Η αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, μιας νέας πατρίδας, βρίσκεται πλέον στο μυαλό των περισσότερων από τους σύρους πρόσφυγες που εγκατέλειψαν μια σχεδόν κατεστραμμένη χώρα, για να σωθούν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους, σώζοντας όμως μαζί και την ελπίδα ότι ακόμα τίποτα δεν έχει τελειώσει. Αυτή η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, πιο ειρηνικό και όμορφο είναι που τους κράτησε ζωντανούς στο δύσκολο ταξίδι της προσφυγιάς.
Άνθρωποι κάθε ηλικίας, άντρες, γυναίκες, παιδιά όλοι μαζί κουβαλούν την κοινή ελπίδα της νέας ζωής και ο καθένας χωριστά κουβαλά τη μοναδική ελπίδα για μια νέα αρχή. Τα παιδιά παραμένουν πάντα τα τραγικά πρόσωπα αυτής της οδυνηρής αναζήτησης και σε αυτά φωλιάζει η ελπίδα ότι καμία προσπάθεια δεν πάει χαμένη. Οι Σύριοι πρόσφυγες συνεχίζουν να ονειρεύονται, να προσπαθούν και ν’ αγωνιούν για συγγενείς και φίλους που άφησαν πίσω σε μια χώρα, που καθημερινά σπαράζεται στον εμφύλιο πόλεμο, βουλιάζοντας στην οδύνη και την καταστροφή.
Πολλές φορές όμως τα όνειρα αυτών των ανθρώπων γίνονται πραγματικότητα πιο γρήγορα απ’ ότι περιμένουν οι ίδιοι περιμένουν. Παίρνουν σάρκα και οστά γιατί υπάρχουν κάποιοι άλλοι άνθρωποι που όχι απλώς δέχονται να προσφέρουν χέρι βοήθειας αλλά γιατί αληθινά πιστεύουν στις δυνατότητες, την εντιμότητα, τη θέληση, εμψυχώνοντάς τους καθημερινά. Τους άνοιξαν τα σπίτια τους, τους έκαναν μέλη των οικογενειών τους και τους προσέφεραν όχι απλά ένα πιάτο φαγητό, αλλά την ελπίδα που αναζητούσαν.
Αυτό ακριβώς αποδεικνύουν οι ιστορίες τριών νέων ανθρώπων, προσφύγων από τη Συρία και δυο γυναικών από την Καβάλα που μαζί με τις οικογένειές τους έκαναν πράξη το όνειρο μιας καινούργιας ζωής.
Ο 27χρονος Ταρίκ, ο 31χρονος Σαμίρ και ο 22χρονος Ταλίμπ είναι οι τρεις νέοι που αν και κατάγονται από την ίδια πόλη της Συρίας, εντούτοις η μοίρα τους έφερε να γνωριστούν και να γίνουν φίλοι χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, σε μια άγνωστη χώρα και πόλη, κάτω από δύσκολες συνθήκες. Ο καθένας τους κουβαλά τη δική του ιστορία και οι τρεις όμως κουβαλούν την πίστη ότι ο ανθρωπισμός και η αλληλεγγύη κερδίζει και μεγαλουργεί. Δεν έπεσαν έξω.
Για έναν μήνα περίπου το άτυπο κέντρο φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών που λειτουργεί με την αποκλειστική ευθύνη του δήμου Καβάλας, μέσα στις κτηριακές εγκαταστάσεις του εκθεσιακού κέντρου «Απόστολος Μαρδυρης» στην τοπική κοινότητα Νέας Καρβάλης, ήταν το νέο τους σπίτι, όταν μετά από ένα δύσκολο ταξίδι έφτασαν στην Καβάλα. Η παραμονή τους εκεί έμελε ν’ αποτελέσει και την απαρχή της νέας ζωής που και οι τρεις ζητούσαν από τη στιγμή που γνώρισαν τις οικογένειες δυο Καβαλιωτών. Σήμερα οι τρεις νέοι έχουν υποβάλει αίτηση χορήγησης ασύλου στην Ελλάδα, μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα, ετοιμάζονται σε λίγα 24ωρα να λάβουν την άδεια παραμονής τους, τα επίσημα ταξιδιωτικά τους έγγραφα και ήδη βρίσκονται σε αναζήτηση εργασίας.
Η πολύτιμη βοήθεια των δύο οικογενειών από την Καβάλα και προσωπικά των δυο γυναικών, που στήριξαν τους τρεις νέους σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, της κ. Ελένης Ταλιχμανίδου και της κ. Ελένης Μαρκοπούλου απέδειξε περίτρανα ότι η πίστη στον άνθρωπο είναι ευλογία Θεού.
Ο Ταρίκ, ο Σαμίρ και ο Ταλίμπ, κοιτώντας σχεδόν στα μάτια της δυο γυναίκες μίλησαν στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, περιγράφοντας ο καθένας τον δικό του αγώνα για να σωθεί από μια χώρα που καταστρέφεται και για το επικίνδυνο ταξίδι της αναζήτησης μια νέας ζωής.
«Ότι έχετε δει, ότι έχετε ακούσει δε συγκρίνεται με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα»
«Έφυγα από τη Συρία τον περασμένο Οκτώβρη» λέει αρχικά ο Σαμίρ «αφήνοντας πίσω τους γονείς μου και την αδερφή μου, η οποία είναι παντρεμένη κι έχει τη δική της οικογένεια. Έμενα στο Χαλέπι, μια πόλη που κάποτε είχε 5.000.000 πληθυσμό, όπως η Αθήνα, αλλά πλέον είναι συθέμελα κατεστραμμένη, με τη ζωή να είναι κόλαση για το 1.000.000 συμπολίτες μου που παρέμειναν εκεί. Σε όλη τη διάρκεια αυτού του πολέμου, έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 500.000 Σύροι. Ότι έχετε δει, ότι έχετε ακούσει στις ειδήσεις, δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Σταυρώνω τα δάχτυλά μου που είχα την τύχη να βγω από αυτή την κόλαση».
«Πήγα στην Τουρκία» συνεχίζει ο Σαμίρ «έφτασα στη Σμύρνη, ήμουν πρόθυμος να δουλέψω εκεί, όμως κατάλαβα ότι το πέρασμα από εκεί θα ήταν σύντομο. Πλήρωσα 700 € για να μπω σε μια άθλια βάρκα μέσα στη νύχτα, ώστε να περάσω στη Λέσβο. Εκεί έμεινα τρεις νύχτες και μετά έφτασα στην Καβάλα. Μένοντας τρεις εβδομάδες εδώ στην Καβάλα, κατάλαβα ότι μου αρέσει ο τρόπος ζωής των Ελλήνων, ότι είμαστε καλοδεχούμενοι σε αυτόν τον τόπο. Είστε εξαιρετικοί άνθρωποι, μας υποστηρίζετε και μας δίνετε δύναμη Αγαπώ πολύ τη χώρα σας και θέλω να είμαι μέρος της. Τώρα, μαθαίνω ελληνικά, ώστε να μπορέσω σύντομα να βρω μια εργασία».
Ο Σαμίρ, που παρακολούθησε πρόσφατα και το καρναβάλι της Ξάνθης και ενθουσιάστηκε από αυτή τη μεγάλη γιορτή, ανέφερε ότι έχει ήδη καταθέσει τα χαρτιά του, ώστε να μπορέσει να ενταχθεί στις υπηρεσίες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ.
«Θέλω να μείνω στην Ελλάδα για μια ζωή»
Παίρνοντας τον λόγο ο Ταλίμπ, μιλάει για ταξίδι στη δική του «Γη της Επαγγελίας» αλλά και για τη γνωριμία με τα αλλά δυο παιδιά. «Έμενα κι εγώ στο Χαλέπι, όμως δεν γνώριζα ούτε τον Σαμίρ ούτε τον Ταρίκ. Γνωριστήκαμε στο κέντρο φιλοξενίας της Νέας Καρβάλης. Πριν 4,5 μήνες, έφυγα από τη Συρία, ώστε να αναζητήσω μια καλύτερη τύχη. Πραγματικά, δεν μπορώ να περιγράψω τι έχουμε περάσει εκεί. Από τον Λίβανο, βρέθηκα στην Τουρκία. Έμεινα τρεις μήνες. Προσπάθησα να αναζητήσω δουλειά, όμως αν δε γνωρίζεις τη γλώσσα, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Κανείς δεν πρόκειται να σε βοηθήσει. Είναι μια δύσκολη χώρα η Τουρκία για να ζεις. Έκανα δύο απόπειρες να περάσω στην Ελλάδα. Την πρώτη με συλλάβανε και πέρασα ένα βράδυ στη φυλακή. Τη δεύτερη ήμουν πιο τυχερός, πέρασα στη Μυτιλήνη κι έφτασα στην Καβάλα, όπου έμεινα στη Νέα Καρβάλη για τρεις εβδομάδες. Τώρα, μαθαίνω ελληνικά και είμαι τυχερός, αφού βρήκα δουλειά στο νησί της Θάσου».
«Όλοι σας είστε φιλικοί» λέει ο Ταλίμπ και συνεχίζει: «σας αρέσει να βοηθάτε τους συνανθρώπους σας. Θέλω να μείνω στην Ελλάδα για μια ζωή. Αγάπησα τη χώρα σας από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου εδω».
«Νομίζω ότι μπορώ να ονειρεύομαι ξανά»
Πιο περιπετειώδης ήταν η άφιξη του Ταρίκ στη Ελλάδα. Ο 27χρονος Σύρος έφυγε από την πατρίδα του το 2012, λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα των εμφύλιων ταραχών. Πρώτα, βρέθηκε στην πράσινη ζώνη, στη Βαγδάτη, όπου έμεινε για δέκα μήνες. Με τα πρώτα λεφτά που μάζεψε, πήγε στον Λίβανο και με αεροπλάνο έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Αναζητώντας δουλειά, μόλις ανέφερε ότι είναι από τη Συρία, παντού έβλεπε κλειστές πόρτες. Τελικά, τα κατάφερε και δούλεψε για μερικούς μήνες. Με τα λίγα λεφτά που κατάφερε να συγκεντρώσει, το 2013 προσπάθησε κι αυτός να περάσει στην Ελλάδα, όμως συνελήφθη από τις αστυνομικές Αρχές, οι οποίες τον γύρισαν πίσω στην Κωνσταντινούπολη. Αφού πρώτα έπεσε θύμα κλοπής, βρήκε νέα δουλειά και κατάφερε κι αυτός μ’ ένα καΐκι να περάσει στη Λέσβο. «Δεν το πίστευα ότι έφτασα στην Ελλάδα, ούτε τους αστυνομικούς πίστευα όταν μου έδειχναν το σήμα τους» λέει και θυμάται με τρόμο εκείνες τις στιγμές.
«Αφού πήρα τα χαρτιά μέσα σε δυο μέρες, έφτασα στην Καβάλα και τη Νέα Καρβάλη» λέει ο Ταρίκ και συνεχίζει: «εδώ βρήκα φιλικούς ανθρώπους, που ήθελαν να μας βοηθήσουν. Εδώ γνώρισα την κ. Ελένη, η οποία μου είπε ότι θέλει να με βοηθήσει για να ξεκινήσω μια δεύτερη ζωή και να ξεχάσω ότι έγινε στο παρελθόν. Την ευχαριστώ για όλα. Είναι η δεύτερη μητέρα μου. Πλέον, νομίζω ότι μπορώ να ονειρεύομαι ξανά» λέει με ευγνωμοσύνη.
Ο 27χρονος Σύριος ήταν ένας από αυτούς που βίωσαν και την απελπισία στον καταυλισμό της Ειδομένης, αρκούμενος στο να αναφέρει ότι «είναι ένα μέρος, με 14.000 ανθρώπους που συνωστίζονται ο ένας πάνω στον άλλο, που ακούς κλάματα παιδιών που αρρωσταίνουν συνεχώς, όπου ξεχνάς πως υπάρχει ελπίδα για καλύτερο αύριο».
Η Ελένη Ταλιχμανίδου, δημοτική υπάλληλος στο επάγγελμα και από τους πρωτεργάτες στην οργάνωση και τη λειτουργία του άτυπου κέντρου φιλοξενίας προσφυγών στη Νέα Καρβάλη από τον δήμο Καβάλας, επισημαίνει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Ήταν κάτι πρωτόγνωρο όλο αυτό για μας. Οι πέντε ώρες που θα έμεναν προσωρινά οι πρόσφυγες, έγινε ένας μήνας! Ανθρωπιστικά και τεχνοκρατικά, διαχειριστήκαμε ως δήμος Καβάλας όλη αυτή την κατάσταση, μιας και είχαμε να αντιμετωπίσουμε ανθρώπους με μια τελείως διαφορετική κουλτούρα. Στη Νέα Καρβάλη, γνώρισα τα τρία παιδιά και τον Καλίντ, που τώρα είναι στη Βέροια. Μας βοήθησαν κι αυτοί με τη σειρά τους, ώστε να κατανοήσουμε πως είναι διαμορφωμένες οι οικογένειες και τον τρόπο ζωής τους, την κουλτούρα τους».
Αναφερόμενη στην απόφαση που πήρε να ανοίξει το σπίτι της σ’ έναν πρόσφυγα και σχεδόν να τον κάνει μέλος της οικογενείας της, τονίζει: «Ήταν μια οικογενειακή απόφαση, αν και έχω ένα παιδί, που φέτος περνάει τη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων. Γνώρισα τον Ταρίκ και μας άνοιξε την ψυχή του, αλλά έφυγε μετά για την Ειδομένη. Ο σύζυγός μου, μόλις είδε τις εικόνες από εκεί, αμέσως είπε να φέρουμε πίσω τον Ταρίκ και θα κάνουμε ότι καλύτερο γι’ αυτόν. Περνάμε πολλές ώρες με τα παιδιά, με πολύ αγάπη. Ο Ταλίμπ, με τη βοήθεια της κ. Μαρκοπούλου, πηγαίνει στη Θάσο, ενώ ο Σαμίρ λόγω της επιστημονικής του ιδιότητας, ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν ότι με τα σύνορα κλειστά, θα έπρεπε να αναζητήσει την τύχη του στη χώρα μας. Έστειλε το βιογραφικό του στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, πέρασε από συνέντευξη και αναμένουμε απάντηση, αφού υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Ήδη, όπως κι οι άλλοι δύο, ξεκίνησαν την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Όλοι τους, όμως, κατάλαβαν από την πρώτη στιγμή ότι για να ζήσουν στην Ελλάδα νόμιμα και πιθανόν μόνιμα, αυτό θα το δείξει ο χρόνος, έπρεπε να έχουν τις απαιτούμενες άδειες και προς αυτή την κατεύθυνση, τους βοηθήσαμε με κάθε τρόπο».