Η επικείμενη διάσωση των ελληνικών τραπεζών, που σε μεγάλο βαθμό αναμένεται να χρηματοδοτηθεί με δημόσια κεφάλαια, δεν θα πρέπει να θεωρείται πρότυπο για το μέλλον καθώς οι ελληνικές τράπεζες έγιναν «όμηροι» της υπερχρεωμένης κυβέρνησης, δήλωσε σήμερα η Έλκε Κένινγκ, επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Εκκαθάρισης (Single Resolution Board), της ευρωπαϊκής αρχής για την εκκαθάριση τραπεζών.
Σύμφωνα με την Κένινγκ, οι μελλοντικές εκκαθαρίσεις τραπεζών θα ακολουθήσουν νέους ευρωπαϊκούς κανόνες, οι οποίοι αναμένεται να τεθούν πλήρως σε ισχύ τον Ιανουάριο και οι οποίοι ορίζουν ότι όσοι έχουν μερίδιο σε μια τράπεζα, από τους μετόχους έως τους πιστωτές και τους μη εξασφαλισμένους καταθέτες, συνεισφέρουν στη διάσωση πριν χρησιμοποιηθούν τα δημόσια κεφάλαια.
Ως μέρος του πακέτου διάσωσης που συμφωνήθηκε τον προηγούμενο μήνα, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 25 δισεκ. ευρώ για την κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών της.
Οι κάτοχοι ομολόγων υψηλής διαβάθμισης πιθανόν να συμμετάσχουν σε μια διάσωση και να δουν την αξία των επενδύσεών τους να απομειώνεται, αλλά οι καταθέτες θα προστατευθούν προκειμένου να αποτραπεί ένα πλήγμα στην ευρύτερη οικονομία, σηματοδοτώντας μια απόκλιση από την ευρωπαϊκή Οδηγία για την Αναδιάρθρωση και την Εκκαθάριση των Τραπεζών (BRRD).
«Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μία κρατική χρηματοοικονομική κρίση, και σε κάποιο βαθμό, το κράτος πήρε τις τράπεζες ομήρους», είπε η Κένινγκ σε δημοσιογράφους στη Βιέννη.
«Άρα, τώρα υπάρχουν θεμελιώδεις ανάγκες αναδιάρθρωσης και ανακεφαλαιοποίησης για το τραπεζικό σύστημα. Η Οδηγία BRRD έχει σχεδιαστεί να λύνει το πρόβλημα σε μία τράπεζα. Επομένως γι’ αυτό θα εφιστούσα την προσοχή να μην λάβουμε αυτό που ίσως συμβεί στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες ως πρότυπο για το μέλλον»