Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε απόφαση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής του έτους 2000, με την οποία επιβλήθηκε πρόσθετη εισφορά σε όσους έχουν δεύτερη κατοικία (εξοχική κατοικία) στο νομό Χαλκιδικής.
Ειδικότερα, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χαλκιδικής στις 13.7.2000 αποφάσισε να επιβάλει εισφορά 44 ευρώ στους κατόχους δεύτερης κατοικίας έως 50 τ.μ. και σε όσους έχουν κατοικία που ξεπερνά τα 50 τ.μ. επέβαλε επιπλέον εισφορά 0,88 ευρώ ανά τ.μ.
Η εισφορά επιβλήθηκε προκειμένου το ποσό που θα συγκεντρωθεί να χρησιμοποιηθεί για τη συντήρηση των δρόμων, τον καθαρισμό των ακτών, τη συγκρότηση ομάδας Νομαρχιακής Αστυνομίας για την πρόληψη και καταστολή αυθαίρετων κατασκευών, τη δημιουργία πυροφυλακείων, την ενοικίαση αεροσκάφους για να προλαμβάνονται περιστατικά πυρκαγιάς κ.λπ.
Σύμφωνα με τη νομαρχιακή απόφαση, από τα επίμαχα έργα θα βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των κατοίκων του νομού Χαλκιδικής και κυρίως όσων μένουν εποχικά στο νομό.
Όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τον Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης τα νομαρχιακά συμβούλια μπορούν να επιβάλλουν τέλη και εισφορές εφόσον έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα.
Τα τέλη και οι εισφορές πρέπει να αντιστοιχούν σε «ειδική αντιπαροχή προς του υπόχρεους για την καταβολή τους», δηλαδή πρέπει να έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα.
Όμως, στην προκειμένη περίπτωση η εισφορά που επιβλήθηκε δεν έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα. Και αυτό γιατί «η ωφέλεια από τα χρηματοδοτούμενα με την εισφορά αυτή έργα και υπηρεσίες, όπως περιγράφονται, δεν περιορίζεται, έστω προεχόντως, στους κατόχους δεύτερης κατοικίας, οι οποίοι, με μέτρο το εμβαδόν της, βαρύνονται αποκλειστικώς με την εισφορά, αλλά καταλαμβάνει αόριστο περαιτέρω κύκλο προσώπων, όπως κατ’ εξοχήν τους μόνιμους κατοίκους, στους οποίους εισφορά δεν επιβάλλεται».
Κατά συνέπεια, η εν λόγω εισφορά, παρά το χαρακτηρισμό της ως «ανταποδοτικής», δεν «έχει πράγματι ανταποδοτικό για τους βαρυνόμενους με αυτήν χαρακτήρα, ως εκ τούτου η επιβολή της με την κανονιστική απόφαση είναι ανίσχυρη, καθώς δεν βρίσκει έρεισμα στην διάταξη του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης», καταλήγει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Να σημειωθεί ότι η επίμαχη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε κατόπιν αναίρεσης υπέρ του νόμου που άσκησε ο Γενικός Επίτροπος Επικρατείας των Διοικητικών Δικαστηρίων επί αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.