Αντιμέτωποι με την επιβολή πρόσθετου φόρου βρίσκονται όσοι οδηγούν αυτοκίνητο το οποίο ανήκει στην εταιρεία στην οποία εργάζονται.
Το εταιρικό ΙΧ θεωρείται «παροχή σε είδος» και η αξία του αποτελεί εισόδημα για όσους έχουν αυτοκίνητο που ανήκει στην εταιρεία τους. Με το φορολογικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε στη Βουλή αλλάζουν πάλι τα δεδομένα. Το νέο καθεστώς φορολόγησης των αυτοκινήτων είναι ευνοϊκότερο για τα μικρά και μεσαία οχήματα. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τα μεγάλα Ι.Χ..
Σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις που ενεργοποιούνται από το επόμενο έτος:
- Για όχημα με λιανική τιμή πώλησης (προ φόρων) της τάξεως των 12.000 ευρώ, δεν υπάρχει καμία διαφορά σε σχέση με πέρυσι.
- Για όχημα με λιανική τιμή πώλησης (προ φόρων) των 14.000 ευρώ, το εισόδημα που θα προστεθεί στον υπάλληλο που χρησιμοποιεί το Ι.Χ. είναι μικρότερο σε σχέση με φέτος. Συγκεκριμένα μειώνεται στα 560 ευρώ από 980 ευρώ που ανέρχεται για τα φετινά εισοδήματα. Έτσι, ο πρόσθετος φόρος θα μπορεί να φτάσει έως και 246 ευρώ ενώ μέχρι τώρα θα μπορούσε να φτάσει και στα 441 ευρώ το χρόνο. Προκύπτει λοιπόν μια ελάφρυνση που πλησιάζει ακόμη και στα 200 ευρώ ετησίως για πολύ μεγάλο αριθμό εργαζομένων που χρησιμοποιούν τη λύση του επαγγελματικού οχήματος.
- Για όχημα αξίας 20.000 ευρώ το πρόσθετο εισόδημα με την εφαρμογή του νέου πλαισίου θα φτάσει στα 6.600 ευρώ από 2.800 ευρώ που είναι σήμερα. Η αύξηση 3.800 ευρώ της αξίας ανεβάζει το συνολικό ύψος του εισοδήματος σε είδος και κοστίζει ακριβά για τον φορολογούμενο. Ο πρόσθετος φόρος που μπορεί να επιβληθεί φτάνει ακόμη και με τη νέα φορολογική κλίμακα στα 2.904 ευρώ (χωρίς την εισφορά αλληλεγγύης) ενώ για το ίδιο αυτοκίνητο με το καθεστώς που ίσχυε μέχρι τώρα, δεν μπορούσε να ξεπεράσει τα 1.260 ευρώ. Προκύπτει λοιπόν πρόσθετη επιβάρυνση περίπου 1.650 ευρώ.
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις:
- Οποιεσδήποτε παροχές σε είδος λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ ανά φορολογικό έτος και μόνο για το υπερβάλλον ποσό.
- Η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται με βάση την ακόλουθη κλίμακα ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 14.000 ευρώ ως ποσοστό 4% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
β) για ΛΤΠΦ από 14.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό 20% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό 33% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό 35% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
ε) για ΛΤΠΦ από 25.001έως 30.000 ευρώ ως ποσοστό 37% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
στ) για ΛΤΠΦ πλέον των 30.001 ευρώ, ως ποσοστό 20% της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα. Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
ί) 0-2 έτη καμία μείωση
ϋ) 3-5 έτη μείωση 10%
ϋί) 6-9 έτη μείωση 25%
ίν) Από 10 έτη και μετά μείωση 50%.
Εξαιρέσεις
Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 17.000 ευρώ.