Τη μεγαλύτερη πτώση τους εδώ και δεκαετίες κατέγραψαν την Πέμπτη 12 Μαρτίου τα μεγάλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, εν μέσω του πανικού για την εξάπλωση της επιδημίας του κορονοϊού και των ανησυχιών για τις επιπτώσεις που θα έχει στην παγκόσμια οικονομία.
Στο Χρηματιστήριο της Φραγκφούρτης η πτώση ήταν η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί από το 1989, με τις απώλειες από την αρχή του έτους να φτάνουν πλέον το 30,9%. Ο δείκτης Dax έκλεισε στις 9.161,13 μονάδες, χάνοντας 1.277,55 μονάδες ή -12,24%. Είναι η πρώτη φορά από το 2016 που ο δείκτης πέφτει κάτω από το ψυχολογικό όριο των 10.000 μονάδων. Ο δείκτης MDax έκλεισε στις 20.168,02 μονάδες, μειωμένος κατά 10,91%.
Τη χειρότερη πτώση στην ιστορία του γνώρισε και το Χρηματιστήριο του Παρισιού. Ο δείκτης CAC 40 έκλεισε στις 4.044,26 μονάδες, χάνοντας 565 μονάδες ή -12,28%. Συγκριτικά, την 11η Σεπτεμβρίου 2001 ο δείκτης είχε κλείσει με απώλειες 7,3% και στις 10 Οκτωβρίου 2008, εν μέσω της οικονομικής ύφεσης, με πτώση 7,7%.
Το Χρηματιστήριο του Λονδίνου έκανε βουτιά σχεδόν 10%, στη χειρότερη συνεδρίασή του από τον Οκτώβριο του 1987. Ο δείκτης FTSE-100 έκλεισε με απώλειες 9,81% ενώ στην Ιταλία, το Χρηματιστήριο του Μιλάνου κατακρημνίστηκε, με απώλειες 16,92%, τη μεγαλύτερη πτώση στην ιστορία του.
Επίσης, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, το ρωσικό χρηματιστήριο κατέρρευσε σήμερα μετά την ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και την απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής να απαγορεύσει τα ταξίδια από την Ευρώπη.
Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου τη Μόσχας κατέρρευσε κατά 8,2%, φθάνοντας τις 2.286,4 μονάδες, ενώ ο δείκτης RTC κατά 11,03%, φθάνοντας τις 966, 4 μονάδες.
Η τιμή του δολαρίου ενισχύθηκε έναντι του ρουβλίου κατά 3%, με αποτέλεσμα το ένα δολάριο να πωλείται έναντι 75,15 ρουβλίων, ενώ το ευρώ ενισχύθηκε κατά 1,13% φθάνοντας τα 83,08 ρούβλια.
Ο κύριος αναλυτής της «Otkritye Broker», Αντρέι Κοτσετκόφ, επισήμανε ότι «στην αγορά θα εξακολουθήσει να λειτουργεί η λογική των πωλήσεων που βασίζονται στον πανικό καθώς επιδεινώνεται διαρκώς η κατάσταση στο εξωτερικό».
«Γενικά, όλα αυτό μπορεί να συνεχισθεί έως την επόμενη συνεδρίαση της FED, όπου ενδέχεται να ληφθεί η απόφαση για τη μείωση του βασικού επιτοκίου περίπου σε μηδενική βάση», εκτίμησε ο ίδιος.