«Η επιδότηση στέγης είναι το πρώτο μέτρο μιας μεγάλης πολιτικής, που επεξεργαζόμαστε στο υπουργείο και πήραμε εντολή από το υπουργικό συμβούλιο και τον Αλέξη Τσίπρα να ηγηθούμε ενός διυπουργικού (σ.σ. οργάνου), το οποίο θα εξετάσει τα ζητήματα της κοινωνικής προσιτής κατοικίας», δήλωσε η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώ Φωτίου, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», σχετικά με τα επόμενα βήματα στον σχεδιασμό της στεγαστικής πολιτικής που υλοποιεί η κυβέρνηση.
«Αυτό σημαίνει», εξήγησε η κ. Φωτίου, «τι κάνεις με ένα απόθεμα κτιριακό που το δημόσιο το αφήνει έτσι και χάνεται, αντί να το εκμεταλλεύεται για κοινωνική προσιτή κατοικία, αυτό σημαίνει τι κάνεις με περιοχές, στις οποίες έχουν πρόβλημα για να βρουν κατοικία οι άνθρωποι εξαιτίας της μεγάλης τουριστικής κίνησης», άρα, «θα δείτε μία μεγάλη πολιτική για την κατοικία, θα συγκροτήσουμε αυτή την επιτροπή στο υπουργείο Εργασίας και θα δείτε πολύ γρήγορα κάποιες δράσεις».
Σχετικά με τους ωφελούμενους της εξαγγελθείσας επιδότησης στέγης -ενοικίου ή στεγαστικού δανείου- η αναπληρώτρια υπουργός διευκρίνισε:
«Έχουμε 440.000 νοικοκυριά που θα ωφεληθούν από αυτές τις δυο επιδοτήσεις, σύνολο δηλαδή πάνω από 1.100.000 ανθρώπους. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι κυρίως ωφελούνται νοικοκυριά με παιδιά, δηλαδή θα ωφεληθούν 132.000 νοικοκυριά με παιδιά, έναντι 126.000 χωρίς παιδιά. Τρίτο στοιχείο ενδιαφέρον είναι ότι επειδή το παιδί στην πολιτική μας δεν αφορά την ακραία φτώχεια, αλλά τα παιδιά όλου του κόσμου και των μεσαίων στρωμάτων, γι’ αυτό δώσαμε μία μάχη και στη διαπραγμάτευση, για να λογίζεται το παιδί ως ενήλικας. Άρα, είτε λέμε ένα ζευγάρι με δύο παιδιά, είτε λέμε ένα νοικοκυριό με τέσσερις ενήλικες είναι ίδιο το εισοδηματικό αλλά και επιδοματικό όριο. Το 1/3 αυτών που θα ωφεληθούν από την επιδότηση ενοικίου είναι παιδιά 0-17 χρονών και το υπόλοιπο 44% είναι οι ηλικίες 18-44 ετών, που επλήγησαν φοβερά από την κρίση […] Για τις μονογονεϊκές οικογένειες το παιδί μετράει όχι απλά ως ενήλικας, αλλά ως αρχηγός νοικοκυριού -το πρώτο παιδί- γιατί εμείς αναγνωρίζουμε ότι μια μάνα ή ένας πατέρας που έχει μόνη ή μόνος τα παιδιά δεν είναι εύκολο να βρει εργασία γι’ αυτό και στην επιδότηση ενοικίου κάνουμε αυτή τη διαφορά».
«Σύντομα ανοίγει η ψηφιακή πλατφόρμα για την αναδοχή και υιοθεσία»
Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του ψηφισθέντος νόμου για την υιοθεσία και αναδοχή με τη λειτουργία ψηφιακής πλατφόρμας, η κ. Φωτίου διευκρίνισε: «Είμαστε αρκετά κοντά να ανοίξουμε όλη την εφαρμογή του νόμου, γιατί αυτό σημαίνει ότι ανοίγει η πλατφόρμα. Η εφαρμογή όλου αυτού του νόμου είναι ψηφιακή. Μας δυσκόλεψε πολύ. Είναι μια εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία, γιατί πρέπει όλα να γίνονται ψηφιακά και να ελέγχονται από το κράτος ψηφιακά, αλλά και τα προσωπικά δεδομένα του καθενός να προστατεύονται. Από την άλλη, πρέπει να έχει και τον ανθρώπινο παράγοντα, δηλαδή τη διαπροσωπική σχέση του κοινωνικού λειτουργού, που εκτιμά την καταλληλότητα του υποψηφίου θετού ή ανάδοχου γονιού, δηλαδή διεξάγει μαζί του για ένα διάστημα -τρεις μήνες λέμε εμείς- την κοινωνική έρευνα».
«Επομένως», συνέχισε η κ.Φωτίου, «έπρεπε να διασφαλίσουμε όλες αυτές τις ανθρώπινες δικλείδες, να γίνουν με τον καλύτερο και επιστημονικότερο τρόπο και τον πιο ανθρώπινο τρόπο και από την άλλη η ψηφιακότητα του συστήματος να εφοδιάσει πια, όχι μόνο κεντρικά το κράτος, αλλά και τις περιφέρειες, τις κοινωνικές υπηρεσίες των περιφερειών με τη γνώση πόσα παιδιά υπάρχουν για αναδοχή ή υιοθεσία -ένα θέμα που δεν ξέρουμε ακριβώς. Γιατί, ναι μεν εκτιμάμε ότι περίπου 2.500 παιδιά υπάρχουν σήμερα στα ιδρύματα σε όλη την Ελλάδα, αλλά από την άλλη δεν ξέρουμε αν όλα αυτά τα παιδιά είναι διαθέσιμα για αναδοχή και υιοθεσία για τον απλούστατο λόγο ότι μπορεί η οικογένειά τους να τα έχει δώσει για ένα διάστημα, επειδή δεν τα κατάφερνε, αλλά τώρα έχει αρχίσει να στέκεται στα πόδια της και μπορεί να τα πάρει πίσω- άρα υπάρχει ένα θέμα, να δούμε τα ακριβή νούμερα».
Σε ό,τι αφορά τη φιλοσοφία του νέου νόμου, η αναπληρώτρια υπουργός εξήγησε: «Από τη στιγμή που θα αρχίσει να εφαρμόζεται αυτός ο νόμος ελπίζουμε ότι θα φτάσουμε σε 8-12 μήνες να μπορεί να ολοκληρωθεί μια αναδοχή και από εκεί και ύστερα θα περιμένουμε τη δικάσιμο για την υιοθεσία, γιατί πρέπει να οριστεί και η δικάσιμος για να τελεσιδικήσει η υιοθεσία. Άρα, εμείς υποσχόμαστε αυτό το βραχύ διάστημα, έναντι 6-8 χρόνων που έπαιρνε η διαδικασία αυτή μέχρι σήμερα. Το δεύτερο είναι ότι όλο το σύστημα είναι αδιάβλητο, επομένως κανένας γονιός δε χρειάζεται να ψάχνει σε όλα τα ιδρύματα -ιδιωτικά και δημόσια- που υπάρχουν στην Ελλάδα, από την Κρήτη μέχρι τη Μακεδονία […] Όλα τα παιδιά που βρίσκονται σήμερα στα ιδρύματα αποκτούν έναν ηλεκτρονικό φάκελο της καταγωγής τους, ώστε να σταματήσουν οι τραγωδίες αναζήτησης των φυσικών γονιών, ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα. Συγχρόνως, δημιουργούμε σε όλα τα ιδρύματα και στις περιφέρειες μονάδες αποϊδρυματοποίησης, όπου θα παρακολουθούνε όλη αυτή τη διαδικασία με ψηφιακό τρόπο, με εξειδικευμένους ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς κ.λπ., με έναν θεσμό που είναι εντελώς καινούριος και προκύπτει μέσα από την επεξεργασία που κάναμε της εθνικής στρατηγικής για την αποϊδρυματοποίηση, την οποία τελειώσαμε αυτές τις ημέρες και θα τη φέρουμε και θα την παρουσιάσουμε στη Βουλή».