«”Μαμά, δε θέλω να ανεβώ στο φουσκωτό, φοβάμαι ότι θα πνιγώ στη θάλασσα”, μου έλεγαν τα παιδιά μου όταν μπαίναμε στη βάρκα για να περάσουμε από την Τουρκία στην Ελλάδα. Τους έδινα ελπίδα και τους απαντούσα ότι πρέπει να ανεβούμε για να ζήσουμε, κι ας είναι να περάσουμε μέσα από τον δρόμο της θάλασσας και του θανάτου. Το ταξίδι αυτό κράτησε δύο ώρες, ήμασταν 65 άνθρωποι μέσα στη βάρκα και κάθε στιγμή κοιτούσα τα παιδιά μου σαν να ήταν η τελευταία φορά…». Τα λόγια ανήκουν στη Σάλιχα Ισμαήλ από τη Συρία, που βρίσκεται σήμερα με τα τρία της παιδιά, ηλικίας 9, 8 και 5,5 ετών, στο Κέντρο Προσωρινής Φιλοξενίας Προσφύγων και Αιτούντων Μετεγκατάστασης στα Διαβατά.
«Μιλώ σε κάθε μάνα, σε ολόκληρο τον κόσμο, της ζητώ να φανταστεί τις καταστάσεις που έζησα σαν μητέρα. Ο άντρας μου είναι στη Γερμανία εδώ και έξι μήνες, και έφυγε γιατί η κατάσταση της υγείας του δεν ήταν καλή. Εγώ έφυγα στις αρχές του 2016, κουβαλώντας τα τρία μου παιδιά στα φουσκωτά σκάφη του θανάτου, γιατί η κατάσταση στη Συρία ήταν πολύ άσχημη, το έκανα υποχρεωτικά», λέει η Σάλιχα που ένωσε σήμερα τη φωνή της με εκείνη των υπολοίπων προσφύγων και μεταναστών, αντιπροσωπεία των οποίων, με αφορμή τη σημερινή Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες για το προσφυγικό, παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, ζητώντας από την Ευρώπη να ακουστεί η φωνή τους και να ανοίξουν τα σύνορα ώστε να κατευθυνθούν σε κάποια χώρα και να ζήσουν εκεί ειρηνικά.
Την ενημέρωση των δημοσιογράφων επιδίωξαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες που διεκδικούν να αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι για να τονίσουν ότι έφυγαν με τη βία από τις χώρες στις οποίες ζούσαν, παρά τη θέλησή τους, επειδή απειλείτο η ζωή τους.
Την ώρα της συνέντευξης, έξω από το κτίριο του διοικητηρίου στο Κέντρο Φιλοξενίας των Διαβατών, άνδρες, γυναίκες και παιδιά διαδήλωναν κρατώντας πανό και πλακάτ και φωνάζοντας συνθήματα, διεκδικώντας να ανοίξουν τα σύνορα της ΠΓΔΜ. “Μη μας στερείτε τα δικαιώματά μας”, “Το άσυλο είναι ανθρώπινο δικαίωμα του καθενός”, “Η μετανάστευση δεν είναι έγκλημα”, “Άγγελα Μέρκελ, βοήθησέ μας, πεθαίνουμε εδώ αργά. Θέλουμε ειρήνη”, “Η ελευθερία απαγορεύεται”, “Ποια είναι η αμαρτία των παιδιών του Αφγανιστάν που πέφτουν θύματα τρομοκρατίας; “, έγραφαν τα πανό.
«Οι περισσότεροι λένε ότι οι Αφγανοί φεύγουν από την πατρίδα τους για οικονομικούς λόγους. Εγώ είχα την καλύτερη ζωή. Δούλευα στα μέσα ενημέρωσης για 11 χρόνια. Έφυγα γιατί στις 20 Ιανουαρίου, στο λεωφορείο που ήμασταν με συναδέλφους έπεσε βόμβα των Ταλιμπάν. Επτά σκοτώθηκαν και είκοσι τραυματίστηκαν. Δεχόμασταν απειλές από τους Ταλιμπάν γιατί δουλεύαμε στα μέσα ενημέρωσης. Έτσι αναγκαστήκαμε να φύγουμε», λέει ο Μιρβάις Αμιρί από το Αφγανιστάν. Περιγράφοντας τη διαδρομή του μέχρι εδώ σημειώνει ότι πέρασε αρχικά στο Πακιστάν, μετά το Ιράν, την Τουρκία και στη συνέχεια στην Ελλάδα. «Κοιμόμασταν στα δάση, με βροχή, με απίστευτες δυσκολίες. Υπήρχαν πολλά μωρά, ενός ή δύο ετών, που έζησαν τις ίδιες δυσκολίες με εμάς», λέει και προσθέτει: «Το ξυπνητήρι μας ήταν οι βόμβες. Οι περισσότεροι από εμάς χάσαμε τα πάντα, τα σπίτια και την περιουσία μας, ό,τι είχαμε και δεν είχαμε. Έχουμε ζήσει 37 χρόνια τον πόλεμο στη χώρα μας και ακόμα συνεχίζεται ο πόλεμος. Υπάρχουν πάρα πολλές ομάδες που σκοτώνουν καθημερινά τους Αφγανούς».
Στο ερώτημα πού θέλει να πάει, ο Νιχάντ Μπαρκούντ από τη Συρία απαντά: «Δεν με ενδιαφέρει σε ποια χώρα θα φτάσω, Γερμανία Βρετανία, Γαλλία. Με ενδιαφέρει να βρω ειρήνη και να μείνω εκεί». «Θέλουμε να ανοίξει ο βαλκανικός δρόμος για να φτάσουμε εκεί που θέλουμε, όχι μόνο στη Γερμανία, στην Αυστρία, τη Σουηδία, τη Γαλλία», λέει ο Μιρβάις Αμιρί ενώ ο Χαμίντουλαχ Φαριαμπί από το Αφγανιστάν τονίζει: «Δεν θέλουμε να μείνουμε εδώ, στην Ελλάδα, γιατί ξέρουμε ότι η οικονομική κατάσταση εδώ είναι πολύ άσχημη και η χώρα δεν έχει τη δυνατότητα να σηκώσει αυτό το βάρος». Για την Σάλιχα Ισμαήλ, άλλωστε, η επιλογή είναι μία: «Ο άνδρας μου είναι στη Γερμανία και δεν θα δεχτώ να πάω σε μια άλλη χώρα. Έχουν ανάγκη τα παιδιά μου για τον πατέρα τους, όπως και εγώ», σημειώνει.
Πρόσφυγες και μετανάστες μιλούν και για τα κυκλώματα των διακινητών, σημειώνοντας ότι άλλοι ξόδεψαν ως τώρα 30.000 δολάρια για να φτάσουν μέχρι εδώ. 15.000 δολάρια δηλώνει ότι πλήρωσε ο Μιρβάις Αμιρί, 5.000 δολάρια ο Νιχάντ Μπαρκούντ, ενώ ο Χουσείν Αρμανάζι από τη Συρία δηλώνει ότι δεν διαθέτει τα 4.000 δολάρια για τα οποία διακινητής του υποσχέθηκε να τον μεταφέρει σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης.
Για τη μετεγκατάσταση (relocation) σε ευρωπαϊκές χώρες, οι περισσότεροι επισημαίνουν ότι δεν έχουν ξεκινήσει τις διαδικασίες αυτές, καθώς ελπίζουν ακόμη ότι τα σύνορα της ΠΓΔΜ θα ανοίξουν. Όλοι τους όμως ευχαριστούν την Ελλάδα, την κυβέρνηση, τον λαό και τις εθελοντικές οργανώσεις για όσα τους προσφέρουν.
Την κατάσταση που επικρατεί στα σα Διαβατά περιγράφει, εξάλλου, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο προσωρινά υπεύθυνος του Κέντρου Φιλοξενίας, Σάκης Παπαθεμελής. «Ήδη από χθες υπάρχει μια εκδήλωση ανησυχίας εκ μέρους των φιλοξενουμένων εδώ στο κέντρο. Τα πράγματα είναι υπό έλεγχο. Δεν έχουμε ιδιαίτερα προβλήματα, αλλά, όπως είναι λογικό, μετά από 15 μέρες παραμονής, και πάνω από 15 μέρες εντός του κέντρου, συνεχώς ζητούν να μάθουν για τη μελλοντική προοπτική τους. Χτες κάναμε μια διαπραγμάτευση με εκπροσώπους των Αφγανών, Ιρανών και των Σύρων που διαμένουν εδώ, και προσπαθήσαμε να τους τονώσουμε το ηθικό λέγοντας ότι αυτό που κάνουμε είναι να βελτιώνουμε τις συνθήκες διαβίωσης εδώ. Ξέρουμε τις δυσκολίες, ξέρουμε τα προβλήματα που υπάρχουν σε θέματα υγιεινής και άλλα, όμως με μεγάλη προσπάθεια και με εθελοντική βοήθεια συνεχώς τα βελτιώνουμε. Από εκεί και πέρα οι άνθρωποι θέλουν μια απάντηση για τη μελλοντική τους προοπτική», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Έξω από το κτίριο του διοικητηρίου του Κέντρου Φιλοξενίας, ανάμεσα στην ομάδα των ανθρώπων που πραγματοποίησαν διαμαρτυρία με το αίτημα να ανοίξουν τα σύνορα, διακρίνονται τα πρόσωπα μικρών παιδιών, ζωγραφισμένα με πολύχρωμες μπογιές από μέλη εθελοντικών οργανώσεων που έχουν έρθει στα Διαβατά για να περνούν χρόνο μαζί τους. Κάποια άλλα παιδιά παίζουν ανέμελα ποδόσφαιρο στο γηπεδάκι που έχει στηθεί λίγα μέτρα μακρύτερα…