H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε σχέδια για τη δημιουργία μίας ευρωπαϊκής «κακής» τράπεζας, δήλωσε ο επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία.
«Μπορώ επίσης να επιβεβαιώσω ότι η ΕΚΤ δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε σχέδια για τη δημιουργία μίας ευρωπαϊκής εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού (European asset management company) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας ή σε εκπροσώπους υποκείμενων ομοσπονδιακών υπηρεσιών», σημείωσε ο Ενρία σε απαντητική επιστολή του προς τον Γερμανό βουλευτή, Φρανκ Σέφλερ, η οποία είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ.
Σημειωτέον ότι οι εταιρείες διαχείρισης ενεργητικού ή κακές τράπεζες αποκτούν προβληματικά στοιχεία του ενεργητικού των τραπεζών, όπως τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους.
Ο Ενρία ανέφερε ότι η τραπεζική εποπτεία της ΕΚΤ δεν έχει λάβει θέση για το θέμα αυτό, προσθέτοντας: «Ο ίδιος προσωπικά έχω υποστηρίξει την ιδέα της δημιουργίας μίας ευρωπαϊκής εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού στο παρελθόν και εξακολουθώ να τη θεωρώ ένα χρήσιμο εργαλείο στην περίπτωση μίας σημαντικής επιδείνωσης της ποιότητας ενεργητικού στο ευρύτερο σύστημα.
Ωστόσο, θεωρώ επίσης ότι είναι πρόωρο να συναχθούν οριστικά συμπεράσματα όσον αφορά τις πιθανές ζημιές που θα προκύψουν από την κρίση της COVID – 19».
Ο Ενρία τόνισε, επίσης, ότι η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ κάνει τώρα μία ανάλυση της ευαισθησίας των τραπεζών σε διαφορετικά υποθετικά σενάρια και σοκ.
«Με βάση τα αποτελέσματα αυτής της ανάλυσης ευαισθησίας, θα εξετάσουμε διάφορες επιλογές πολιτικής που θα μπορούσαν πιθανόν να διερευνηθούν περαιτέρω, αν χρειαστεί», πρόσθεσε.
Όσον αφορά τη δημιουργία οχημάτων διαχείρισης ενεργητικού σε εθνικό επίπεδο σε χώρες της Ευρωζώνης, ο Ενρία σημείωσε ότι η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δεν έχει μία αναλυτική καταγραφή ή πρόσθετη πληροφόρηση πέραν των δημόσιων αναφορών για το θέμα αυτό.
Σχετικά με την εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετά την έξαρση της COVID-19, ο Ενρία σημείωσε ότι δεν έχει καθοριστεί ακόμη ο χρόνος ανακοίνωσης των στοιχείων (εποπτικές τραπεζικές στατιστικές), προσθέτοντας ότι αναμένονται τον Ιούλιο του 2020.