Το χρονικό διάστημα 2021- 2022 ο συνδυασμός ελλείψεων σε πρώτες ύλες, αλλά και η ενεργειακή κρίση εκτόξευσαν τις τιμές των αγαθών με αποτέλεσμα να έχουμε στην παγκόσμια οικονομία πληθωριστικά φαινόμενα που ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν είχαμε.
Τους τελευταίους τα πράγματα δείχνουν να είναι καλύτερα με τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, εντούτοις δεν συμβαίνει το ίδιο και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat τον Μάρτιο παρουσίασε άνοδο στο 3,4% από 3,1% τον Φεβρουάριο, ενώ και ο δείκτης των τροφίμων παρά το ότι παρουσιάζει αποκλιμάκωση, εντούτοις είναι σε ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από ότι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη.
Σήμερα αναμένονται τα οριστικά και πιο αναλυτικά στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του πληθωρισμού στην Ελλάδα.
Πολλοί είναι εκείνοι, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που έχουν αναφέρει ότι η αιτία του κακού, για το δεύτερο στάδιο της έντασης του πληθωρισμού, είναι η απληστία των επιχειρήσεων.
Αρκετοί επιχειρηματίες έχουν αντιδράσει σε αυτή κατηγορία, ωστόσο, πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος και ο διοικητής της Γιάννης Στουρνάρας ονοματίζουν τους κλάδους εκείνους που ουσιαστικά κερδοσκοπούν εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας, ανεβάζοντας τα περιθώρια κέρδους τους σε πολύ υψηλά επίπεδα. «Πρωταθλητές» αναδεικνύονται, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, υπηρεσίες και βιομηχανία.
Μάλιστα όπως πολλοί αναφέρουν κατά καιρούς οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια ή για την ακρίβεια δεν λένε την απόλυτη αλήθεια. Για παράδειγμα εάν μία επιχείρηση πουλάει ένα προϊόν που της κοστίζει 100 ευρώ, με περιθώριο κέρδους 20%, τότε θα το πουλήσει 120 ευρώ.
Αν το κόστος ανέβει στα 110 ευρώ και διατηρήσει το ίδιο ποσοστό, θα το πουλήσει 132 ευρώ. Στην πρώτη περίπτωση κερδίζει 20 ευρώ ανά προϊόν και στην δεύτερη 22 ευρώ, ενώ το περιθώριο παραμένει το ίδιο.
Σύμφωνα με τα όσα περιλαμβάνονται στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός μεταβολής του δείκτη περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων για το σύνολο της οικονομίας, από σχεδόν μηδενικός που ήταν το 2019 και ελαφρώς αρνητικός την πρώτη χρονιά της πανδημίας, το 2020, έφτασε στο 4% το 2021 και στο 9% το 2022, σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ.
Σωρευτικά, δηλαδή, τη συγκεκριμένη διετία το περιθώριο κέρδους των ελληνικών επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 15%.
Βέβαια όπως φαίνεται από την επιμέρους ανάλυση των στοιχείων, δεν είχαν όλοι οι κλάδοι την ίδια συμμετοχή στο πάρτι αυτό των κερδών. Στη διετία, πρωταγωνιστής ήταν ο τομέας των υπηρεσιών, με αύξηση περιθωρίων που πλησίασε το 30%, ενώ στη βιομηχανία ξεπέρασε το 25%. Κατασκευές και τέχνες κινήθηκαν με αυξήσεις περιθωρίων κέρδους της τάξεως του 15% στη διετία.
Αναλυτικότερα, τη μεγαλύτερη αύξηση περιθωρίων κέρδους παρουσίασαν οι εξής κλάδοι:
- Η βιομηχανία με ρυθμό 6,5% το 2021 και 19,5% το 2022.
- Οι υπηρεσίες, δηλαδή εμπόριο, ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορές και αποθήκευση, με ρυθμό 11,1% το 2021 και 17% το 2022.
- Οι κατασκευές με ρυθμό 3,6% το 2021 και 10,4% το 2022
- Οι τέχνες και διασκέδαση με ρυθμούς 7,9% το 2021 και 7,2% το 2022.
- Οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες με ρυθμούς 2,4% το 2021 και 5,1% το 2022.
Αντιθέτως, στους τομείς της ενημέρωσης και επικοινωνίας, όπως και στις δραστηριότητες που σχετίζονται με την ακίνητη περιουσία, τα περιθώρια κέρδους την κρίσιμη αυτή διετία υποχώρησαν.
Το 2023 σημειώνεται μια υποχώρηση λόγω της αύξησης των μισθών αλλά και της γενικότερης πτώσης του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η αύξηση των περιθωρίων κέρδους είναι αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους παραγωγής, σε συνδυασμό με την υπερβάλλουσα ζήτηση που εκδηλώθηκε μετά το τέλος της πανδημίας. Οι βιομηχανίες επιβαρύνθηκαν από το υψηλό ενεργειακό κόστος, αλλά φρόντισαν να περάσουν την επιβάρυνση με το παραπάνω στις τελικές τιμές, εκμεταλλευόμενες την υψηλή ζήτηση.
Από την άλλη, οι κλάδοι των υπηρεσιών, όπως ο τουρισμός, εκμεταλλεύθηκαν τον ενθουσιασμό για λίγη διασκέδαση μετά την απομόνωση της πανδημίας. Πράγματι, οι Έλληνες καταναλωτές, με τη βοήθεια των αποταμιεύσεων που συσσώρευσαν στη διάρκεια της πανδημίας και των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης, «επέτρεψαν» αυτή την υπέρβαση κερδών.
Τα καλά νέα είναι ότι τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι από το 2023 σημειώνεται μια υποχώρηση των περιθωρίων κέρδους. Σε αυτό συνέβαλε και η αύξηση των μισθών, που «ροκάνισε» λίγο αυτά τα περιθώρια, αλλά και η γενικότερη πτώση του πληθωρισμού, καθώς οι τιμές της ενέργειας αλλά και η υπερβάλλουσα ζήτηση υποχωρούν και τα επιτόκια διατηρούνται υψηλά.
Σύμφωνα με την Τράπεζας της Ελλάδος το «φάρμακο» για την αντιμετώπιση φαινομένων όπως αυτό της εκτίναξης των περιθωρίων κέρδους όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν, είναι η συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών, ώστε να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.