Για κάποιον που έχει δεχτεί την απόρριψη από το πρόσωπο που επιθυμεί συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε τη φράση «έφαγε χυλόπιτα»!
Η ρίζα της φράσης εντοπίζεται στα παλιά χρόνια, όποτε και τα γιατροσόφια έδιναν και έπαιρναν.
Από το 1800 ως το 1860 περίπου, ο «κομπογιαννιτισμός» είχε σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ. Αν και ορισμένοι είχαν αναδεχθεί σε θαυμάσιους πρακτικούς γιατρούς, ανάμεσά τους υπήρχαν και διάφοροι επιτήδειοι που προσπαθούσαν με ψευτοπράγματα να κάνουν δήθεν καλά εκείνους που ζητούσαν τη βοήθειά τους.
Ένας κομπογιαννίτης που έμεινε γνωστός ήταν ο Παρθένης Νένιμος από τα Γιάννενα που έζησε γύρω στα 1815. Γι’ αυτόν λέγεται ότι έστειλε πολλούς Αρβανίτες στον άλλο κόσμο, θέλοντας να δοκιμάσει φάρμακα πάνω τους.
Μια από τις συνταγές του πάντως ήταν ο χυλός από σιτάρι, ψημένος στο φούρνο μαζί με μπαχαρικά, που την έδινε στους βαριά ερωτευμένους. Αυτοί που αγαπούσαν λοιπόν χωρίς να αγαπιούνται, για να τους περάσει ο καημός, έπρεπε να φάνε από την πίτα αυτή τρία πρωινά συνέχεια, τελείως νηστικοί.
Από το περίφημο αυτό γιατροσόφι έμεινε η φράση «έφαγε χυλόπιτα».