Πολύτιμες ανάσες για την ελάφρυνση των οφειλών, δίνουν οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τις 120 δόσεις που αφορά σε χρέη προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους ΟΤΑ, μέχρι και το τέλος του 2018, όπως εκτιμά ο επιχειρηματικός κόσμος.
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κωνσταντίνος Μίχαλος, σημείωσε σε δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η ρύθμιση των 120 δόσεων αποτελεί ευκαιρία και ανάσα για τους οφειλέτες με ληξιπρόθεσμα χρέη μέχρι και το τέλος του 2018, αλλά συμπλήρωσε ότι βασική στόχευση, τόσο της παρούσας κυβέρνησης όσο και της επόμενης, θα πρέπει να είναι η διαμόρφωση μίας τέτοιας ασφαλιστικής και φορολογικής πολιτικής η οποία δεν θα επιτρέψει να δημιουργηθεί μία νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλετών.
Ο κ. Μίχαλος πρόσθεσε ότι οι «κόφτες» που έχουν προβλεφθεί στο νομοσχέδιο αποκλείουν τους κακοπληρωτές και εμποδίζουν έναν οφειλέτη να εγκαταλείψει τη ρύθμιση, ενώ στα θετικά στοιχεία του νομοσχεδίου συμπεριλαμβάνεται ότι η ελάχιστη μηνιαία δόση ορίζεται στα 30 ευρώ για όσους οφειλέτες έχουν ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ, καθώς θα διευκολύνει τους ασθενέστερους να φανούν συνεπείς στην αποπληρωμή των οφειλών τους.
Το ότι περιλαμβάνονται στα χρέη και ληξιπρόθεσμες οφειλές μέχρι τέλος του 2018, επίσης, χαρακτηρίζεται θετικό στοιχείο προκειμένου να αφορά η ρύθμιση το μεγαλύτερο δυνατόν αριθμό οφειλετών.
«Ελπίζουμε, ωστόσο, ότι θα είναι η τελευταία ρύθμιση που θεσμοθετείται για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών», σημείωσε ο κ. Μίχαλος, «και θα υπάρξει εξορθολογισμός ώστε να μη γεννηθεί, στο μέλλον, μία νέα γενιά ληξιπρόθεσμων οφειλών».
«Ευπρόσδεκτη η ρύθμιση των 120 δόσεων, αρκεί να μην υπάρξουν δυσάρεστες εκπλήξεις στο τελικό κείμενο»
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, σημείωσε ότι η τριπλή ρύθμιση οφειλών σε εφορίες, ταμεία και ΟΤΑ δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, συνέχισε ο ίδιος, δεν μπορούμε να θριαμβολογούμε καθώς είναι και αυτονόητη, αφού νοικοκυριά, επαγγελματίες κι επιχειρήσεις ασφυκτιούν υπό το βάρος σχεδόν 150 δισ. ευρώ χρεών, που δημιουργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια λόγω της κρίσης αλλά και της «τυφλής» υπερφορολόγησης, κυρίως σε βάρος των μικρομεσαίων.
Οι διευκολύνσεις για την εξυπηρέτηση των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία ακουμπά στον πυρήνα του προβλήματος: Τη συσσώρευση χρεών από εισφορές, οι οποίες υπολογίστηκαν επί πλασματικών, επί ανύπαρκτων εισοδημάτων, σημείωσε ο πρόεδρος, προσθέτοντας ότι, υπό αυτήν την έννοια, το «κούρεμα» αυτών των χρεών σε ποσοστό, που εκτιμάται ότι φτάνει κατά μέσο όρο στο 65%, αναμένεται ότι θα δώσει ανάσες. «Θα πρέπει, ωστόσο, να επιστήσουμε την προσοχή στους ελεύθερους επαγγελματίες, που θα κάνουν χρήση της ρύθμισης, ότι ο επανυπολογισμός εισφορών και οφειλών με βάση την κατώτατη εισφορά των 157 ευρώ του νόμου Κατρούγκαλου, συνεπάγεται μικρότερη σύνταξη κι αυτό σημαίνει ότι οι επιλογές και οι αποφάσεις τους θα πρέπει να είναι μετρημένες, προς αποφυγήν δυσάρεστων εκπλήξεων», τόνισε.
«Η ρύθμιση για τα χρέη στις εφορίες μοιάζει λιγότερο τολμηρή», είπε ο κ. Χατζηθεοδοσίου και συνέχισε: «Είναι, άλλωστε, ενδεικτικό ότι για να έχει κάποιος τη δυνατότητα των 120 δόσεων, θα πρέπει να έχει οφειλή τουλάχιστον 3.600 ευρώ, καθώς η ελάχιστη δόση των 30 ευρώ λειτουργεί ως “κόφτης”. Θα πρέπει, επίσης, να επισημάνουμε ότι όσο πιο ψηλά ανεβαίνει το δηλωθέν εισόδημα, τόσο ανεβαίνει η δόση της ρύθμισης και περιορίζεται ο χρονικός της ορίζοντας, γεγονός που καθιστά λιγότερο ελκυστικό το πλαίσιο για τα μεσαία εισοδήματα. Θετικό αναμφίβολα το γεγονός ότι θα ληφθούν υπ όψιν τα πραγματικά και όχι τα τεκμαρτά εισοδήματα, αν και διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο θα αποθαρρυνθούν οι αποκαλούμενοι “στρατηγικοί κακοπληρωτές”, δηλαδή, οι “έχοντες”, που απλώς δεν πληρώνουν. Θεωρούμε, πάντως, προβληματική την πρόβλεψη μόλις 18 δόσεων για τα χρέη των επιχειρήσεων, οι οποίες στην πραγματικότητα έχουν μοναδική διέξοδο τον Εξωδικαστικό για να ρυθμίσουν τα χρέη τους. Μας προβληματίζει, επίσης, το γεγονός ότι η πλατφόρμα για τα χρέη στην εφορία θα είναι ανοικτή έως τις 28 Ιουνίου και παρά τις πληροφορίες περί παράτασης, αυτή η προσέγγιση δείχνει καθαρά εισπρακτική λογική (να πιεστούν οι ενδιαφερόμενοι), παρά διάθεση να διευκολυνθούν οι φορολογούμενοι».
«Ελπίζουμε, τέλος», πρόσθεσε ο πρόεδρος, «ότι το σχέδιο νόμου που έχουν ετοιμάσει τα συναρμόδια υπουργεία να είναι αυτό που τελικά θα ψηφιστεί, καθώς παρά τις διαβεβαιώσεις, δεν μπορούμε παρά να είμαστε επιφυλακτικοί αναμένοντας το αποτέλεσμα των συζητήσεων με τους εκπροσώπους των δανειστών. Το παράδειγμα των ανατροπών της τελευταίας στιγμής στο πλαίσιο της α’ κατοικίας, είναι, άλλωστε, πολύ νωπό».
Δήλωση προέδρου ΕΣΕΕ
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Γιώργος Καρανίκας, σημείωσε ότι η συνομοσπονδία «δεν μπορεί παρά να επικροτήσει μια ρύθμιση την οποία η ίδια είχε ζητήσει επιτακτικά και που μπορεί να χαλαρώσει τον βρόχο της υπερχρέωσης στα πιο ευάλωτα τμήματα της αγοράς και της κοινωνίας».
Συγκεκριμένα τόνισε: «Είναι σαφές ότι, ο επανυπολογισμός και η αναδρομική μείωση των ασφαλιστικών οφειλών με βάση το νόμο Κατρούγκαλου είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά από την άλλη, ο ελάχιστος αριθμός των 18 δόσεων για τις οφειλές των επιχειρήσεων προς το Δημόσιο κρίνεται καταρχήν ανεπαρκής. Περιμένουμε να δούμε το τελικό κείμενο νόμου που θα κατατεθεί στη Βουλή, προκειμένου να προχωρήσουμε σε περισσότερες παρατηρήσεις.
Η θέση της ΕΣΕΕ επάνω στην σχετική ρύθμιση είναι πάγια: δεν πρέπει να την βλέπουμε σαν μία μέθοδο διαγραφής των οφειλών κάποιων μεμονωμένων επιτήδειων σε σχέση με τους συνεπείς πολίτες. Είναι ένα μέσο που κάνει ορθολογικό ένα παράλογο σύστημα, διαγράφοντας καταχρηστικές προσαυξήσεις και πρόστιμα που έχουν επιβληθεί άδικα σε επιχειρήσεις, οι οποίες προσπαθούσαν να επιβιώσουν μέσα στην πιο παρατεταμένη κρίση που έχει γνωρίσει η χώρα και η αγορά. Υπό το πρίσμα αυτό, είναι κρίμα που δεν είχε σχεδιαστεί και εφαρμοστεί νωρίτερα. Μπορεί να είχε σώσει πολλές από τις χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έκλεισαν τα τελευταία χρόνια, όμως κάλιο αργά παρά ποτέ! Ο εμπορικός κόσμος της χώρας είναι ξεκάθαρα υπέρ της ρύθμισης, χωρίς ναι μεν και αλλά».