Τη διαφωνία τους με την απόφαση να διακοπούν οι παραστάσεις του έργου «Ισορροπία του Nash» εκφράζει το διοικητικό συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου, τονίζοντας πως «κατανοούμε τη δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής, αλλά πιστεύουμε ότι έπρεπε να ολοκληρώσει τον κύκλο της και διαφωνούμε με το κατέβασμα του έργου».
Ειδικότερα, στην ανακοίνωση αναφέρεται:
Το Θέατρο είναι τόπος ελεύθερης έκφρασης και ελεύθερου διαλόγου. Κατανοούμε τη δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής και την αγωνία του μήπως συμβεί κάτι έκρυθμο στο κοινό, τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης η «Ισορροπία του Nash», αλλά πιστεύουμε ότι έπρεπε να ολοκληρώσει τον κύκλο της και διαφωνούμε με το κατέβασμα του έργου. Μα πιο πολύ από όλα θέλουμε να εκφράσουμε δημοσίως την αγωνία μας για αυτή την αδιανόητη επίθεση που υφίσταται η τέχνη τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας.
Κάποιοι επιθυμούν να μας ρίξουν σε ένα βαθύ συντηρητισμό και μάλιστα σε μια στιγμή που γύρω μας καταρρέουν όλα τα αυτονόητα. Εξαφανίζεται πλέον και η απλή λογική: από πού κι ως πού όταν ο καλλιτέχνης μιλάει για ένα θέμα και το ερευνά, σημαίνει ότι το αγκαλιάζει και το ενστερνίζεται; Από πότε υπάρχουν στην τέχνη θέματα ταμπού; Θα έπρεπε να διαγραφούν λαμπρά κομμάτια από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, αν υπερίσχυε αυτή η αόρατη λίστα απαγορεύσεων!
Ο Αισχύλος θα περνούσε πολύ άσχημα, αν ήταν σύγχρονός μας, επειδή είχε την τόλμη στους «Πέρσες» να εστιάσει στον πόνο και στο θρήνο των εχθρών και μάλιστα λίγα χρόνια αφότου αυτοί είχαν κατακάψει τη χώρα του. Πολεμιστές από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας ζούσαν ακόμη όταν πρωτοανέβηκε η παράσταση. Κι από ότι ξέρουμε δεν απειλήθηκε η σωματική του ακεραιότητα.
Η τέχνη οφείλει να φιλοξενεί τη φωνή των αδικημένων αλλά και των αδικούντων. Αλλιώς δεν θα έπρεπε να ανεβαίνει κανένα έργο του Σαίξπηρ.