Ηχηρό χτύπημα στη φοροδιαφυγή, στις συναλλαγές κάτω από το τραπέζι, στην αυθαίρετη και παράνομη δόμηση και στα εγκλήματα σε βάρος ανηλίκων δίνει η κυβέρνηση. Ο υπουργός Εσωτερικών κ. Ι. Ραγκούσης, ο οποίος αναμένεται να φέρει αυτή την εβδομάδα προς έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο το νέο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων, έχει επεξεργαστεί ρυθμίσεις-«φωτιά» με στόχο να χτυπηθεί η παρανομία κυρίως στις πολεοδομίες και στις εφορίες, οι οποίες εξακολουθούν να κρατούν τα σκήπτρα της διαφθοράς. Ετσι, όπως ρητώς θα ορίζει διάταξή του, για πρώτη φορά θα αφαιρείται η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στους επιβλέποντες μηχανικούς που συμβάλλουν με οποιονδήποτε τρόπο στην αυθαίρετη δόμηση.
Το άρθρο ένα του νομοσχεδίου που παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα» είναι απολύτως σαφές: οι υπάλληλοι θα τίθενται πλέον αυτοδικαίως σε αργία εφόσον στερήθηκαν την προσωπική τους ελευθερία ύστερα από πρωτοβάθμια απόφαση Ποινικού Δικαστηρίου ή από ένταλμα προσωρινής κράτησης που εκδόθηκε σε βάρος τους. Σε αργία θα τίθενται και όταν «παραπέμπονται αμετακλήτως στο ακροατήριο προκειμένου να δικαστούν για τα αδικήματα της δωροδοκίας,τηςυπεξαίρεσης περί την υπηρεσία,της κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια,της ασέλγειας με κατάχρηση εξουσίας ή της πορνογραφίας ανηλίκων». Σε αργία θα τίθενται και οι υπάλληλοι στους οποίους επιβλήθηκε «η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης ή της προσωρινής παύσης άνω των έξι μηνών».
Η ρύθμιση με την οποία θα τίθενται σε αργία οι υπάλληλοι που παραπέμπονται για το αδίκημα της «κατάχρησης ανηλίκων σε ασέλγεια, της ασέλγειας με κατάχρηση εξουσίας ή της πορνογραφίας ανηλίκων» συμπεριελήφθη για πρώτη φορά μετά τη διαπίστωση ότι δημόσιοι λειτουργοί οι οποίοι συνελήφθησαν ακόμη και να ασελγούν σε βάρος ανηλίκων είχαν τιμωρηθεί στο παρελθόν απλώς με επίπληξη ή με μετάθεση.
Στο άρθρο 2 του νομοσχεδίου ορίζεται ότι, εκτός των άλλων, αποτελεί πλέον πειθαρχικό παράπτωμα και «η απόκτηση οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος προς όφελος του ίδιου του υπαλλήλου ή τρίτου προσώπου,κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου ή εξ αφορμής αυτών». Ως πειθαρχικό παράπτωμα ορίζεται και «η αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη ή ανάξια για υπάλληλο συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας».
Επιπλέον, για να τεθούν σε παύση οι επίορκοι υπάλληλοι αρκεί και μόνον να προκύπτουν σε βάρος τους «επαρκείςενδείξεις» και όχι «βάσιμες ενδείξεις», όπως συνέβαινε ως τώρα. Οι νέες πειθαρχικές ποινές είναι: «Στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής στη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων οργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου από ένα ως πέντε έτη και αφαίρεση της άσκησης των καθηκόντων προϊσταμένουοργανικής μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου».
Στο νομοσχέδιο ορίζεται ακόμη ότι το αρμόδιο όργανο, όταν συντρέχουν επιβαρυντικές περιστάσεις πειθαρχικού χαρακτήρα, μπορεί να επιβάλει και διοικητική κύρωση που κυμαίνεται από 10.000 ευρώ ως 30.000 ευρώ. Επίσης ο χρόνος παραγραφής αυξάνεται από τα δύο στα πέντε χρόνια. Για παραπτώματα για τα οποία δεν μπορεί να επιβληθεί ποινή κατώτερη του υποβιβασμού, η παραγραφή είναι δεκαετής. Στην περίπτωση παραπτώματος με οικονομικό περιεχόμενο η παραγραφή αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία η υπηρεσία έλαβε γνώση της τελέσεως της πράξης και όχι από την ημέρα διαπράξεως του παραπτώματος.
Τέλος, για πρώτη φορά οι συνδικαλιστές δεν μετέχουν στα πειθαρχικά όργανα.