«Το ότι ο τάφος του Πλάτωνα βρισκόταν στην Ακαδημία δεν είναι κάτι άγνωστο για τους αρχαιολόγους. Ο Διογένης Λαέρτιος στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ. αναφέρει ότι ο Πλάτωνας θάφτηκε στην Ακαδημία όπου ζούσε τον περισσότερο χρόνο της ζωής του.
Το ίδιο λέει και ο Παυσανίας, ότι δηλαδή ο Πλάτωνας θάφτηκε όχι μακριά από την Ακαδημία. Το σημαντικό είναι ότι έχουμε μια τεχνολογία με την οποία πέτυχαν οι άνθρωποι να διαβάσουν ένα κείμενο 1.000 λέξεων παραπάνω σε σύγκριση με τους προηγούμενους που διάβασαν το κείμενο από τον ίδιο πάπυρο με άλλη τεχνολογία. Και ότι μπορεί να ζήσουμε να μάθουμε κείμενα άγνωστα από τη βιβλιοθήκη του Πείσωνα –του πλούσιου ιδιοκτήτη της βίλας– που θα είναι φιλοσοφικά, γιατί τον ενδιέφερε κυρίως η φιλοσοφία και δη η επικούρεια», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δρ Κώστας Πασχαλίδης, αρχαιολόγος και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), με αφορμή την είδηση για τη νέα ανάγνωση παπύρου του Φιλόδημου του Επικούρειου που βρέθηκε στη «Βίλα των Παπύρων» στο Ερκουλάνεουμ, σημερινό Ερκολάνο της Ιταλίας.
«Ο πάπυρος φέρεται να λέει ότι ο τάφος του Πλάτωνα βρίσκεται κοντά στο τέμενος των Μουσών στην Ακαδημία του. Ο Ολυμπιόδωρος ο Αλεξανδρεύς στον σχολιασμό του για τον Πλάτωνα φέρεται να λέει ότι, φτάνοντας στην Αθήνα, ο Πλάτωνας ίδρυσε διδασκαλείο στην Ακαδημία και σε μέρος αυτού το τέμενος για τις Μούσες. Στην πραγματικότητα όλη η Ακαδημία θεωρείται τέμενος των Μουσών, ο χώρος της γνώσης σαν να λέμε», συμπλήρωσε ο Κ. Πασχαλίδης.
Στη συνέχεια τόνισε: «Αυτό που μπορούμε να πούμε ως ΣΕΑ είναι ότι υπάρχει ανάγκη προστασίας και εποπτείας κάθε δυνατού έργου σε μια ζώνη κηρυγμένη, όπως η ζώνη της Ακαδημίας Πλάτωνος, ότι χρειάζεται προσωπικό και πως είναι τεράστια σημασία να δίνουμε σεβασμό και προληπτική προσοχή σε τέτοιους χώρους».
Η πολυτελή ρωμαϊκή έπαυλη στο Αρχαίο Ηράκλειο (Ερκουλάνεουμ) της Καμπανίας, γνωστή και ως «Βίλα των Παπύρων», με την εντυπωσιακή βιβλιοθήκη της, καταχώθηκε στη γη κατά την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ., η οποία κατέστρεψε το Ερκουλάνεουμ και την Πομπηία. Η βίλα βρέθηκε τυχαία το 1750 και από το 1752 έως το 1754, μέσα από την ανασκαφική διαδικασία, ήρθαν στο φως πολυάριθμοι κύλινδροι παπύρου. Η προσπάθεια αποκρυπτογράφησής τους συνεχίζεται με σύγχρονες μεθόδους ψηφιακής τεχνολογίας.