«Βαλτωμένη» στις εκατοντάδες χιλιάδες εκκρεμείς υποθέσεις είναι η Δικαιοσύνη, με τον υπουργό κ. Μιλτ. Παπαϊωάννου να αναζητεί λύσεις, ενεργοποιώντας τους δικαστές των ανωτάτων δικαστηρίων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το σοβαρό πρόβλημα των μεγάλων καθυστερήσεων στην απονομή δικαίου.
Για να βγει η Δικαιοσύνη από το αδιέξοδο, στο οποίο έχει περιέλθει, παρά τις κατά καιρούς νομοθετικές παρεμβάσεις των προκατόχων του, ο κ. Παπαϊωάννου εξετάζει τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των δικαστηρίων από τις τρεις που ισχύει σήμερα στις πέντε το απόγευμα, τη μείωση του χρόνου διακοπών των δικαστών κατά 15 ημέρες (το δικαστικό έτος να αρχίζει την 1η και όχι στις 16 Σεπτεμβρίου), ακόμη και την ίδρυση της δικαστικής αστυνομίας, παρά το οικονομικό κόστος του εγχειρήματος.
Εως τις 10 Οκτωβρίου, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ρένα Ασημακοπούλου, ο εισαγγελέας του ανωτάτου δικαστηρίου κ. Ιω. Τέντες, αλλά και η ηγεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας αναμένεται να καταθέσουν τις προτάσεις τους.
Έμφαση δίνουν, πρώτον, στην αποποινικοποίηση ήσσονος σημασίας παραβάσεων και τη μετατροπή τους σε διοικητικές κυρώσεις (πρόστιμα κ.λπ.), δεύτερον, στην άμεση λειτουργία Ποινικών Τμημάτων στα μεγάλα δικαστήρια της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά), τα οποία θα απαρτίζονται από δικαστές που θα απασχολούνται αποκλειστικά με την εκδίκαση ποινικών υποθέσεων και δεν θα μετατίθενται σε άλλα Τμήματα (εργατικά, αστικά κ.λπ.) ώστε να εκδικάζονται τάχιστα όλες οι υποθέσεις.
Τρίτον, εισηγούνται τη δημιουργία οργανωμένων προανακριτικών τμημάτων στις μεγάλες Εισαγγελίες Πρωτοδικών, την αναμόρφωση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, «ο οποίος θεσπίσθηκε το 1950 και απηχεί τις κοινωνικές ανάγκες εκείνης της περιόδου». Η ηγεσία του Αρείου Πάγου, τόσο η πρόεδρος κ. Ασημακοπούλου, όσο και ο εισαγγελέας κ. Τέντες, έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ της παράτασης του ωραρίου των δικαστηρίων, ως ένα από τα μέτρα για την επιτάχυνση της απονομής Δικαιοσύνης.
Πράγματι, τα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης εμφανίζουν τα ποινικά δικαστήρια σε κατάσταση «εμφράγματος» από την πληθώρα των υποθέσεων που εισάγονται προς συζήτηση, καθώς έχει δραματικά αυξηθεί η δικαστηριακή ύλη. Σύμφωνα με τους αριθμούς από τις αρχές του 2011 εκκρεμούν στις Εισαγγελίες Εφετών, Πρωτοδικών και τα Πρωτοδικεία, πάνω 445.000 υποθέσεις.
Οι υποθέσεις, κυρίως τα πλημμελήματα, δικάζονται ύστερα από επτά ή οκτώ χρόνια, ενώ για να συζητηθούν στα ανώτατα δικαστήρια περνά και μια δεκαετία. Από την άλλη, οι αγωγές και οι αιτήσεις για διαταγές πληρωμής και προσημειώσεων που εκκρεμούν ανέρχονται σε περίπου 420.000, εκ των οποίων οι μισές είναι αγωγές.
Μόνο οι μηνύσεις ξεπέρασαν τις 750.000! Η κατάσταση είναι απελπιστική και εντείνεται καθώς πληθαίνουν οι προσφυγές στα διοικητικά δικαστήρια για φορολογικά ζητήματα. Ως τον Ιούλιο του 2011 εκκρεμούσαν σε όλα τα διοικητικά δικαστήρια των Αθηνών 165.452 φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις. Από αυτές οι 138.720 δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί για δίκη.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας η κατάσταση είναι επίσης δύσκολη. Για την έκδοση μιας απόφασης απαιτoύνται συνήθως περισσότερα από τέσσερα χρόνια, αφού εισάγονται κατ’ έτος περί τις 8.000 υποθέσεις και περαιώνονται λιγότερες από 6.000. Το 2010 εκκρεμούσαν στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο περί τις 20.000 δικογραφίες, με το ελληνικό Δημόσιο να πρωτοστατεί στις αιτήσεις αναιρέσεων.
Την ίδια αρνητική εικόνα εμφανίζουν τα περισσότερα Ειρηνοδικεία Αττικής. Ενδεικτικά, το Ειρηνοδικείο Αμαρουσίου, προσδιορίζει δικασίμους μετά τρία και πλέον χρόνια, ενώ των Αθηνών, του Χαλανδρίου, της Ν. Ιωνίας και της Κρωπίας, ύστερα από δύο χρόνια.