Ο Γιάννης Στουρνάρας έδωσε ραδιοφωνική συνέντευξη και σημείωσε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αναθεωρεί θετικά τις προβλέψεις που είχε κάνει για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αφού αυξήθηκαν σημαντικά οι ταξιδιωτικές εισπράξεις.
Όπως ανέφερε, η ΤτΕ προέβλεπε για φέτος αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,2%. όμως η πρόβλεψη στηρίχθηκε στην υπόθεση ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις θα φτάσουν στο 80% των εισπράξεων του 2019. Όμως απ’ ό,τι φαίνεται θα ξεπεράσουν ίσως και σημαντικά, το 100%.
Έτσι, αναφερόμενος στις παροχές που έχουν γίνει ή προγραμματίζονται εν όψει του δύσκολου χειμώνα υποστήριξε ότι δε μπορούμε να ξεπεράσουμε ορισμένα δημοσιονομικά όρια. Ο στόχος της επενδυτικής βαθμίδας είναι εθνικός στόχος και είναι απόλυτος. Προέβλεψε ότι η χώρα μπορεί να την κατακτήσει εντός του 2023. Υποστήριξε ότι η χώρα πρέπει να επανέλθει το συντομότερο δυνατό σε πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα πρέπει να είναι ικανά για να πληρώνουν τους τόκους του δημοσίου χρέους, οι οποίοι είναι περίπου 2,2% του ΑΕΠ. Επομένως μεσοπρόθεσμα ο Προϋπολογισμός θα πρέπει να μπορεί να καλύπτει τη δαπάνη για τόκους από τα πρωτογενή πλεονάσματα. Υπενθύμισε δε ότι η κυβέρνηση έδωσε για την πανδημία περίπου 40 δισεκατομμύρια. Τόσο αυξήθηκε περίπου το δημόσιο χρέος. Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά «δίνει επίσης τώρα επιδοτήσεις για να καλύψει τους αυξημένους λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος, άρα νομίζω ότι η κυβέρνηση κάνει το καλύτερο δυνατό. Κατά την άποψή μου δεν μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο».
Επίσης, σχολιάζοντας την πορεία των επιτοκίων ο κ. Στουρνάρας προέβλεψε ότι δεν θα αυξηθούν πολύ, προσθέτοντας ότι ναι μεν ανεβαίνουν τα ονομαστικά επιτόκια, τα πραγματικά επιτόκια όμως, δηλαδή το ονομαστικό επιτόκιο μείον ο πληθωρισμός, είναι πολύ χαμηλότερα απ’ ό,τι ήταν ένα χρόνο πριν. «Οι κεντρικές τράπεζες θ’ ανεβάσουν τα επιτόκια όσο ανεβαίνει ο πληθωρισμός, άντε το πολύ μέχρι το τέλος του ’23. Μετά θ’ αρχίσουμε να τα μειώνουμε» ανέφερε χαρακτηριστικά.