Η κατανόηση των αιτίων της σημερινής κρίσης, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την υπέρβασή της» σημείωσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ) και του ΕΒΕ Αθήνας Κωνσταντίνος Μίχαλος στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου “The Greek Political Economy: 2000- 2015”.
Ο πρόεδρος υπογράμμισε ότι από τα επιστημονικά άρθρα που φιλοξενούνται στις σελίδες της έκδοσης, εντοπίζει ως σημαντικότερα τα εξής έξι συμπεράσματα:
πρώτον, οι ρίζες της κρίσης είναι πράγματι ενδογενείς. Βρίσκονται στις δομικές αδυναμίες της ίδιας της ελληνικής οικονομίας και στην πολιτική κουλτούρα, η οποία τις εξέθρεψε. Είχαμε ένα σαθρό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο κατέρρευσε – ουσιαστικά – όταν τελείωσαν τα δανεικά. Είχαμε καλλιεργήσει μια κουλτούρα στηριγμένη στην πελατειακή σχέση των πολιτών με το κράτος, στις δικαιωματικές παροχές, στη διαφύλαξη συντεχνιακών «κεκτημένων», στις εύκολες λύσεις και στις λογικές της ήσσονος προσπάθειας.
δεύτερον, παρ’ όλες τις αδυναμίες μας η κρίση δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό δημιούργημα. Εκδηλώθηκε σε μεγάλο βαθμό ως απόρροια μιας διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, αυτής του 2007, η οποία χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη στην παγκόσμια ιστορία. Εκδηλώθηκε επίσης – και έλαβε διαστάσεις – ως αποτέλεσμα σοβαρών αδυναμιών στη δομή της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, αλλά και του ελλείμματος ηγεσίας και οράματος, που χαρακτήρισε τη διακυβέρνηση του ευρώ.
τρίτον, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην έκδοση, η κρίση του 2007 προκάλεσε δημοσιονομική αποσταθεροποίηση σε όλες τις χώρες. Η Ελλάδα επηρεάστηκε δημοσιονομικά, στο βαθμό που επηρεάστηκαν όλοι. Η αύξηση του ελλείμματος στη χώρα μας ήταν ίδια ή ακόμη και μικρότερη, σε σχέση με τα περισσότερα άλλα μέλη της ευρωζώνης. Επομένως, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, που οδήγησε στο μνημόνιο δεν ήταν θέμα οικονομικής διαχείρισης της διετίας 2007 – 2009. Το πρόβλημα ήταν το διαχρονικά υψηλό έλλειμμα και χρέος της Ελλάδας. Το οποίο δημιουργήθηκε εξαιτίας των διαρθρωτικών στρεβλώσεων και της πολιτικής κουλτούρας που επικράτησε τα προηγούμενα 40 χρόνια. Το να συζητάμε σαν να προέκυψαν τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας μέσα σε δύο χρόνια, δεν είναι μόνο λανθασμένο, αλλά και αποπροσανατολιστικό στην προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα πραγματικά τους αίτια.
τέταρτον, η ένταξη στο μηχανισμό στήριξης θα μπορούσε, ενδεχομένως, να έχει αποφευχθεί. Θα είχε πιθανότατα αποφευχθεί, εάν κατά τους κρίσιμους μήνες του 2009 οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου είχαν καταφέρει να συνεννοηθούν και να συναινέσουν στα βασικά και στα αυτονόητα. Εάν είχαν δείξει την απαραίτητη πολιτική βούληση, για τη λήψη δύσκολων αλλά αναγκαίων αποφάσεων. Εάν είχαν καταφέρει να προτάξουν το εθνικό έναντι του κομματικού συμφέροντος. “Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι από την πλευρά της τότε κυβέρνησης, υπήρξαν κινήσεις συναίνεσης. Υπήρξε πρόσκληση προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης για συνεργασία προκειμένου να αποτραπεί ο άμεσος κίνδυνος. Δυστυχώς, στην κρίσιμη στιγμή είδαμε να επικρατούν οι προεκλογικές σκοπιμότητες, ο λαϊκισμός, η παροχολογία και η πλειοδοσία υποσχέσεων, η μετάθεση ευθυνών και η ατολμία μπροστά σε αυτά που πρέπει να γίνουν” όπως σημείωσε ο κ. Μίχαλος.
πέμπτον, το μείγμα πολιτικής που επιβλήθηκε στη χώρα ήταν από την αρχή λανθασμένο. Με ευθύνη τόσο των δανειστών, όσο και της ελληνικής κυβέρνησης. Ήταν ένα μείγμα που υπαγορεύθηκε από μια τιμωρητική λογική και από τις αντιδράσεις των αγορών, αντί από μια ορθολογική εκτίμηση των αναγκών και των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας. Σήμερα, οι ίδιοι οι εμπνευστές του αναγνωρίζουν ότι στηρίχθηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις, ως προς τις υφεσιακές του επιδράσεις.
έκτον, στα χρόνια που ακολούθησαν τα μνημόνια εφαρμόστηκαν, μόνο ως προς το δημοσιονομικό σκέλος. Δηλαδή, στην επιβολή φόρων και οριζόντιων περικοπών, με σκοπό να επιτευχθούν οι στόχοι για το έλλειμμα. Το άλλο σκέλος, αυτό των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σε μεγάλο βαθμό αγνοήθηκε. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, οι μεταρρυθμίσεις στα χρόνια των μνημονίων είτε δεν ξεκίνησαν ποτέ, είτε καθυστέρησαν απελπιστικά, είτε έγιναν πρόχειρα και αποσπασματικά, είτε εκφυλίστηκαν στην πράξη, με διάφορες εξαιρέσεις, εκπτώσεις και πατέντες. Το αποτέλεσμα ήταν να έχουμε όλα αυτά τα χρόνια μια πρωτοφανή εσωτερική υποτίμηση, η οποία έπληξε βαθιά τον κοινωνικό ιστό, έφερε όμως ελάχιστα αποτελέσματα ως προς τον αρχικό στόχο, που ήταν η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
«Η οικονομική κρίση αποκάλυψε πολλές ενοχλητικές αλήθειες. Για το πολιτικό προσωπικό, για την κουλτούρα, αλλά και για το αξιακό σύστημα της κοινωνίας μας. Για τις αδυναμίες τις δικές μας, αλλά και του ευρωπαϊκού οικοδομήματος στο οποίο ανήκουμε. Μέχρι τώρα, αυτές τις αλήθειες είχαμε την πολυτέλεια να τις αποφεύγουμε ή να τις επικαλούμαστε επιλεκτικά και αποσπασματικά, κρυμμένοι πίσω από το επίπλαστο δίλημμα «Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο». Τώρα, έπειτα από επτά χρόνια, οι βολικές αυταπάτες έχουν τελειώσει. Δεν υπάρχουν ούτε από μηχανής σωτήρες, ούτε λύσεις που θα έρθουν από τον ουρανό. Είναι καιρός, λοιπόν, να αναμετρηθούμε με τις αλήθειες. Με θάρρος, με ειλικρίνεια και σοβαρότητα» κατέληξε ο κ. Μίχαλος.