπτα: Πιάστε συζήτηση με τον μπροστινό σας ή μην κοιτάζετε πίσω σας, γιατί μπορεί παρορμητικά να κάνετε το σφάλμα να πάτε σε άλλη ουρά που πάει ακόμη πιο αργά.