Τον 18ο αιώνα η ταβέρνα «Όρος Σινά» ήταν το καπηλειό της Άνω Πόλης στη Θεσσαλονίκη της εποχής. Εκεί «σύχναζαν» επισκέπτες από όλες τις εθνότητες που, εκτός των άλλων, απολάμβαναν την εξαιρετική τοποθεσία, με θέα τον Θερμαϊκό Κόλπο.

Ο χώρος αυτός, στο σημερινό ακραίο σημείο της οδού Έβρου, πρόκειται να αποκτήσει και πάλι ζωή καθώς στα σχέδια του δήμου Νεάπολης – Συκεών για την περιοχή των τειχών που ανήκουν στα όριά του περιλαμβάνεται η ανακατασκευή του «Όρους Σινά» προκειμένου να ανοίξει και πάλι στον κόσμο και να του μεταδώσει τη δική του ιστορία.

Την εικόνα που θα έχει η περιοχή στο προσεχές μέλλον θα «συμπληρώνουν» τα διατηρημένα προσφυγικά σπίτια, τα εργαστήρια αγγειοπλαστικής, ψηφιδωτού και αγιογραφίας που θα δημιουργηθούν, το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού, αλλά και τμήμα των τειχών της Θεσσαλονίκης απαλλαγμένο από καταστροφικές προσθήκες και αυθαίρετες κατασκευές.

«Οι παρεμβάσεις αυτές προβλέπονται, σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα στο οποίο εντάχθηκε ο Δήμος Νεάπολης – Συκεών. Τον περασμένο Οκτώβριο ξεκίνησαν εργασίες ανάπλασης της λεγόμενης «πολιτιστικής γειτονιάς» και αποκατάστασης των κτισμάτων και των μεταβυζαντινών τειχών της Θεσσαλονίκης» εξηγεί ο προϊστάμενος του Τεχνικού Τμήματος της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (ΕΒΑ), αρχιτέκτων Βασίλης Κονιόρδος, με αφορμή την ανακοίνωση της αποκεντρωμένης διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης για την αποπληρωμή της δεύτερης φάσης του συγχρηματοδοτούμενου αυτού έργου.

Σε ό,τι αφορά ειδικά την «πολιτιστική γειτονιά», η εκτίμηση του δημάρχου Σίμου Δανιηλίδη για τη λειτουργία της, είναι για τις αρχές του 2013. «Η φιλοσοφία της είναι να αποκατασταθούν τα παλιά προσφυγιά σπίτια ως μνημεία της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας και να φιλοξενηθούν εκεί καλλιτεχνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Αναφέρει επίσης ότι θα γίνει προσπάθεια για την έγκριση χρηματοδότησης και της τρίτης φάσης του έργου που προβλέπει την επαναλειτουργία του «Όρους Σινά», την ανακατασκευή 109 κτισμάτων, τη λειτουργία δύο ακόμη εργαστηρίων και τη δημιουργία ενός βρεφικού σταθμού και ενός νηπιαγωγείου.

Εξάλλου, ο κ. Κονιόρδος επισημαίνει ότι πρόσφατα ανακαλύφθηκε ένας ρωμαϊκός πύργος που δεν αναφέρεται στα ιστορικά κείμενα των περιηγητών της Θεσσαλονίκης, γεγονός που προσθέτει μια ακόμη ψηφίδα στην ιστορία της οχύρωσης της πόλης. Ο πύργος είναι διπλός, εσωτερικά προϋπήρχε ο ρωμαϊκός και εξωτερικά κατασκευάστηκε βυζαντινός και αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών καθαρισμού στο τείχος.

Παράλληλα σε εξέλιξη βρίσκονται οι εργασίες αποκατάστασης του τείχους σε μήκος τετρακοσίων μέτρων με τα πιο σύγχρονα υλικά και με ειδικές μεθόδους που απομακρύνουν τα ξένα σώματα χωρίς να προσβάλλουν το μνημείο. Ενδεικτικά ο κ. Κονιόρδος επισημαίνει ότι «επιστρατεύτηκε» από το Δήμο εργοστάσιο που κατασκεύαζε έναν ειδικό τύπο πλακιδίων, το οποίο είχε κλείσει και ξαναλειτούργησε μόνο για το σκοπό αυτό.

Την ίδια στιγμή γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια για την αντιμετώπιση του προβλήματος των αυθαίρετων κατασκευών καθώς τα τελευταία χρόνια είχαν κάνει την εμφάνισή τους πάνω στα τείχη μπαλκόνια με μάρμαρα και υπέροχη θέα, σιδερένιες πόρτες και κτίσματα από μπετόν.

«Όλα εξετάζονται κατά περίπτωση. Βλέπουμε κατά πόσο υπάρχουν εγκαταλειμμένα κτίσματα και πρωτόκολλα κατεδάφισης, ενώ διατηρούνται τα διατηρητέα προσφυγικά κτίσματα», σημειώνει και αναφέρει ότι οι μέχρι στιγμής οι εντυπώσεις των κατοίκων της περιοχής είναι πολύ θετικές.
Οι παρεμβάσεις όμως δεν σταματούν στα 400 μέτρα των τειχών του Δήμου Νεάπολης – Συκεών.

Σύμφωνα με τον προϊστάμενο του Τεχνικού Τμήματος της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, από τα 8.000 μέτρα του τείχους της Θεσσαλονίκης σήμερα σώζονται τα 4.500 και για το σύνολό τους έχουν εγκριθεί εργασίες αποκατάστασης χρηματοδοτούμενες από το ΕΣΠΑ. «Στο πλαίσιο αυτό έχουμε μια καλή συνεργασία και με το Δήμο Θεσσαλονίκης για τις κοινές μας δράσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σημειώνεται ότι τα τείχη στο σύνολό τους κηρύχτηκαν ιστορικό διατηρητέο μνημείο τη δεκαετία του ’60, ενώ έχουν χαρακτηριστεί και Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO, το 1989.