Μια οικονομία με χρόνια ύφεση, αυξανόμενη ανεργία και αποστροφή για τις μεταρρυθμίσεις της ελεύθερης αγοράς: μια γνώριμη ευρωπαϊκή ιστορία; Μόνο που δεν πρόκειται για την Ελλάδα, την Ισπανία ή την Πορτογαλία, αλλά τη Φινλανδία, αναφέρει το Bloomberg.
Καθώς τα υπερχρεωμένα και προβληματικά κράτη στα νότια της ευρωζώνης προσπαθούν να βγουν από την εξαετή τους ύφεση –κάποια με μεγαλύτερη επιτυχία απ’ ό,τι άλλα– η Φινλανδία υποκύπτει στη δική της, εξηγεί το Bloomberg.
Η οικονομία της, που συρρικνώνεται κάθε χρόνο από το 2012, κατέγραψε τις χειρότερες επιδόσεις στην ευρωζώνη τα πρώτα τρία τρίμηνα του 2015, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Το έλλειμμά της είναι σχετικά υψηλότερο από της Ιταλίας, παρόλο που κατατάσσεται τέταρτη στην ΕΕ σε ό,τι αφορά τους φόρους και τις κοινωνικές εισφορές που απαιτεί από τους πολίτες, και το ποσοστό ανεργίας ξεπερνά αυτό των σκανδιναβών γειτόνων της. Μάλιστα, ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Αλεξάντερ Στουμπ, έχει αρχίσει να αναφέρεται στη Φινλανδία ως «τον τελευταίο ασθενή στην Ευρώπη», επισημαίνει το πρακτορείο.
«Η Φινλανδία έχει γίνει μια οικονομία με έλλειμμα» και είναι «10-15% πίσω από τη Σουηδία ή τη Γερμανία» σε όρους ανταγωνιστικότητας, δήλωσε σε συνέντευξή του αυτό το μήνα ο υπουργός Οικονομίας Όλι Ρεν. «Για αυτό το λόγο πρέπει να κάνουμε προσαρμογές».
Η πτώση των παραγγελιών από τη γειτονική Ρωσία, η αποδυνάμωση της εγχώριας χαρτοβιομηχανίας και η κατάρρευση της μονάδας καταναλωτικών ηλεκτρονικών προϊόντων Oyj της Nokia αποτέλεσαν έναν καθοριστικό συνδυασμό υπονομεύοντας μια οικονομία που κάποτε ήταν μια από τις ισχυρότερες στη δυτική Ευρώπη.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, η Φινλανδία υποχώρησε από την τέταρτη στην όγδοη θέση στην παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Το σύστημα μισθολογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα είναι το πλέον συγκεντρωτικό ανάμεσα στις 140 χώρες που μελετήθηκαν στην έρευνα. Για να διορθωθεί αυτό απαιτούνται βαθιές και γρήγορες αλλαγές, ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Η εναλλακτική είναι να διολισθήσει σε ένα νοτιοευρωπαϊκού τύπου τέλμα αδύναμης ανάπτυξης και χαμηλής απασχόλησης, επισημαίνει ο Ρεν.
Είναι βέβαιο, επισημαίνει το Bloomberg, ότι η Φινλανδία δεν πρόκειται να χρειαστεί το είδος των διεθνών διασώσεων που χαρακτηρίζουν την κρίση χρέους. Ούτε τα μέτρα που προτείνει ο πρωθυπουργός Γιούχα Σίπιλα είναι δρακόντεια όπως αυτά που εφαρμόστηκαν στις νότιοευρωπαϊκές χώρες.
Ο Ρεν δήλωσε ότι οι προσαρμογές της Φινλανδίας θα ανέλθουν «περίπου στο 0,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο». Η ανάκαμψη της Πορτογαλίας, αντίθετα, απαίτησε αυξήσεις φόρων και περικοπές ύψους «2,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο, ενώ στην Ιρλανδία το επίπεδο αυτό ανήλθε περίπου στο 1,5 με 2%», δήλωσε.
Η Φινλανδία είναι μια από τις λίγες χώρες της ευρωζώνης που συνεχίζουν να έχουν πιστοληπτική αξιολόγηση ΑΑΑ από τους οίκους Moody’s Investors Service και Fitch Ratings, αν και η Standard & Poor’s αφαίρεσε την ανώτατη αξιολόγηση τον Οκτώβριο του 2014. Το χρέος της Φινλανδίας, περίπου στο 60% του ΑΕΠ, είναι λιγότερο από το μισό της Πορτογαλίας.
Υπάρχουν, ωστόσο, άλλες ομοιότητες. Η Φινλανδία καλείται να αντιμετωπίσει τα παραδοσιακά ισχυρά εργατικά συνδικάτα στην προσπάθειά της να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα. Τα σχέδια της κυβέρνησης για μείωση των κοινωνικών δαπανών και των ημερών αδείας καθώς και για μεγαλύτερη επιβάρυνση στους εργαζόμενους που κάνουν χρήση άδειας ασθενείας έχουν οδηγήσει σε διαδηλώσεις και απεργίες.
Η κυβέρνηση αναμένεται να προωθήσει μέτρα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας τον Ιούνιο στη Βουλή, όπου ο συνασπισμός του Σίπιλα –παρότι η δημοτικότητα του μειώνεται στις δημοσκοπήσεις– έχει 123 από τις 199 έδρες.
Οι κυβερνήσεις στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ελλάδα (δύο φορές) άλλαξαν καθώς οι ψηφοφόροι αντιτάχθηκαν στη λιτότητα, επισημαίνει το δημοσίευμα. Με τις εθνικές εκλογές να απέχουν τρία χρόνια, ο Σίπιλα χρειάζεται οι μεταρρυθμίσεις του να αποδώσουν εγκαίρως για να αποφύγει τη μοίρα αυτή.