Αίσθηση προκαλούν τα ποσά που καλούνται να πληρώσουν με βάση το εκκαθαριστικό της φορολογικής τους δήλωσης, χιλιάδες φορολογούμενοι με ελάχιστα εισοδήματα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Ελεύθερου Τύπου», πολίτες που είχαν το 2016 πολύ χαμηλά εισοδήματα, από ενοίκια, από περιστασιακή απασχόληση ή ακόμα και από οικογενειακά επιδόματα καλούνται να πληρώσουν εξοντωτικά ποσά.
Για παράδειγμα φορολογούμενος άγαμος με ετήσιο εισόδημα 600 ευρώ από ενοίκια και 321 ευρώ από περιστασιακή απασχόληση δηλαδή με σύνολο εισοδήματος 921 ευρώ για όλο το 2016 με κύρια κατοικία 27 τ.μ. και ΙΧ αυτοκίνητο 1.500 κ.ε. παλαιότητας 7 ετών προέκυψε να πληρώσει φόρο εισοδήματος 3.236 ευρώ.
Άλλος, άγαμος με ετήσιο εισόδημα 1.200 ευρώ από ενοίκια και 480 από επιδόματα στήριξης τέκνων του ΟΓΑ, κύρια κατοικία 80 τ.μ. και ΙΧ 1.300 κ.ε. 11ετίας προέκυψε φόρος 3.620 ευρώ.
Αιτία του παραλογισμού είναι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις το ΤΑΧΙS, προσδιορίζει το ύψος του φορολογητέου εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης (ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης 3.000 ευρώ για τους άγαμους ή των 2.500 ευρώ για τους έγγαμους) και προσθέτει στο ποσό αυτό τυχόν επιπλέον ποσά τεκμηρίων διαβίωσης. Παράλληλα και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, φορολογεί την πρόσθετη διαφορά τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος όχι σαν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλά σαν εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Στην συνέχεια η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης φορολογείται όχι με την ευνοϊκή κλίμακα υπολογισμού του φόρου η οποία ισχύει για μισθωτούς και συνταξιούχους και προβλέπει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 6.636 – 9.545 ευρώ αλλά με την κλίμακα φορολόγησης εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες βάσει της οποίας το φορολογητέο εισόδημα υπόκειται σε φόρο υπολογιζόμενο με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ.
Έτσι, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης επιβαρύνεται με φόρο 22% και επί του φόρου που προκύπτει επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου με συντελεστή 100%.