Το φαινόμενο της σωματικής κακοποίησης παιδιών και οι διαστάσεις που έχει λάβει έκαναν πιο επιτακτική από ποτέ την ανάγκη ενός προγράμματος με εθνικό αποτύπωμα.
Σύμφωνα με έρευνες, ένα στα δύο παιδιά, ηλικίας 11-16 ετών, έχει πέσει θύμα τουλάχιστον μιας εμπειρίας σωματικής βίας. Εκτιμάται ότι 9 στις 10 περιπτώσεις δεν αναφέρονται ποτέ και παραμένουν χωρίς διάγνωση και αντιμετώπιση.
Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να σώσει τη ζωή ενός παιδιού, ιδιαίτερα των παιδιών κάτω των 4 ετών που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου ή αναπηρίας από σωματική κακοποίηση, ανέφερε ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθανάσιος Δημόπουλος, κατά τη διάρκεια παρουσίασης του 1ου εθνικού προγράμματος Επιμόρφωσης Ιατρών για τη Διαχείριση Περιστατικών Σωματικά Κακοποιημένων Παιδιών.
Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του προγράμματος έχουν εκπαιδευτεί περισσότεροι από 1.220 επαγγελματίες υγείας σε όλη την Ελλάδα, για την αναγνώριση της σωματικής κακοποίησης των παιδιών, βάσει αξιολόγησης με καινοτόμο εργαλείο που δημιουργήθηκε από Έλληνες και Αμερικανούς επιστήμονες.
Το πρόγραμμα αποτελεί πρωτοβουλία και σύμπραξη της Εταιρίας κατά της Κακοποίησης του Παιδιού- ΕΛΙΖΑ και της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού». Η υλοποίησή του ξεκίνησε τον Μάιο του 2016, πραγματοποιείται υπό την επιστημονική καθοδήγηση των Ιατρικών σχολών των Πανεπιστημίων YALE & IOWA και σε αυτό συμμετέχουν όλες οι πανεπιστημιακές παιδιατρικές κλινικές της χώρας.
Σύμφωνα με στοιχεία μελέτης των φακέλων 161 παιδιών με επιβαρυμένο κοινωνικό ιστορικό ή/και σοβαρό τραυματισμό, από τα 35.273 παιδιά τα οποία νοσηλεύθηκαν κατά το χρονικό διάστημα 2014-2015 στο νοσοκομείο παίδων «Π. και Α. Κυριακού» προέκυψε ότι η μέση ηλικία των παιδιών με πιθανή σωματική κακοποίηση ήταν τα 7,7 έτη, σε αντίθεση με επιδημιολογικά δεδομένα των ΗΠΑ, όπου η πλειονότητα των περιστατικών σωματικής κακοποίησης αφορά παιδιά ηλικίας κάτω των 3 ετών.
Επιπλέον, ο μέσος χρόνος παραμονής των παιδιών αυτών στο νοσοκομείο ήταν 26 ημέρες. Αξίζει όμως να τονιστεί ότι για τα 6 στα 10 παιδιά επιτεύχθηκε η ένταξη σε συγγενικό περιβάλλον ή πλαίσιο φιλοξενίας. Παρατηρήθηκε επίσης, ότι τα βρέφη είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα σωματικής κακοποίησης, στοιχείο σύμφωνο με τα διεθνή βιβλιογραφικά δεδομένα για την ευαλωτότητα των βρεφών στη σωματική κακοποίηση.
Σχεδόν στο 20% των παιδιών που νοσηλεύθηκαν με έγκαυμα και 35% των παιδιών που νοσηλεύθηκαν με κάταγμα, το ιστορικό που δόθηκε από τους γονείς ή φροντιστές δεν ήταν συμβατό με τα ιατρικά ευρήματα ή/ και το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού. Τέλος, ένα στα τρία εγκαύματα θα μπορούσε να είχε προληφθεί με καλύτερη εκπαίδευση των γονέων/φροντιστών για την αποφυγή ατυχημάτων λόγω αμέλειας.