Με τη φράση «χρόνια στο κουρμπέτι», χαρακτηρίζουμε πολύπειρους ανθρώπους.
Η έκφραση προκύπτει από την τουρκική λέξη «curbe» που σημαίνει εξορία και ξενιτιά. Έτσι, όταν λέμε ότι έχει κάνει χρόνια στο «κουρμπέτι», εννοούμε ότι είναι πολύπειρος.
Επιπλέον, έχει προταθεί και μια ακόμη εξήγηση που θέλει τις ρίζες της έκφρασης να είναι ακόμη παλιότερες και να βρίσκονται στην Ανατολή. Πιστεύεται ότι «κουρμπέτι», σημαίνει «ιερή αποδημία», που είναι μια πανάρχαια μορφή ασκητισμού. Ο μοναχός, αντί να καταφεύγει στην ερημιά, γύριζε τον κόσμο ζητιανεύοντας.
Αργότερα ο κόσμος λέγοντας την λέξη «κουρμπέτι» εννοούσε την πιάτσα, την αγορά, εκεί που γίνονταν τ’ αλισβερίσια κι όπου έπρεπε κάποιος να είναι μάγκας για να ανταποκριθεί.
«Βγαίνω στο κουρμπέτι», λοιπόν, έφτασε να σημαίνει «πιάνω δουλειά» και «είμαι χρόνια στο κουρμπέτι» θα πει «δουλεύω επί πολλά χρόνια και είμαι έμπειρος».