Υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες μορφές του Αλβανικού Έπους. Ένας αληθινός πατριώτης που ενσάρκωσε το πραγματικό νόημα του πατριωτισμού: Όχι απλά να αγαπάς την πατρίδα, αλλά να την υπερασπίζεσαι.
O συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης, ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά υποχρέωσε τις δυνάμεις του Άξονα στην πρώτη ήττα τους κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, όταν και εκδηλώθηκε η ιταλική εισβολή, ο συνταγματάρχης Δαβάκης αντιμετώπισε με επιτυχία την 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια».
Γεννήθηκε στα Κεχριάνικα του Γερολιμένα Μάνης το 1897. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Γυμνάσιο και στη συνέχεια ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού, αφού εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων. Απέσπασε σημαντικές διακρίσεις από τη συμμετοχή του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συγκεκριμένα, στη μάχη του Σκρα και της Δοϊράνης ξεχώρισε για τα ανδραγαθήματά του και προήχθη σε ταγματάρχη.
Αργότερα, πήγε στη Γαλλία, όπου φοίτησε στη Σχολή Πολέμου Παρισίων. Είχε άριστες επιδόσεις και τα συγγράμματά του χαρακτηρίστηκαν πρωτοποριακά. Θεωρήθηκε μάλιστα ο πρόδρομος της νέας στρατιωτικής αντίληψης σύμφωνα με την οποία τα άρματα μάχης μπορούν να συνιστούν τη βασική ορίζουσα των πολεμικών επιχειρήσεων.
Ωστόσο, αντιμετώπιζε προβλήματα με το αναπνευστικό του και βρισκόταν σε κατάσταση ανάρρωσης στην οικία του στην Καλλιθέα, όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μπροστά στις ανάγκες του αγώνα, τέθηκε επικεφαλής του αποσπάσματος της Πίνδου, ανάμεσα στην VIII Μεραρχία και το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, και με την επιθετική του τακτική «μάντρωσε» τους Ιταλούς, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στις σελίδες του ημερολογίου του. Συγκεκριμένα, με δύναμη 2.000 ανδρών, αντιμετώπισε την Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια».
Σε γραπτή συκλονιστική μαρτυρία του τότε Αντισυνταγματάρχη Πεζικού Ι.Α. Βερνάρδου, περιγράφεται η στιχομυθία των ιστορικών πρωταγωνιστών πριν από την πρώτη μάχη, με τελικό αποδέκτη, τον Δαβάκη:
«Στις 5 η ώρα ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως τηλεφωνεί στον Στρατηγό Πιτσίκα, Διοικητή του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, που είχε στις προσταγές του και το Απόσπασμα Πίνδου.
– Στρατηγέ, ο Ιταλός μας έδωσε τελεσίγραφο. Στις 6 η ώρα, θα μας επιτεθούνε. Λαβε τα μέτρα σου και ο Θεός μαζί μας».
– Κύριε Πρόεδρε, είμεθα έτοιμοι να τους υποδεχθούμε».
Μόλις εσταμάτησε η συνδιάλεξις αυτή, ο Στρατηγός Πιτσίκα παίρνει στο τηλέφωνο τον Διοικητή Αποσπάσματος Πίνδου.
– Κώστα, ο Πρωθυπουργός τηλεφωνεί πως σε μία ώρα θα μας επιτεθούν οι Ιταλοί…. Κράτησέ τους όπως είπαμε… ».
– Στρατηγέ μου, από δω και μισή ώρα το Πυροβολικό τους άρχισε την επίθεσι… όλα πάνε καλά. Μείνατε ήσυχος».
– Καλή τύχη, Κώστα μου».
Ο Συν/ρχης Δαβάκης αφήνοντας το τηλέφωνο έγραψε στο μπλοκ του την πρώτη Διαταγή επιχειρήσεων:
«Προς τους Αξιωματικούς και οπλίτας.
– Ο ύπουλος γείτων μας αιφνιδιαστικώς μας επετέθη. Η Ελλάς αναμένει από ένα έκαστον εξ ημών να προστατεύσωμεν τα σύνορά της και την τιμήν της και να δώσωμεν ένα καλό μάθημα εις τον εισβολέα. Φανήτε Έλληνες και κρατήστε γερά τα όπλα’ πίστην εις τον Θεόν και τον εαυτόν σας και τους Διοικητάς σας. Πειθαρχία, καρτερία και θάρρος. Ζήτω η Ελλάς. Να κοινοποιηθή εις άπαντας τους Αξιωματικούς και οπλίτας».
Την 1η Νοεμβρίου 1940, οι υπό τις διαταγές του Κωνσταντίνου Δαβάκη δυνάμεις του Αποσπάσματος Πίνδου, πέρασαν στην αντεπίθεση. Κατά τη διάρκειά της, τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος και αναγκάστηκε να αποχωρήσει από το μέτωπο.
Η σύλληψη και το μαρτυρικό τέλος
Νοσηλεύτηκε στην Κοζάνη και στον Ευαγγελισμό της Αθήνας. Τελικά, επέστρεψε στην Καλλιθέα, αλλά τελούσε υπό το άγρυπνο βλέμμα των δυνάμεων Κατοχής. Έτσι, όταν η Αντίσταση καθιστούσε αφιλόξενη και την Καλλιθέα για τους κατακτητές, εκείνοι προέβησαν σε μαζικές συλλήψεις. Μία από αυτές αφορούσε και τον Δαβάκη.
Συγκεκριμένα, στις αρχές του Δεκεμβρίου του 1942, ο Κωνσταντίνος Δαβάκης συνελήφθη από τις Ιταλικές Κατοχικές Δυνάμεις και κλείστηκε στις Φυλακές Καλλιθέας που τότε βρίσκονταν στον χώρο του πρώην Σκοπευτηρίου, εκεί όπου σήμερα υπάρχει το σχολικό συγκρότημα του Αγίου Νικολάου.
Έπειτα από συνεχή αιτήματα προς τον Ιταλό Φρούραρχο Αθηνών, ο Κωνσταντίνος Δαβάκης μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο Παίδων για περίθαλψη, αλλά στις 19 Δεκεμβρίου 1942, το Τμήμα Βασιλικών Καραμπινιέρων του Φρουραρχείου Αθηνών έκανε γνωστό ότι ο θρυλικός συνταγματάρχης παρέμενε υπό κράτηση.
Τον Δεκέμβριο του 1942 ο Δαβάκης μεταφέρεται με άλλους ομήρους στρατιωτικούς στο Μπάρι της Ιταλίας με το επιβατικό πλοίο «Citta di Genova». Με τον τρόπο αυτό, οι γερμανικές και ιταλικές αρχές κατοχής, αποσκοπούν να αναχαιτίσουν τη μαζική έξοδο των αξιωματικών στο βουνό και στις αντιστασιακές οργανώσεις, τόσο του ΕΛΑΣ όσο και του ΕΔΕΣ. Στόχος των δυνάμεων κατοχής είναι επίσης να αποτρέψουν και μια πιθανή απόδραση των Ελλήνων από την κατεχόμενη Ελλάδα και την ακόλουθη ένταξή τους στον ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής.
Το μεσημέρι της 21ας Ιανουαρίου 1943 το καράβι έστριψε από το ύψος της Κερκύρας προς την Ιταλία. Την 13.13’ ώρα και ενώ βρισκόταν στο ύψος της νήσου Σάσωνος το πλοίο εβλήθη από τορπίλη του Αγγλικού υποβρύχιου «Τίγρης» (HMS Tigris Ν63) και ακινητοποιήθηκε. Ύστερα από λίγο, την 13.26’ ώρα εβλήθη και από δεύτερη τορπίλη και βυθίστηκε. Από τους 152 Έλληνες ομήρους αξιωματικούς, πνίγηκαν 71, ανάμεσά τους και ο ήρωας της Πίνδου Κωνσταντίνος Δαβάκης ενώ σώθηκαν 81. Λίγο πριν από το συμβάν ο πλοίαρχος Βιβάλντι Πάλμα (ο οποίος σημειωτέον πνίγηκε και αυτός) προσεκάλεσε ιδιαιτέρως τον Κωνσταντίνο Δαβάκη και του προσέφερε το μεσημβρινό γεύμα. Οι διασωθέντες ναυαγοί μεταφέρθηκαν στην Ιταλία σε διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως όπου παρέμειναν μέχρι το τέλος του πολέμου.
«Γενναίε και ηρωϊκέ Συνταγματάρχα…»
Όπως αναφέρεται σε αφιέρωμα της εφημερίδας «Ο ΡΕΠΟΡΤΕΡ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ», η σωρός του Κωνσταντίνου Δαβάκη περισυνελέγη, αναγνωρίστηκε και τάφηκε στον Αυλώνα της Αλβανίας, ενώ μεταπολεμικά, τα οστά του διακομίστηκαν και ενταφιάστηκαν στην Αθήνα.
Όταν το θλιβερό άγγελμα του θανάτου του γενναίου Κωνσταντίνου Δαβάκη έγινε γνωστό στην Καλλιθέα, η πόλη τέλεσε, το πρωί της Πέμπτης 28 Φεβρουαρίου 1943, πάνδημο μνημόσυνο στον Ιερό Ναό των Αγίων Πάντων, εκεί όπου ο διορισμένος δήμαρχος της πόλης, Γεώργιος Κατσιμαγκλής, εκφώνησε τον επιμνημόσυνο λόγο στον οποίο αναφέρονται μεταξύ άλλων:
«Σήμερα Γενναίε και ηρωϊκέ Συνταγματάρχα Δαβάκη, τελούμε, υπό σκληράς συνθήκας, το μνημόσυνό Σου, όχι όπως αξίζη σε Σένα, Σε ήρωα
Ο Δήμος και ολόκληρος η Πόλις της Καλλιθέας, αποτείουσα τον ελάχιστον φόρον τιμής διά τον υπέρ ταύτης και της Πατρίδος θάνατόν Σου, κλίνει ευλαβικά προ της Αγίας Σου Ψυχής το γόνυ και αναφωνεί δια την αγήρω μνήμην σου δι’ εμού το «Ανδρών ηρώων προμάχων Πατρίδος, πεσόντων ευσεβώς και ανδρείως, αιωνία η μνήμη».
Σε πανηγυρική συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών (Μάρτιος του 1948) τού απονεμήθηκε μεταθανάτια το αργυρό μετάλλιο της αυτοθυσίας. Το όνομά του φέρουν πλατείες (Καλλιθέα, Νίκαια) και δρόμοι σε πολλά μέρη της Ελλάδας.