Ίχνη από συνολικά οκτώ ναυάγια, τα οποία χρονολογούνται από την κλασική περίοδο έως και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, εντοπίστηκαν κατά τη διάκεια της ενάλιας έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο αρχιπέλαγος των Φούρνων, από τις 9 ως τις 29 Ιουνίου, από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, με την υποστήριξη του ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation. Η έρευνα έχει σκοπό τον εντοπισμό, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη αρχαίων, μεσαιωνικών και νεότερων ναυαγίων στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Φούρνων.
«Στα ευρήματα της έρευνας του 2017 περιλαμβάνονται ναυάγιο με φορτίο χιακών αμφορέων, χρονολογούμενο στον 4ο αιώνα π.Χ., ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων με φορτίο αμφορέων τύπου Dressel 38, οι οποίοι προέρχονται από εργαστηριακές εγκαταστάσεις της Ισπανίας και προορίζονταν για τη μεταφορά παστών ψαριών, δύο ναυάγια ύστερων ρωμαϊκών χρόνων με φορτία αμφορέων του 6ου και 7ου αιώνα μ.Χ., αλλά και ένα ξύλινο σκαρί της εποχής του μεσοπολέμου, που βυθίστηκε λίγο μετά το 1929», πληροφορεί σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Συμπληρώνει, δε, ότι «από τα ναυάγια αυτά ανελκύστηκαν δειγματοληπτικά αμφορείς, επιτραπέζια κεραμική και λύχνοι. Η εκτενής ποικιλομορφία των φορτίων και η εύρεση πολλών ναυαγίων με επείσακτα, εκτός Αιγαίου, φορτία, φαίνεται να επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα των ερευνών του 2015 και 2016, ότι οι Φούρνοι αποτέλεσαν λόγω της γεωγραφικής τους θέσης και της ποικιλομορφίας του οριζόντιου και κατακόρυφου διαμελισμού των ακτών τους έναν καίριο θαλάσσιο κόμβο που συνδέεται με ένα ευρύτερο δίκτυο θαλασσίων διαδρομών κατά την αρχαιότητα».
Σύμφωνα με το υπουργείο, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, «ο συνολικός αριθμός των εντοπισμένων και τεκμηριωμένων ναυαγίων μαζί με τα ήδη διερευνημένα ναυάγια που καταγράφηκαν κατά το 2015 και 2016 ανέρχεται έτσι στα 53. Εκτός των ναυαγίων καταγράφηκαν και μεμονωμένα ευρήματα, κυρίως απορρίψεις κεραμικής και άγκυρες, αψευδείς μάρτυρες της έντασης και έκτασης της ναυσιπλοΐας και εμπορευματικής διακίνησης στο καίριο αυτό ναυτικό σταυροδρόμι του ανατολικού Αιγαίου».
Την έρευνα πλαισίωσε το ερευνητικό σκάφος του ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation «R/V Hercules», το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την αρχαιολογική χαρτογράφηση της θαλάσσιας περιοχής μεταξύ των ανατολικών ακτών των Φούρνων και του Αγίου Μηνά, σε ζώνες βάθους που δεν είναι προσιτές με συμβατικά μέσα κατάδυσης, από 60 έως 120 μέτρα βάθος. «Για τον εντοπισμό υποψήφιων στόχων χρησιμοποιήθηκε πολυδεσμικός ηχοβολιστής (Multibeam Echo Sounder) και για την οπτική επιβεβαίωση και ταυτοποίηση των στόχων υποβρύχιο μη επανδρωμένο όχημα (R.O.V.)», ενημερώνει το ΥΠΠΟΑ. «Όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, καίριας σημασίας για την επιτυχή έκβαση της έρευνας υπήρξε η ευαισθητοποίηση του τοπικού πληθυσμού και η εκτενής συλλογή πληροφοριών από την κοινότητα των αλιέων, οι οποίοι παρείχαν αφειδώς πληροφορίες για την ύπαρξη αρχαιοτήτων στον βυθό και οδήγησαν στον γρήγορο εντοπισμό τους. Σημαντική, επίσης, ήταν η συμβολή του Δήμου Φούρνων-Κορσεών, του δημάρχου Γ. Μαρούση, με τη συνεχή παροχή υπηρεσιών και διευκολύνσεων στο έργο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων», προσθέτει.
Τη γενική διεύθυνση της έρευνας είχε ο αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, δρ Γιώργος Κουτσουφλάκης, ενώ επικεφαλής του Ιδρύματος R.P.M. Nautical Foundation ήταν ο αρχαιολόγος, δρ Peter Campbell.