Aνοδική πορεία παρουσίασε την περίοδο 1993-2009 η συνολική εγχώρια κατανάλωση τυροκομικών προϊόντων (σε ποσότητα), με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 2,3%. Καθόλη τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, τα ελληνικά τυριά κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κατανάλωσης τυροκομικών (2009: 62%), ωστόσο η κατανάλωση εισαγόμενων τυριών εμφάνισε άνοδο την περίοδο 2005-2009, με μέσο ετήσιο ρυθμό 9,4%. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα μελέτης της Icap Group, η εισαγωγική διείσδυση το 2009 ήταν της τάξεως του 38% ενώ η εξαγωγική επίδοση της τάξεως του 17%.
Η συνολική εγχώρια παραγωγή τυροκομικών προϊόντων παρουσίασε, σε γενικές γραμμές, ανοδική πορεία κατά την περίοδο 1993-2009, με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,8%. Η κατηγορία των μαλακών τυριών, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η φέτα, κατέχει διαχρονικά το μεγαλύτερο μερίδιο στη συνολική παραγωγή τυροκομικών προϊόντων (2009: 64%). Η κατηγορία των σκληρών και ημίσκληρων τυριών κατατάσσεται δεύτερη θέση (2009: 22,4%) και ακολουθούν οι λοιπές κατηγορίες.
Ο κλάδος των τυροκομικών προϊόντων αποτελεί μέρος του ευρύτερου κλάδου των γαλακτοκομικών προϊόντων, η ανάπτυξη του οποίου τις τελευταίες δεκαετίες έχει οδηγήσει στην επίτευξη υψηλού παραγωγικού δυναμικού, καθώς και στην προσφορά μεγάλης ποικιλίας προϊόντων. Χαρακτηριστικό του κλάδου των τυροκομικών προϊόντων αποτελεί ο μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σ’ αυτόν, τόσο παραγωγικών όσο και εισαγωγικών.
Στον παραγωγικό τομέα, η εγχώρια αγορά χαρακτηρίζεται από ευρεία διασπορά, με την ύπαρξη μεγάλου αριθμού μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων (οι περισσότερες τοπικής εμβέλειας), καθώς και ορισμένων μεγάλων βιομηχανιών.
Εκτός από τον παραγωγικό τομέα, ο κλάδος περιλαμβάνει ένα αξιόλογο πλήθος μεγάλων εισαγωγικών εταιρειών, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κλάδο των ειδών διατροφής και σε ορισμένες από αυτές τα τυροκομικά προϊόντα καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των συνολικών πωλήσεών τους. Οι εταιρείες αυτές έχουν ανεπτυγμένο δίκτυο διανομής, εισάγουν μεγάλη ποικιλία κυρίως “επώνυμων” τυροκομικών προϊόντων, από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ διατηρούν και άμεσες σχέσεις/ συνεργασίες με πολυεθνικές εταιρείες του κλάδου.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των παραγωγικών επιχειρήσεων γαλακτοκομικών προϊόντων βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος επιχειρήσεων.
Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού των παραγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου (βάσει δείγματος 51 εταιρειών) προκύπτουν τα εξής: Οι συνολικές πωλήσεις τους παρουσίασαν μείωση 1,5% το 2009/08 ενώ το μικτό κέρδος παρέμεινε ουσιαστικά σταθερό. Ωστόσο, τα συνολικά κέρδη προ φόρου των εταιρειών του δείγματος αυξήθηκαν κατά 20,2% το 2009/08, γεγονός στο οποίο συνετέλεσε και η σημαντική μείωση των χρηματοοικονομικών δαπανών.
Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού των εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου (βάσει δείγματος 15 εταιρειών), προκύπτουν τα εξής: Οι συνολικές πωλήσεις τους μειώθηκαν κατά 4,2% το 2009 σε σχέση με το 2008. Αντίθετα, τα μικτά κέρδη αυξήθηκαν κατά 9,5%, τα συνολικά κέρδη προ φόρου εισοδήματος κατά 11,7% και τα κέρδη EBITDA κατά 12,2%.
Τέλος, όσον αφορά την εξέλιξη της αγοράς, παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι, η συνολική εγχώρια κατανάλωση τυροκομικών προϊόντων (σε ποσότητα) δε θα παρουσιάσει αξιόλογη μεταβολή την προσεχή διετία σε σχέση με το 2009, καθώς τα τυροκομικά προϊόντα αποτελούν βασικό αγαθό της ελληνικής- μεσογειακής διατροφής. Οι ίδιες πηγές προβλέπουν ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής το 2010-2011 θα κυμανθεί στο ±2%-3%. Ωστόσο, η τρέχουσα αρνητική οικονομική συγκυρία ενδέχεται να «μετατοπίσει» τη ζήτηση μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών τυριών.